Αν κάνουμε δίαιτα σε ένα ποντίκι εργαστηρίου, μειώνοντας τις θερμίδες που προσλαμβάνει κατά 30% έως 40%, θα ζήσει κατά μέσον όρο περίπου 30% περισσότερο. Ο θερμιδικός περιορισμός, όπως ονομάζεται τεχνικά αυτή η παρέμβαση, δεν πρέπει να είναι τόσο ακραίος ώστε το ζώο να υποσιτίζεται, αλλά πρέπει να είναι αρκετά επιθετικός ώστε να προκαλέσει κάποιες βασικές βιολογικές αλλαγές.
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν για πρώτη φορά αυτό το φαινόμενο τη δεκαετία του 1930 και έκτοτε, σε διάστημα 90 ετών, έχει μελετηθεί σε διάφορα είδη, από σκουλήκια μέχρι μαϊμούδες. Οι μετέπειτα μελέτες έδειξαν επίσης ότι πολλά από τα ζώα υπό θερμιδικό περιορισμό είχαν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο και άλλες χρόνιες ασθένειες που σχετίζονται με τη γήρανση.
Ωστόσο, παρά τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε ζώα, υπάρχουν ακόμη πολλές αβεβαιότητες. Οι ειδικοί εξακολουθούν να προβληματίζονται σχετικά με τον μηχανισμό αυτό και με το αν η αποτελεσματικότητά του εξαρτάται περισσότερο από τη συνολική πρόσληψη θερμίδων ή από το χρονικό διάστημα στο οποίο καταναλώνονται (γνωστό και ως διαλειμματική νηστεία).
Παρακάτω θα δούμε τι έχουν αποκομίσει μέχρι στιγμής οι επιστήμονες, κυρίως από σημαντικές μελέτες σε ζώα, και ποιες μπορεί να είναι οι προεκτάσεις για τους ανθρώπους.
– Γιατί η μείωση των θερμίδων μπορεί να αυξήσει τη μακροζωία;
– Οι ερευνητές δεν ξέρουν ακριβώς γιατί η μείωση της πρόσληψης τροφής οδηγεί σε αύξηση της διάρκειας ζωής στα ζώα ή στους ανθρώπους, αλλά πολλές υποθέσεις βασίζονται στην εξελικτική πορεία των ειδών. Στην άγρια φύση τα ζώα βιώνουν περιόδους τόσο αφθονίας όσο και έλλειψης τροφής, το ίδιο και οι πρόγονοί μας. Ως εκ τούτου η βιολογία τους (και πιθανώς και η δική μας) εξελίχθηκε ώστε να επιβιώνει και να ευδοκιμεί, όχι μόνο σε περιόδους αφθονίας, αλλά και σε περιόδους στέρησης.
Μια θεωρία είναι ότι, σε κυτταρικό επίπεδο, ο θερμιδικός περιορισμός κάνει τα ζώα πιο ανθεκτικά στους φυσικούς στρεσογόνους παράγοντες. Για παράδειγμα, τα ποντίκια υπό θερμιδικό περιορισμό έχουν μεγαλύτερη αντοχή στις τοξίνες και αναρρώνουν ταχύτερα από τραυματισμούς, λέει ο Τζέιμς Νέλσον, καθηγητής κυτταρικής και ολοκληρωμένης φυσιολογίας στο Κέντρο Επιστημών Υγείας του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Σαν Αντόνιο.
Τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα στο μικροσκόπιο
Μια άλλη εξήγηση σχετίζεται με την παρατήρηση ότι η κατανάλωση λιγότερων θερμίδων επιβραδύνει τον μεταβολισμό τόσο στους ανθρώπους όσο και στα ζώα. Είναι πιθανό «ένα μειωμένο μεταβολικό φορτίο να επιτρέπει στο σώμα να ζήσει περισσότερο», λέει η δρ Κιμ Χάφμαν, αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ντιουκ, η οποία έχει μελετήσει τον θερμιδικό περιορισμό σε ανθρώπους.
Ο θερμιδικός περιορισμός αναγκάζει επίσης το σώμα να βασίζεται σε άλλες πηγές καυσίμων εκτός από τη γλυκόζη, κάτι που οι ειδικοί της γήρανσης θεωρούν ευεργετικό για τη μεταβολική υγεία και άρα για τη μακροζωία.
Μάλιστα, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ένας από τους κύριους παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση της διάρκειας ζωής των ποντικών υπό θερμιδικό περιορισμό είναι η καθυστέρηση –ή η έλλειψη– εμφάνισης ασθενειών, αναφέρει ο δρ Ρίτσαρντ Μίλερ, καθηγητής παθολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν.
Υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις στα ευρήματα γύρω από τη μακροζωία και τον θερμιδικό περιορισμό. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτη είναι μια μελέτη που διεξήχθη από τον Νέλσον το 2010, η οποία επικεντρώθηκε σε γενετικά ετερόκλητα ποντίκια. Ο Νέλσον διαπίστωσε ότι κάποια ποντίκια ζούσαν περισσότερο όταν έτρωγαν λιγότερο, αλλά τα περισσότερα είχαν μικρότερη διάρκεια ζωής.
Κάποιοι ερευνητές έχουν αμφισβητήσει τη σπουδαιότητα των ευρημάτων του Νέλσον. «Οι άνθρωποι επικαλούνται αυτή τη μελέτη σαν να πρόκειται για γενική απόδειξη ότι ο θερμιδικός περιορισμός είναι αποτελεσματικός μόνο για ένα μικρό ποσοστό των περιπτώσεων ή για μικρό χρονικό διάστημα», λέει ο Μίλερ. «Ωστόσο, για να καταλήξει κανείς σε αυτό το συμπέρασμα πρέπει να αγνοήσει πέντε δεκαετίες δημοσιευμένων στοιχείων που υποδεικνύουν τη σχεδόν καθολική αποτελεσματικότητά του».
Ωστόσο, η μελέτη του Νέλσον δεν ήταν η μοναδική περίπτωση όπου δεν παρατηρήθηκε καθολικό όφελος για τη μακροζωία από τον θερμιδικό περιορισμό.
Πολλά από τα ζώα υπό θερμιδικό περιορισμό είχαν μειωμένες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο και άλλες χρό- νιες ασθένειες που σχετίζονται με τη γήρανση.
– Τι σχέση έχει με αυτό η διαλειμματική νηστεία;
– Λόγω των μεικτών αποτελεσμάτων, ορισμένοι ερευνητές εικάζουν ότι μπορεί να υπάρχει και κάποια άλλη καθοριστική παράμετρος, εξίσου ή και περισσότερο σημαντική, εκτός από τον αριθμό των θερμίδων που καταναλώνει ένα ζώο: το χρονικό διάστημα στο οποίο καταναλώνονται.
Μια βασική διαφορά μεταξύ των δύο δοκιμών στις μαϊμούδες, ήταν ότι στη μελέτη του 2009, που διεξήχθη στο Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν, τα ζώα υπό θερμιδικό περιορισμό λάμβαναν μόνο ένα γεύμα την ημέρα και οι ερευνητές αφαιρούσαν την υπόλοιπη τροφή αργά το απόγευμα, οπότε τα ζώα ήταν αναγκασμένα να μένουν νηστικά για περίπου 16 ώρες. Στη μελέτη του 2012, που διεξήχθη από το Εθνικό Ινστιτούτο Γήρανσης, τα ζώα τρέφονταν δύο φορές την ημέρα και η τροφή έμενε έξω κατά τη διάρκεια της νύχτας. Οι μαϊμούδες του Ουισκόνσιν ήταν εκείνες που έζησαν περισσότερο.
Μια πιο πρόσφατη μελέτη σε ποντίκια εξέτασε συγκεκριμένα τα αποτελέσματα του θερμιδικού περιορισμού με και χωρίς διαλειμματική νηστεία. Οι επιστήμονες έδωσαν στα ζώα την ίδια δίαιτα χαμηλών θερμίδων, ωστόσο ορισμένα είχαν πρόσβαση στην τροφή μόνο για δύο ώρες, άλλα για 12 ώρες και άλλα για 24 ώρες. Σε σύγκριση με μια ομάδα ελέγχου ποντικών που μπορούσαν να καταναλώσουν ελεύθερα μια δίαιτα πλήρων θερμίδων ανά πάσα στιγμή, εκείνα που ακολουθούσαν μια δίαιτα χαμηλών θερμίδων σε 24ωρη βάση, έζησαν 10% περισσότερο, ενώ τα ποντίκια με δίαιτα χαμηλών θερμίδων που έτρωγαν μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά περιθώρια, είχαν έως και 35% αύξηση της διάρκειας ζωής.
Εγχειρίδιο «επιβίωσης» στη μέση ηλικία
Με βάση όλα αυτά τα ευρήματα, ο Ραφαέλ ντε Κάμπο, ανώτερος ερευνητής στο Εθνικό Ινστιτούτο Γήρανσης, επικεφαλής της μελέτης με τις μαϊμούδες, πιστεύει τώρα ότι ενώ ο θερμιδικός περιορισμός είναι σημαντικός για τη μακροζωία, ο χρόνος που αφιερώνεται κάθε μέρα στο φαγητό –και στην αποχή από αυτό– είναι εξίσου καθοριστικός. Και αυτό μπορεί να ισχύει όχι μόνο για τα ζώα, αλλά και για τους ανθρώπους.
– Τι σημαίνει αυτό για εμάς;
– Είναι δύσκολο να απαντηθεί οριστικά αν η διαλειμματική νηστεία, ο θερμιδικός περιορισμός ή ένας συνδυασμός των δύο θα μπορούσε να αυξήσει τη μακροζωία στους ανθρώπους.
«Δεν νομίζω ότι έχουμε αποδείξεις ότι παρατείνει τη διάρκεια ζωής στους ανθρώπους», λέει ο Νέλσον. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει, προσθέτει, απλώς τα στοιχεία είναι «πολύ δύσκολο να βρεθούν, διότι χρειάζεται μια ολόκληρη ζωή για να αποκτηθούν αυτά τα δεδομένα».
Μια κλινική δοκιμή –που ονομάστηκε μελέτη Calerie– προσπάθησε να απαντήσει σ’ αυτό το ερώτημα εξετάζοντας πώς η μείωση των θερμίδων κατά 25% για δύο χρόνια επηρέασε μια σειρά μετρήσεων που σχετίζονται με τη γήρανση. Περισσότεροι από 100 υγιείς ενήλικες ενημερώθηκαν για τον προγραμματισμό των γευμάτων και τους παρασχέθηκαν τακτικές συμβουλευτικές συνεδρίες για να τους βοηθήσουν να επιτύχουν τους διατροφικούς τους στόχους. Ωστόσο, επειδή είναι πολύ δύσκολο να μειώσει κανείς τις θερμίδες, οι συμμετέχοντες κατάφεραν τελικά να περιορίσουν την πρόσληψή τους μόνο κατά περίπου 11%.
Σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες στο σκέλος ελέγχου, τα άτομα που ακολούθησαν το πρόγραμμα διατροφής παρουσίασαν βελτιώσεις σε διάφορες πτυχές της καρδιομεταβολικής τους υγείας, συμπεριλαμβανομένων βελτιώσεων στην αρτηριακή πίεση και την ευαισθησία στην ινσουλίνη, μαζί με μειωμένα επίπεδα ορισμένων δεικτών φλεγμονής.
Πόσα φρούτα και λαχανικά χρειαζόμαστε πραγματικά;
Η μελέτη περιελάμβανε επίσης τρεις μετρήσεις της «βιολογικής ηλικίας», που γίνονταν με σύγκριση των εξετάσεων αίματος κατά την έναρξη και με την ολοκλήρωση της διετούς περιόδου. Στις δύο δοκιμές δεν υπήρξε βελτίωση σε καμία από τις δύο ομάδες, αλλά στην τρίτη δοκιμή, που μετρούσε πόσο γρήγορα γερνούν οι άνθρωποι, υπήρξε διαφορά σε όσους έκαναν τη διατροφή. Ο θερμιδικός περιορισμός «δεν έκανε τους ανθρώπους νεότερους, αλλά έκανε τον ρυθμό με τον οποίο γερνούν πιο αργό», λέει η Χάφμαν, η οποία εργάστηκε στη δοκιμή.
Aλλες έρευνες έχουν επικεντρωθεί στα βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα της διαλειμματικής νηστείας σε άτομα με διάφορους δείκτες μάζας σώματος (ΔΜΣ). Ορισμένες μελέτες, που δοκίμαζαν διάφορα προγράμματα νηστείας, έδειξαν βελτιωμένη μεταβολική υγεία και μειωμένη φλεγμονή. Αλλά μια δοκιμή με 116 άτομα των οποίων ο ΔΜΣ τους κατέτασσε ως υπέρβαρους ή παχύσαρκους, δεν έδειξε κανένα όφελος μεταξύ εκείνων που κατανάλωναν τα γεύματά τους μέσα σε ένα οκτάωρο, χωρίς μείωση των θερμίδων, σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.
Παρά τις έρευνες που διεξάγονται εδώ και σχεδόν έναν αιώνα, απαιτείται ακόμη σημαντική πρόοδος προτού οι ειδικοί μπορέσουν να καθορίσουν οριστικά αν τα οφέλη στη μακροζωία που παρατηρήθηκαν στα ζώα ισχύουν και για τους ανθρώπους. Κάποιες μελέτες μας επιτρέπουν να πιστεύουμε ότι ο περιορισμός των θερμίδων και η διαλειμματική νηστεία θα βοηθήσουν να ζήσουμε περισσότερο, ενώ είναι πιθανό να υπάρχουν και βραχυπρόθεσμα οφέλη, ιδίως όσον αφορά την υγεία της καρδιάς και του μεταβολισμού. Ωστόσο, είναι επίσης πιθανό η μείωση της πρόσληψης θερμίδων να μην προσφέρει τίποτα παραπάνω από ένα αίσθημα πείνας.