Το διασημότερο και πιο αγαπημένο ελαφάκι του πλανήτη (τάρανδος για να είμαστε ακριβείς) είναι αναμφισβήτητα ο Ρούντολφ με την κόκκινη μύτη, ο πρώτος από τους εννιά ταράνδους που σέρνουν το έλκηθρο του Άη Βασίλη, πρωταγωνιστής ενός από τα διασημότερα χριστουγεννιάτικα τραγούδια, που έχει μεταφραστεί σε πάμπολλες γλώσσες κι έχει τραγουδηθεί από τα χείλη των περισσοτέρων.
Ποια είναι όμως η πραγματική ιστορία του Ρούντολφ;
Όλα ξεκίνησαν το 1939 μ’ έναν εβραϊκής καταγωγής κειμενογράφο στο Σικάγο ονόματι Ρόμπερτ Μέι, που εργαζόταν στην αλυσίδα πολυκαταστημάτων Montgomery Ward. Προκειμένου να αυξήσει τις πωλήσεις της η εταιρεία αγόραζε και μοίραζε δωρεάν στους πελάτες της βιβλία με εικονογραφημένες χριστουγεννιάτικες ιστορίες. Εκείνη τη χρονιά, ωστόσο, αποφάσισαν να κυκλοφορήσουν ένα δικό τους βιβλίο κι ανέθεσαν στον Μέι να γράψει μια ιστορία με πρωταγωνιστή ένα ζώο, που έμελλε να είναι ο Ρούντολφ (ο οποίος μάλλον είναι γένους θηλυκού, σύμφωνα με ειδικούς του Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου).
Ωστόσο, η ζωή του Ρόμπερτ Μέι θα έπαιρνε μια απρόσμενα τραγική τροπή. Την ίδια εκείνη χρονιά η γυναίκα του διαγνώστηκε με καρκίνο και όταν έσβησε λίγους μήνες αργότερα, ο κειμενογράφος έμεινε μόνος του να φροντίσει για την τετράχρονη κορούλα τους, τη Μπάρμπαρα. Ο εργοδότης του του συνέστησε να παρατήσει το βιβλίο και να επιστρέψει στα προηγούμενα καθήκοντά του – να γράφει στιχάκια κτλ για παιδιά – , προκειμένου να βρίσκεται περισσότερο χρόνο κοντά στην κόρη του, αλλά ο Μέι αρνήθηκε. «Εκείνη την περίοδο χρειαζόμουν τον Ρούντολφ περισσότερο από ποτέ», έγραψε χρόνια αργότερα.
Βλέποντας την αγάπη που έδειχνε η κόρη του στους ταράνδους, όποτε επισκέπτονταν τον ζωολογικό κήπο Lincoln, επινόησε ως πρωταγωνιστικό χαρακτήρα του βιβλίου του έναν μικρό τάρανδο με μια κόκκινη, φωτεινή μύτη. Σκέφτηκε ότι το δημιούργημά του αυτό θα μπορούσε να γίνει για τον ίδιο και τη μικρή Μπάρμπαρα, αλλά και για τα παιδιά όλου του κόσμου, ένα σύμβολο ελπίδας για ένα πιο φωτεινό μέλλον. Κι είχε δίκιο. Όταν κυκλοφόρησε ο Ρούντολφ το Ελαφάκι (Rudolph the Red-Nosed Reindeer) τα Χριστούγεννα του 1939 έγινε αμέσως επιτυχία.
Η Montgomery Ward μοίρασε 2,4 εκατ. αντίτυπα και σταμάτησε την έκδοση του βιβλίου μόνον επειδή επιβλήθηκαν περιορισμοί στη χρήση χαρτιού λόγω του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Όταν ξανάρχισε την έκδοσή του το 1946, ο Ρούντολφ ήταν ακόμη δημοφιλέστερος.
Παρά την τεράστια επιτυχία του βιβλίου το μόνο που αποκόμισε αρχικά ο Μέι ήταν ο μισθός του, αλλά το 1947 ο επικεφαλής της εταρείας Σιούελ Έιβερι, επηρεασμένος πιθανώς από το πνεύμα των Χριστουγέννων, παραχώρησε – για πρώτη φορά στην ιστορία της Montgomery Ward – τα συγγραφικά δικαιώματα του Ρούντολφ.
Πώς ο Ρούντολφ έγινε hit
Η ιστορία του Ρούντολφ έμελλε να λάβει ακόμη μεγαλύτερη ώθηση όταν ένας τραγουδοποιός και ραδιοφωνικός παραγωγός ονόματι Τζόνι Μαρκς παντρεύτηκε την αδελφή του Μέι, Μάργκαρετ την ίδια εκείνη χρονιά. Γεννημένος σε κοσμική οικογένεια με εβραϊκές ρίζες στις 10 Νοεμβρίου του 1909 ο παρασημοφορημένος βετεράνος του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου είχε αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο Colgate και σπούδασε μουσική στο Columbia και το Παρίσι. Είχε αρχίσει, όμως, πολύ νωρίτερα να γράφει τραγούδια, από την ηλικία των 13 ετών.
Ο Μαρκς είχε μάθει την ιστορία του Ρούντοφ όταν πρωτοκυκλοφόρησε το 1939 κι άρχισε να γράφει προσχέδια στίχων σ’ ένα τετράδιο. Τη χρονιά που παντρεύτηκε την αδελφή του Μέι άρχισε να συνθέτει και τη μουσική και σύντομα κατάλαβε ότι το τραγούδι είχε όλα τα φόντα για να σημειώσει τεράστια επιτυχία. Ζήτησε από τον Τζιν Ότρι (διάσημο τότε στις ΗΠΑ ηθοποιό, τραγουδιστή και τραγουδοποιό γνωστό ως The Singing Cowboy ) να το ερμηνεύσει και μολονότι σ’ εκείνον δεν άρεσε, τον έπεισε η γυναίκα του και τελικά δέχθηκε με αποτέλεσμα ο “Rudolph the Red-Nosed Reindeer” να γίνει το δεύτερο εμπορικότερο χριστουγεννιάτικο τραγούδι όλων των εποχών πίσω από το “White Christmas” του Bing Crosby.
Μέχρι το θάνατό του σε ηλικία 71 ετών το 1976 ο Ρόμπερτ Μέι έβγαλε πολλά χρήματα από τα δικαιώματα της ιστορίας του Ρούντολφ, αρκετά για να ξοφλήσει τα χρέη του και να μπορέσουν τα παιδιά του να σπουδάσουν. Αλλά το σημαντικότερο κέρδος για εκείνον, όπως είχε πει κάποτε, ήταν ότι έδωσε στα παιδιά όλου του κόσμου ένα πολύτιμο μάθημα ζωής, μια «ιστορία αποδοχής» με το ηθικό δίδαγμα ότι «η ανεκτικότητα και η επιμονή μπορούν να ξεπεράσουν όλες τις δυσκολίες». 80 χρόνια μετά την κυκλοφορία του βιβλίου η ιστορία του Ρούντολφ εξακολουθεί να εμπνέει. «Τον Ρούντολφ τον κορόιδευαν για την κόκκινη μύτη του, αλλά εκείνος δεν το έβαλε κάτω», είχε πει η Μπάρμπαρα Μέι Λιούις, η κόρη του συγγραφέα, σε παλαιότερη συνέντευξή της στο Time. «Δεν άφησε την διαφορετικότητά του να τον συνθλίψει, ούτε να τον εμποδίσει να λάμψει όταν ήρθε η κατάλληλη στιγμή…»