Η ψυχροπολεμική κλιμάκωση στο μέτωπο της Ουκρανίας είναι το πρώτο θέμα που θα πέσει στο τραπέζι της αυριανής βιντεοδιάσκεψης Μπάιντεν-Πούτιν. Οι εκπρόσωποι των προέδρων ΗΠΑ και Ρωσίας, Τζεν Ψάκι και Ντμίτρι Πεσκόφ, επιβεβαίωσαν την πραγματοποίηση της σύσκεψης αύριο Τρίτη, με τη διευκρίνιση ότι, εκτός από το Ουκρανικό, θα συζητηθεί η υλοποίηση των «εκτονωτικών» συμφωνιών που επιτεύχθηκαν μεταξύ των δύο ηγετών τον Ιούνιο στη Γενεύη.
«Ο πρόεδρος Μπάιντεν θα υπογραμμίσει (σ.σ.: στον Πούτιν) τις αμερικανικές ανησυχίες για τις ρωσικές στρατιωτικές δραστηριότητες στα σύνορα με την Ουκρανία και θα επαναλάβει την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών στην κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας», ξεκαθάρισε το βράδυ του Σαββάτου η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Τζεν Ψάκι. Η ίδια πρόσθεσε ότι τους δύο ηγέτες θα απασχολήσουν ακόμη «ζητήματα στρατηγικής σταθερότητας, του κυβερνοχώρου και περιφερειακά (σ.σ.: σίγουρα και το Ιρανικό)», ενώ στο θέμα της τήρησης των «συμφωνιών κυρίων» της Γενεύης στάθηκε περισσότερο ο Ρώσος ομόλογός της.
Βόμβα Μπλίνκεν
Το κλίμα βάρυνε πολύ μετά τον ισχυρισμό του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Αντονι Μπλίνκεν, περί αποδείξεων που έχουν στα χέρια τους οι ΗΠΑ ότι η Ρωσία έχει έτοιμα σχέδια για «μεγάλης κλίμακας» επίθεση κατά της Ουκρανίας και απομένει μόνο το τελικό ΟΚ Πούτιν. Το αν κάτι τέτοιο είναι ρεαλιστικό σενάριο ή αμερικανική υστερία, όπως αντιτείνουν οι Ρώσοι, θα φανεί το επόμενο διάστημα. Ως τότε όμως οι δύο πλευρές θα βρίσκονται με το μάτι στο σκόπευτρο.
Απαντώντας σε ερώτηση των «Financial Times» σχετικά με τις δηλώσεις Μπλίνκεν και τα δημοσιεύματα αμερικανικών ΜΜΕ περί επικείμενης εισβολής 175.000 Ρώσων στρατιωτών στην Ουκρανία στις αρχές του 2022, η ρωσική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον κινήθηκε σε οξείς τόνους: «Η Ρωσία δεν απειλεί καμία χώρα. Η ανάπτυξη ρωσικών στρατευμάτων στο έδαφός μας αποτελεί κυριαρχικό μας δικαίωμα και δεν είναι δουλειά κανενός». Στην ίδια ανακοίνωση οι διπλωμάτες της Μόσχας αντεπιτέθηκαν κατηγορώντας το ΝΑΤΟ και τα κράτη-μέλη του για συγκέντρωση στρατιωτικών δυνάμεων στα σύνορα της Ρωσίας. «Οι υστερικές εκτιμήσεις Αμερικανών αξιωματούχων περί εισβολής στην Ουκρανία αποδείχθηκαν αβάσιμες και την άνοιξη. Αυτό που πρέπει να κάνει η Ουάσιγκτον είναι να πείσει τον (σ.σ.: Ουκρανό πρόεδρο) Ζελένσκι να εφαρμόσει τις συμφωνίες του Μινσκ», κατέληξε η ρωσική ανακοίνωση.
Φόβοι
Παρ’ όλα αυτά η Ουκρανία επιμένει -βασισμένη στις πληροφορίες αμερικανικών υπηρεσιών, που αναπαρήγαγε κυρίως η «Washington Post»- ότι οι Ρώσοι έχουν αναπτύξει τεθωρακισμένα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου και 94.000 στρατιώτες κατά μήκος των συνόρων. Σύμφωνα με τον Ουκρανό υπουργό Αμυνας, Αλεξέι Ρέζνικοφ, σκοπός της Ρωσίας είναι να επιτεθεί στο τέλος Ιανουαρίου.
Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για την μεγαλύτερη συγκέντρωση ρωσικών δυνάμεων στην περιοχή μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, το 2014. Από την πλευρά τους οι Ρώσοι αντιτείνουν πως οι Ουκρανοί έχουν παρατάξει 125.000 στρατό στην άλλη πλευρά των συνόρων, κάτι που το Κίεβο απέφυγε να σχολιάσει.
Παρά την ένταση Ρωσίας-ΝΑΤΟ λόγω της ενίσχυσης των ατλαντικών δυνάμεων σε Πολωνία, βαλτικές χώρες και Μαύρη Θάλασσα, στο Κίεβο δεν έχει προγραμματιστεί έκτακτη σύγκληση του Κοινοβουλίου, ούτε έχουν κληθεί στα όπλα οι έφεδροι αξιωματικοί. «Μήπως η Ουάσιγκτον θέλει απλώς να παρακινήσει τους Ευρωπαίους συμμάχους να επενδύσουν σε νέους εξοπλισμούς, διασφαλίζοντας επικερδή συμβόλαια και για την αμερικανική πολεμική βιομηχανία;» διερωτάται η Deutsche Welle. Aπό την άλλη πλευρά, η γερμανική υπηρεσία επισημαίνει ότι στην ουκρανική πλευρά των συνόρων έχουν παραταχθεί περίπου 209.000 στρατιώτες και άνδρες της Εθνοφυλακής, υποστηριζόμενοι εμμέσως από το ΝΑΤΟ με οπλισμό και συμβουλευτικές υπηρεσίες και ενέργειες αποτροπής κυβερνοεπιθέσεων.
Στην πραγματικότητα, μάλλον φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη. Αφενός ο Πούτιν ανησυχεί ότι η συνεχής υποστήριξη του ΝΑΤΟ και της Δύσης ίσως ενθαρρύνει την Ουκρανία να αναλάβει δράση για την ανάκτηση των φιλορωσικών περιφερειών του Λουχάνσκ και του Ντονέτσκ. Αφετέρου ο Μπλίνκεν δεν έκρυψε ότι φοβάται μια επανάληψη του σεναρίου της Κριμαίας το 2014 – ίσως και της Γεωργίας το 2008, όταν η Μόσχα προσάρτησε ουσιαστικά Αμπχαζία και Νότια Οσετία. Ισως οι Μπάιντεν-Πούτιν βάλουν τα πράγματα στη θέση τους