Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) έχει τη δυνατότητα να αποστέλλει ειδοποιήσεις σε φορολογούμενους και επιχειρήσεις ακόμα και πριν από την υποβολή της φορολογικής δήλωσης.
Σε περιπτώσεις όπως η μη έγκαιρη υποβολή φορολογικής δήλωσης ή η ύπαρξη ενδείξεων φοροδιαφυγής, η Εφορία μπορεί να εκδίδει εκκαθαριστικά σημειώματα με εκτιμώμενο ή ενδιάμεσο φόρο.
Αν ένας φορολογούμενος δεν υποβάλει τη δήλωσή του εμπρόθεσμα, η ΑΑΔΕ μπορεί να προσδιορίσει το φόρο εκτιμητικά, βασιζόμενη σε διαθέσιμα στοιχεία που αφορούν το επίπεδο διαβίωσης, την επαγγελματική ή επιχειρηματική του δραστηριότητα και τα οικονομικά δεδομένα παρόμοιων επιχειρήσεων. Εάν ο φορολογούμενος υποβάλει δήλωση εκπρόθεσμα, η εκτιμώμενη πράξη ακυρώνεται, ωστόσο θα επιβαρυνθεί με πρόστιμα και προσαυξήσεις. Η προθεσμία για την υποβολή των φετινών δηλώσεων ξεκινά στις 17 Μαρτίου και ολοκληρώνεται στις 15 Ιουλίου.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να προσδιορίσει φόρο ακόμα και πριν από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής δήλωσης. Αυτό ισχύει όταν η δραστηριότητα του φορολογούμενου είναι εποχική, όταν η επιχείρηση έχει ιδρυθεί την τελευταία τριετία και υπάρχουν ενδείξεις φοροδιαφυγής, όπως η μη υποβολή δηλώσεων, ή όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο φορολογούμενος σκοπεύει να εγκαταλείψει τη χώρα. Στις περιπτώσεις αυτές, ο ενδιάμεσος προσδιορισμός φόρου συνοδεύεται από εντολή ελέγχου, με βάση την οποία εκδίδεται διορθωτικός προσδιορισμός φόρου εντός ενός έτους.
Ο φορολογούμενος έχει δικαίωμα να προσφύγει απευθείας στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο κατά της πράξης ενδιάμεσου προσδιορισμού φόρου, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη προσφυγή στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών.
Για την εξόφληση της οφειλής, μπορεί είτε να την καταβάλει εφάπαξ είτε να εξασφαλίσει την πληρωμή της παρέχοντας εγγύηση ή αποδεχόμενος την εγγραφή βάρους στην περιουσία του υπέρ της Φορολογικής Διοίκησης. Η εγγύηση και η εγγραφή βάρους παραμένουν σε ισχύ μέχρι την πλήρη εξόφληση του ποσού.