Η ψήφος εμπιστοσύνης κανονικά ζητείται από την κυβέρνηση αμέσως μόλις ορκιστεί. Μέσα σε 15 ημέρες από την ορκωμοσία της, η κυβέρνηση οφείλει να εμφανιστεί και να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης.
Με αυτήν διαθέτει πλέον και την περίφημη «δεδηλωμένη», έχει δηλαδή την δημοκρατική νομιμοποίηση. Προηγούνται οι προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης. Ομως η κυβέρνηση μπορεί να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης και οποιαδήποτε άλλη στιγμή, για να επιβεβαιώσει ότι διαθέτει δημοκρατική νομιμοποίηση. Οπως δήλωσε ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ότι θα κάνει, εφόσον ο Πάνος Καμμένος αποσύρει την εμπιστοσύνη του από την Κυβέρνηση. Η ψήφος είναι πάντα ονομαστική. Ομως δεν απαιτούνται απαραίτητα 151 ψήφοι. Για να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης η κυβέρνηση, αρκεί η απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη από τα 2/5 του όλου αριθμού των βουλευτών. Δηλαδή δεν μπορεί να είναι μικρότερη η πλειοψηφία από τους 120 βουλευτές.
Με δύο λόγια, εφόσον ο Πάνος Καμμένος αποσύρει την εμπιστοσύνη του στην Κυβέρνηση και ο Αλέξης Τσίπρας, όπως δήλωσε, αναγκαστεί να πάει στην Βουλή και να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, μπορεί να παρατείνει τον βίο της κυβέρνησης, ακόμα κι αν δεν βρεί- που μάλλον τους έχει βρεί..- τους 151 βουλευτές. Αρκούν μερικές απουσίες από την Ολομέλεια για να κερδίσει ο κ.Τσίπρας την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών και να παραμείνει εν ζωή η Βουλή, νόμιμα και συνταγματικά, έως ότου οδηγηθεί η χώρα σε πρόωρες εκλογές. Οι απουσίες εκλαμβάνονται ως ψήφος ανοχής και η κυβέρνηση είναι κυβέρνηση μειοψηφίας μέν, αλλά μπορεί να προγραμματίσει την προσφυγή στις κάλπες «εν ευθέτω χρόνο και συντεταγμένα» όπως δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας.
Η ψήφος Δυσπιστίας
Τελείως διαφορετικά είναι τα νούμερα για την ψήφο Δυσπιστίας. Για να κατατεθεί κατ άρχήν πρόταση δυσπιστίας πρέπει υποχρεωτικά να είναι υπογεγραμμένη από τουλάχιστον το 1/6 των βουλευτών. Δηλαδή χρειάζονται 50 βουλευτές. Με το που θα κατατεθεί η πρόταση δυσπιστίας, η Βουλή διακόπτει αμέσως τις εργασίες της και η συζήτηση επί της πρότασης ξεκινάει μέσα σε δύο ημέρες. Η πρόταση δυσπιστίας όμως δεν μπορεί να εγκριθεί με απλή πλειοψηφία. Για να εγκριθεί η πρόταση θα πρέπει να έχει την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή υποχρεωτικά 151 ψήφους. Σημαντική λεπτομέρεια. Πρόταση δυσπιστίας δεν μπορεί να υποβληθεί πρίν περάσει 6μηνο από την απόρριψη προηγούμενης όμοιας πρότασης, εκτός αν υπογράφεται απο την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών.
Αυτός είναι και ο λόγος που η Νέα Δημοκρατία διστάζει να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας. Ακόμα και αν στην ψηφοφορία δώσουν το παρών όλοι ανεξαιρέτως οι βουλευτές της αντιπολίτευσης, πράγμα δύσκολο, ακόμα και αν την πρόταση ψηφίσουν όλοι οι βουλευτές της αντιπολίτευσης- πράγμα τελείως απίθανο, αφού πολλοί στους ΑΝΕΛ και ο Σπύρος Δανέλλης από το Ποτάμι, δεν ψηφίζουν πρόταση δυσπιστίας και δη της Νέας Δημοκρατίας- η πρόταση δεν μπορεί να περάσει, αν δεν την ψηφίσουν τουλάχιστον 4 βουλευτές των ΑΝΕΛ. Με δύο λόγια τα κουκιά δεν βγαίνουν γι αυτό και το Μαξίμου προκαλεί κάθε τόσο τον Κυριάκο Μητσοτάκη αν θέλει να τολμήσει να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας..
Η αρχή της Δεδηλωμένης
Στην Ελλάδα η αρχή της δεδηλωμένης καθιερώθηκε άτυπα το 1875 μετά το περίφημο άρθρο του Χαριλάου Τρικούπη Τις Πταίει στο οποίο κατηγορούσε τον βασιλιά Γεώργιο Α” ότι εφάρμοζε καθεστώς απόλυτης μοναρχίας και διόριζε κατά βούληση πρωθυπουργούς από τα κόμματα της μειοψηφίας χωρίς να λαβαίνει υπόψη του τα αποτελέσματα βουλευτικών εκλογών. Λίγο καιρό μετά ο Γεώργιος ο Α” δεσμεύτηκε στον λόγο του Θρόνου ενώπιον του Κοινοβουλίου, ότι θα διόριζε στο εξής μόνο πρωθυπουργούς που θα απολάμβαναν την εμπιστοσύνη της Βουλής.
Η δέσμευση αυτή καθιερώθηκε άτυπα, καθώς δεν πέρασε αμέσως στο Σύνταγμα. Ρητή διάταξη έγινε για πρώτη φορά στο Σύνταγμα του 1927
Μέχρι τότε ίσχυε η λεγόμενη «θεωρία του κηπουρού». Δηλαδή ο εκάστοτε Βασιλιάς ή Πρόεδρος μπορούσε να διορίσει πρωθυπουργό οποιονδήποτε πίστευε ο ίδιος ότι θα μπορούσε να λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής. Οπως έλεγε ο Παύλος ο Α” μπορεί να διορίσει πρωθυπουργό ακόμη και τον κηπουρό του. Πλέον με το Σύνταγμα του 1975 και μετά αποτρέπεται ο κίνδυνος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να περιφρονήσει την ιεραρχία του κόμματος και να διορίσει πρωθυπουργό άλλο στέλεχός του. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι υποχρεωμένος να διορίσει Πρωθυπουργό τον αρχηγό του κόμματος (ή αυτόν που προτείνει η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος που διαθέτει στη Βουλή την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών.