Η απόφαση της Τουρκίας να κατασκευάσει τρίτο πυρηνικό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη Θράκη δεν είναι τυχαία. Η Τουρκία έχει ανάγκη από ενέργεια για να υποστηρίξει τους ρυθμούς ανάπτυξης της και να καταστεί περιφερειακή υπερδύναμη. Οι ηγεμονικοί σχεδιασμοί της Τουρκίας για το εγγύτατο μέλλον απαιτούν πρώτα από όλα ενεργειακή επάρκεια.
Οι στρατηγικές επιλογές της Τουρκίας
Η επιλογή της Θράκης ως τοποθεσίας για το τρίτο πυρηνικό σταθμό δεν είναι καθοδηγείται αθώα από τις ενεργειακές ελλείψεις της Τουρκίας και τον χάρτη της ενεργειακής ζήτησης. Δύο από τα τρία σημεία που έχουν επιλεγεί να φιλοξενήσουν τις πυρηνικές υποδομές της Τουρκίας εφάπτονται στις οριογραμμές με τον Ελληνισμό. Αυτό το γεγονός έχει σημαντικές συνέπειες για την περιοχή και τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών.
Το Ακουγιού στις νότιες ακτές της Μεσογείου, ακριβώς απέναντι από την Κύπρο, και το Κιρκαρελί στη Θράκη, λίγα χιλιόμετρα από τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Μετά τη στρατιωτική και διπλωματική περικύκλωση του ελληνικού χώρου, την οποία μεθοδεύει αργά, σταθερά και με επιτυχία, η Τουρκία εφαρμόζει, όχι τυχαία, επί του πεδίου και την πυρηνική περικύκλωση της χώρας
Η κατασκευή του πυρηνικού σταθμού στο Ακουγιου έχει ανατεθεί στη Ρωσία, γεγονός που εντείνει τα ήδη υπάρχοντα αντιρωσικά αισθήματα στη Δύση. Παράλληλα, η προγραμματισμένη ανέγερση ενός άλλου πυρηνικού σταθμού στην περιοχή Κιρκαρελί φαίνεται ότι θα παραχωρηθεί στην Κίνα, προκαλώντας εκ νέου ανησυχίες και καχυποψία στους δυτικούς κύκλους.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ανεξαρτήτως πολιτικής κατεύθυνσης (Δημοκρατικοί ή Ρεπουμπλικάνοι), θεωρούν τη Ρωσία και την Κίνα ως τους κύριους γεωπολιτικούς ανταγωνιστές τους. Σε αυτό το πλαίσιο, η Τουρκία φαίνεται να κινείται με στρατηγική ευελιξία, εκμεταλλευόμενη τις σχέσεις της με αυτές τις χώρες, ενώ ταυτόχρονα δοκιμάζει τα όρια του δυτικού συστήματος ασφάλειας.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, η Αγκυρα βρίσκεται κοντά σε οριστικοποίηση της συμφωνίας με την Κίνα για την κατασκευή του τρίτου πυρηνικού εργοστασίου στην επαρχία Κιρκαρελί στην Ανατολική Θράκη, μετά το Ακουγιού, μια ανάσα από την Κύπρο, και του έτερου εργοστασίου στη Σινώπη της Μαύρης Θάλασσας.
Τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης συχνά προβάλλουν με ενθουσιασμό το φιλόδοξο πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας, το οποίο αναπτύσσεται με τη σιωπηλή αποδοχή της Δύσης. Αυτό το πρόγραμμα φαίνεται να οδηγεί, με βεβαιότητα, στην απόκτηση πυρηνικών όπλων σε ένα σχετικά κοντινό μέλλον. Η στρατηγική συνεργασία της Τουρκίας με το Ιράν για την ηγεμονία στον μουσουλμανικό κόσμο δεν αφήνει περιθώρια στην Άγκυρα να μην ακολουθήσει μια παρόμοια πορεία, όπως αυτή του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ Άγκυρας και Τεχεράνης έχει γίνει ιδιαίτερα εμφανής πρόσφατα, ειδικά μετά από τις απροσδόκητα επιθετικές δηλώσεις του Τούρκου προέδρου Ρ. Τ. Ερντογάν κατά του Ισραήλ. Η Τουρκία δεν έχει τη δυνατότητα να εισβάλει στο Ισραήλ ούτε καν να το σκεφτεί, καθώς οι συνέπειες θα ήταν καταστροφικές. Παρ’ όλα αυτά, ο Ερντογάν εξέφρασε δημόσια τις θέσεις του, δείχνοντας την αποφασιστικότητα της Τουρκίας να διεκδικήσει έναν πιο ισχυρό ρόλο στην περιοχή.
Η εξέλιξη με την ανάθεση της κατασκευής στην Κίνα πυρηνικού σταθμού στην Ανατολική Θράκη αναμένεται να προκαλέσει νέα ένταση στις σχέσεις Τουρκίας – ΗΠΑ, με δεδομένο ότι βρίσκονται σε εφαρμογή κυρώσεις στην Τουρκία για τη συνεργασία με τη Μόσχα. Πολλές τουρκικές επιχειρήσεις υποφέρουν από τα μέτρα που επιβλήθηκαν και από τις ποινές της Ουάσινγκτον, με την κατηγορία ότι βοηθούν τη Ρωσία να παρακάμψει τις προς αυτήν κυρώσεις, και επομένως βοηθώντας τη Μόσχα στον αντιδυτικό πόλεμο κατά της Ουκρανίας.
Στο περιβάλλον αυτό, η Αθήνα βοηθά βλακωδώς την εξομάλυνση των σχέσεων Δύσης – Τουρκίας. Ακόμη και η απόφαση για τα F-16, την οποία η κυβέρνηση Μπάιντεν συνέδεσε με το οριστικό πράσινο φως για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, κατέστη δυνατή με την «ευγενική» μεσολάβηση της Αθήνας. Η απάντηση ήρθε λίγους μήνες αργότερα, στην Κάσο. Και όποιος καταλαβαίνει μπορεί να αντιληφθεί την παιδαριώδη συγκρότηση της κυβερνητικής εξωτερικής πολιτικής.
Η Αγκυρα αυξάνει την… τάση στο επεκτατικό δόγμα της
Σύµφωνα µε τουρκικά δηµοσιεύµατα, οι συνοµιλίες Αγκυρας – Πεκίνου, προκειµένου να κατασκευαστεί ο τρίτος πυρηνικός σταθµός στη χώρα, στην Ανατολική Θράκη, έχουν σηµειώσει µεγάλη πρόοδο, ενώ σε εξέλιξη βρίσκονται οι συζητήσεις µε τη Ρωσία για την κατασκευή ενός ακόµα πυρηνικού σταθµού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε τοποθεσία που δεν έχει αποκαλυφθεί.
«Εχουµε φτάσει σε ένα πολύ κρίσιµο σηµείο στις συζητήσεις µας µε την Κίνα, πρέπει να τις οριστικοποιήσουµε» ανέφερε πρόσφατα ο Τούρκος υπουργός Ενέργειας, σηµειώνοντας ότι ανώτεροι αξιωµατούχοι της κινεζικής κυβέρνησης έχουν επισκεφθεί δεκάδες φορές την περιοχή στην Ανατολική Θράκη και κατόπτευσαν τις τοποθεσίες όπου σχεδιάζεται η κατασκευή, γράφει ο τουρκικός Τύπος. «∆εν νοµίζω ότι έχουµε µεγάλες διαφορές. Μπορούµε να συνάψουµε σύντοµα συµφωνία για το πρόγραµµα πυρηνικής ενέργειας» δήλωσε ο Αλπαρσλάν Μπαϊρακτάρ. Το λεγόµενο «πρόγραµµα πυρηνικής ενέργειας» δεν είναι τίποτε άλλο από το πρώτο βήµα για τον µετασχηµατισµό του σε πυρηνική αιχµή του τουρκικού επεκτατικού δόγµατος.
Στην Ανατολική Θράκη βρέθηκαν πρόσφατα για να επιθεωρήσουν την περιοχή κορυφαίοι αξιωµατούχοι του κινεζικού εθνικού φορέα ενέργειας National Energy Administration σε συνεργασία µε την εταιρία State Power Investment Corporation.
Η Ρωσία κατασκευάζει ήδη τον πρώτο πυρηνικό σταθµό της χώρας στο Ακουγιου, στη νότια επαρχία της Μερσίνης. Ο σταθµός, που θα διαθέτει τέσσερις αντιδραστήρες, όταν ολοκληρωθεί θα έχει δυνατότητα παραγωγής ενέργειας 4,800MW και η ετήσια παραγωγή του θα καλύπτει το 10% της εθνικής κατανάλωσης. Παράλληλα, η Αγκυρα προωθεί και το πρόγραµµα για τις Ανανεώσιµες Πηγές Ενέργειες (ΑΠΕ) της χώρας. Σχεδιάζει να εξασφαλίσει έως το 2035 42.000MW από ηλιακή, 18.000MW από αιολική και 5.000MW από υπεράκτιους αιολικούς σταθµούς.
Σύµφωνα µε στοιχεία που έχουν δηµοσιοποιηθεί, το 55% των τουρκικών δυνατοτήτων προέρχεται από ΑΠΕ και η χώρα φιλοδοξεί να αυξήσει το ποσοστό αυτό σε 65% έως το 2035. Ο «αιώνας της Τουρκίας», όπως τον έχει χαρακτηρίσει ο Τ. Ερντογάν, είναι εδώ και στον πυρηνικό τοµέα. Και είναι πολύ επικίνδυνος για τη χώρα µας. Οταν αυτό συµβεί (που θα συµβεί…), η Ελλάδα δεν θα έχει κανένα περιθώριο άσκησης εθνικής κυριαρχίας, όπως την εννοεί το πολιτικό σύστηµα της χώρας.
Με πληροφορίες: Εφημερίδα «Δημοκρατία»