Ο λόγος για πινακίδα στην Εγνατία η οποία είχε αναφορά στην εμβληματική προσωπικότητα της Ελληνικής Επανάστασης. Η πινακίδα εμφάνιζε τα χρόνια που έζησε από το 1771 έως το 1826 και στην συνέχεια παρέθεσε βιογραφικό το οποίο ωστόσο δεν αντιστοιχούσε σε αυτόν μιας και τον εμφάνιζε να έχει διατελέσει δύο φορές πρωθυπουργός της χώρας και τελικά να εκτελείται το 1922 αμέσως μετά την Μικρασιατική Καταστροφή.
Ποιος ήταν ο Παλαιών Πατρών Γερμανός
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός γεννήθηκε στη Δημητσάνα Αρκαδίας στις 25 Μαρτίου 1771 και πέθανε στο Ναύπλιο στις 30 Μαΐου 1826. Ήταν Έλληνας ιεράρχης, μητροπολίτης Παλαιών Πατρών και ένας από τους πρωταγωνιστές ιεράρχες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 με διπλωματική και πολιτική δράση.
Οι γονείς του ήταν φτωχοί και άσημοι, ώστε δεν είναι με ακρίβεια γνωστό το επώνυμο του πατέρα του, αφού σε διάφορες βιογραφίες έχει εμφανιστεί ως Κοτζάς, ή Κοντζιάς, ή Κόζιας, ή Γκόζιας, ή Κοζής, ενώ ο ίδιος ο πατέρας του υπέγραφε ενίοτε και ως Ιωάννης Δημητρίου. Είχε έναν αδελφό και τέσσερις αδελφές. Η πατρική του οικία ήταν στη θέση Κάστρο της Δημητσάνας, λέγεται δε ότι όταν ο Κολοκοτρώνης επισκέφθηκε την Δημητσάνα κατά την εποχή του Όθωνα, επισκέφθηκε και το σπίτι του Γερμανού και ασπάσθηκε την εξώπορτα σε ένδειξη σεβασμού.
Στις αρχές του 1806 επί πατριαρχίας του Γρηγορίου, χειροτονήθηκε επίσκοπος και εκλέχθηκε μητροπολίτης Παλαιών Πατρών όπου και ανέλαβε καθήκοντα (ενθρόνιση) τον Μάιο του ίδιου έτους με ιδιαίτερη εντολή να καθησυχάσει τα πνεύματα των εκεί Χριστιανών σε μια προσπάθεια αναμόρφωσης, μετά τους τρομερούς πατριαρχικούς αφορισμούς κατά των Κλεφτών που είχαν επιδράσει δυσμενώς.
Το Νοέμβριο του 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Φιλικό Αντώνιο Πελοπίδα. Ο Γερμανός συνέστησε τον Πελοπίδα στους Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λόντο οι οποίοι επίσης μυήθηκαν στην Φιλική Εταιρεία, ενώ ο ίδιος μύησε διάφορους ιερωμένους και οπλαρχηγούς.
Πρωτοστάτησε στη δημιουργία μιας πολιτικής οργάνωσης και τη συγκέντρωση χρημάτων για την προετοιμασία της επανάστασης. Οι μυστικές αυτές κινήσεις γίνονταν υπό τον συνθηματικό τίτλο της «ίδρυσης επιστημονικής σχολής» και έτσι αναφέρονταν στην αλληλογραφία.
Στις 25 και κατ’ άλλους στις 26 Μαρτίου, και συνεχιζόμενης της πολιορκίας του κάστρου όπου είχαν εγκλειστεί οι Τούρκοι, ο Γερμανός κήρυξε την Επανάσταση και είχε μια συνάντηση με τους ξένους πρόξενους. Ως πρόεδρος της επαναστατικής Αρχής της Αχαΐας, του λεγόμενου Αχαϊκού Διευθυντηρίου επέδωσε επαναστατικό μανιφέστο με ημερομηνία 26 Μαρτίου 1821.
Στο μανιφέστο εκείνο, αφού τόνιζε ότι «αποφασίσαμεν σταθερώς ή ν’ αποθάνωμεν όλοι, ή να ελευθερωθόμεν», καλούσε τους προξένους, ώστε οι χώρες τους «να παρέχουν την εύνοια και την προστασία τους».
Κατά μια άλλη πηγή, στις 26 Μαρτίου, και ενώ πρακτικά δεν υπήρχε άλλη κεντρική Αρχή των επαναστατών, ο Γερμανός, μαζί με τον επίσκοπο Καλαβρύτων Προκόπιο και τους Ανδρέα Ζαΐμη, Ανδρέα Λόντο και Μπενιζέλο Ρούφο επέδωσε στους ξένους διπλωμάτες των Πατρών την ακόλουθη διακήρυξη:
«Ημείς, το Ελληνικόν Έθνος των Χριστιανών, βλέποντες ότι μας καταφρονεί το οθωμανικόν γένος και σκοπεύει τον όλεθρον εναντίον μας, … απεφασίσαμεν σταθερώς ή να αποθάνωμεν όλοι ή να ελευθερωθώμεν. Και τούτου ένεκα, βαστούμε τα όπλα εις χείρας, ζητούντες τα δικαιώματά μας. Όντες λοιπόν βέβαιοι ότι όλα τα Χριστιανικά Βασίλεια γνωρίζουν τα δίκαιά μας και όχι μόνον δεν θέλουν μας εναντιωθή, αλλά και θέλουν μας συνδράμει, και ότι έχουν εις μνήμην ότι οι ένδοξοι πρόγονοί μας εφάνησαν ποτέ ωφέλιμοι εις την ανθρωπότητα, διά τούτο ειδοποιούμεν την Εκλαμπρότητά σας και σας παρακαλούμεν να προσπαθήσετε να είμεθα υπό την εύνοιαν και προστασίαν του υμετέρου μεγάλου κράτους. 1821 Μαρτίου 26».
Τον Απρίλιο του 1826 εκλέχθηκε μέλος της Γ΄ Εθνοσυνέλευσης στην Επίδαυρο όπου και ανέλαβε τη διεύθυνση των εργασιών της, εκλεγείς και μέλος της επί των Εσωτερικών επιτροπής. Λίγο αργότερα όμως προσβλήθηκε από εξανθηματικό τύφο, που είχε καταστεί τότε ενδημικός στο Ναύπλιο, όπου και πέθανε στις 30 Μαΐου του 1826. Η κηδεία του έγινε στο Ναύπλιο με κάθε μεγαλοπρέπεια και αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Δημητσάνα. Την τελετή της κήδευσης του Γερμανού περιγράφει ο φιλέλληνας F.R. Schack. Έγινε στο Ναό του Αγ. Γεωργίου, και ένας αρχιμανδρίτης εκφώνησε επικήδειο λόγο με το ιστορικό της ζωής του αποθανόντος. Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι ο Γερμανός ήταν ο πρώτος που σήκωσε τη σημαία του σταυρού στα Καλάβρυτα.
ΕΙΠΑΜΕ:
ΕΧΟΥΜΕ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΓΕΝΙΕΣ ΑΝΙΣΤΟΡΗΤΩΝ ΔΙΠΟΔΩΝ ΠΟΥ ΑΠΛΑ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΤΟΠΟ