Τρεις ταχύτητες αναδρομικών διαμορφώνονται για τους συνταξιούχους από τις ρήτρες του νόμου Κατρούγκαλου, που αναμένεται να κριθούν από το ΣτΕ.
Κάθε ταχύτητα ορίζει και ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα αναδρομικών, που θα μπορούσε δυνητικά να αφορά σε όλους τους συνταξιούχους είτε έχασαν μόνο τα δώρα ή είχαν και περικοπές στις συντάξεις τους. Ανάλογα με τις δικαστικές κρίσεις, τα ποσά των αναδρομικών μπορεί να αφορούν περίοδο από 10 μήνες έως και πάνω από τέσσερα χρόνια.
Οι διεκδικήσεις οριοθετούνται εντός τριών ταχυτήτων:
1. Συγκλίνουσες νομικές απόψεις καταλήγουν πως το πλέον βάσιμο χρονικό διάστημα εντός του οποίου εντοπίζεται έδαφος για τις όψιμες αξιώσεις είναι το 10μηνο Ιούνιος 2015 – Μάιος 2016. Εκεί φαίνεται ότι “ανειχνεύεται” το κυρίαρχο νομικό κενό. Πρόκειται για το διάστημα ανάμεσα στη δημοσίευση της απόφασης του ΣτΕ και την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου.Αν και πρόκειται για μικρό διάστημα, το δημοσιονομικό βάρος που απαιτεί είναι αρκετά σημαντικό. Μόνο γι’ αυτή την περίοδο, το κόστος των αναδρομικών υπολογίζεται στα 2,9 με 3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2,3 δις αφορούν σε κύριες συντάξεις και τα 600 εκατ. τις επικουρικές.
2. Η δεύτερη νομική προσέγγιση ενοποιεί τον χρόνο από τον Ιούλιο του 2015 έως τον Δεκέμβριο του 2018, επειδή οι αντισυνταγματικές περικοπές των νόμων 4501 και 4093 του 2012 συνέχιζαν να επιβάλλονται στις παλαιές συντάξεις μέχρι την “πρεμιέρα” του επανυπολογισμού τον περασμένο Γενάρη. Στο επίμαχο άρθρο 14 του νόμου Κατρούγκαλου για τον επανυπολογισμό των παλαιών συντάξεων με βάση το νέο σύστημα, υπάρχει ειδική ρήτρα που επιχειρεί να καλύψει νομικά την περίοδο μέχρι τον Δεκέμβριο του 2018. Δεν είναι καθαρό αν η συγκεκριμένη ρήτρα θα κριθεί τώρα από το ΣτΕ ώστε να φανεί το εύρος των διεκδικούμενων αναδρομικών.
3. Η τρίτη νομική προσέγγιση υποστηρίζει πως τα ποσά των αντισυνταγματικών περικοπών έχουν “ενσωματωθεί” στον υπολογισμό της προσωπικής διαφοράς και γι’ αυτό τα διεκδικούμενα αναδρομικά μπορούν να μπουν και στο 2019. Η εν λόγω προσέγγιση υποστηρίζει πως το επιπλέον ποσό που δίνεται από 1/1/2019 ως προσωπική διαφορά θα έπρεπε να προκύψει από τη σύγκριση της νέας σύνταξης με την παλαιά πριν από τις περικοπές του 2012, οι οποίες κρίθηκαν το 2015 αντισυνταγματικές. Σε κάθε περίπτωση, ο μηχανισμός με τον οποίο επανυπολογίστηκαν οι παλαιές κύριες συντάξεις μένει να κριθεί ως προς τη συνταγματικότητά του στο ΣτΕ, όπως επίσης και ο τρόπος υπολογισμού των νέων συντάξεων, πάνω στον οποίο βασίζεται ο επανυπολογισμός των παλαιών.