Η έλλειψη ύπνου μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα του εγκεφάλου να καταστείλει τις ανεπιθύμητες αναμνήσεις και τις ενοχλητικές σκέψεις, διαπιστώνει νέα μελέτη. Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Γιορκ σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας, διαπίστωσαν πως η έλλειψη ύπνου παρεμβαίνει στην ικανότητα της προμετωπιαίας περιοχής του εγκεφάλου να περιορίζει την ανάκτηση αναμνήσεων που διαφορετικά θα είχε καταστείλει.
H μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Proceedings of the National Academy of Sciences» αναδεικνύει τη σύνδεση μεταξύ της έλλειψης ύπνου και της μειωμένης ικανότητας καταστολής των ενοχλητικών σκέψεων και αναμνήσεων. Συγκεκριμένα, η μελέτη έδειξε ότι οι συμμετέχοντες που είχαν έλλειψη ύπνου δυσκολεύονταν να ελέγξουν τις ανεπιθύμητες σκέψεις, σε σχέση με όσους είχαν ξεκουραστεί επαρκώς.
Στη μελέτη, οι συμμετέχοντες που κοιμήθηκαν επαρκώς παρουσίασαν μεγαλύτερη ενεργοποίηση στον δεξιό ραχιαίο προμετωπιαίο φλοιό από εκείνους που έμειναν ξύπνιοι όλη τη νύχτα. Ο δεξιός ραχιαίος προμετωπιαίος φλοιός είναι μια περιοχή του εγκεφάλου που ελέγχει τις σκέψεις, τις πράξεις και τα συναισθήματα. Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι ο επαρκής ύπνος μπορεί να βοηθήσει τα άτομα να καταστείλουν αποτελεσματικότερα τις αρνητικές σκέψεις ή αναμνήσεις.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης πως τα άτομα που κοιμήθηκαν επαρκώς παρουσίασαν αυξημένη ικανότητα ενεργοποίησης του δεξιού ραχιαίου προμετωπιαίου φλοιού κατά τη διάρκεια της άσκησης καταστολής της μνήμης. Αυτό υποδηλώνει έναν πιθανό ρόλο του ύπνου REM στην αποκατάσταση εγκεφαλικών μηχανισμών που μπορούν να βοηθήσουν στην αποτροπή της ανάκλησης ανεπιθύμητων αναμνήσεων.
«Αυτό είναι πολύ σημαντικό για την κατανόηση των θεμάτων ψυχικής υγείας καθώς είναι καλά τεκμηριωμένο ότι όσοι πάσχουν από άγχος, κατάθλιψη ή μετατραυματικό στρες, αντιμετωπίζουν προβλήματα με τον ύπνο τους» εξήγησε ο επικεφαλής της μελέτης Δρ. Σκοτ Κέρνεϊ από το Πανεπιστήμιο του Γιόρκ.
«Τώρα που έχουμε καλύτερη κατανόηση των μηχανισμών του εγκεφάλου που μπορούν να μας βοηθήσουν να περιορίσουμε τις αρνητικές αναμνήσεις και σκέψεις, μπορούμε ίσως να εργαστούμε σε πιο στοχευμένες και συμπεριφορικές θεραπείες που βοηθούν στη βελτίωση του ύπνου και ως αποτέλεσμα υποστηρίζουν τον εγκέφαλο να κάνει αυτό που έχει τόσο έξυπνα προσαρμοστεί να κάνει, επιτρέποντάς μας να ζήσουμε πνευματικά εύρυθμες ζωές» κατέληξε ο ερευνητής.