Ρωτώντας πας για πνίξιμο. Έτσι βυθίστηκε το Υ/Π Κατσώνης

Κοινοποίηση:
2_1

Το υποβρύχιο «Κατσώνης» ήταν ένας «σκυλοπνίχτης». Μια απάτη των προμηθευτών του ελληνικού δημοσίου. Ήταν παθημένο από τη μάνα του.
Μετα την διαφυγή του στόλου στην Αφρική συζητήθηκε ο παροπλισμός του αλλά τελικά επικράτησε η άποψη της «ελληνικής» επισκευής, από τους μηχανικούς του πλωτού συνεργείου «Ήφαιστος». (Που παράγγελλαν ανταλλακτικά στα μηχανουργία του Πορτ Σουδάν). Μετά την αποπεράτωση των επισκευών του, το ΚΑΤΣΩΝΗΣ με κυβερνήτη τον Λάσκο, πραγματοποίησε μια σειρά εκπαιδευτικών πλόων στην περιοχή του Πορτ-Σάιντ και την 28η Ιανουαρίου 1943 αναχώρησε με προορισμό την Βηρυτό στην οποία είχε εγκατασταθεί η βάση των ελληνικών υποβρυχίων.

Στις 5ης Σεπτεμβρίου 1943, τρεις ημέρες πριν την συνθηκολόγηση της Ιταλίας, το ΚΑΤΣΩΝΗΣ απέπλευσε από την βάση υποβρυχίων της Βηρυτού για να αποβιβάσει στην Εύβοια , τον συνταγματάρχη Φραδέλο, που είχε μυστική αποστολή, και στην συνέχεια να κάνει επιθετική πολεμική περιπολία στο βορειοδυτικό Αιγαίο.
Δίπλα στον Λάσκο είχε τοποθετηθεί Εγγλέζος «σύνδεσμος».
Κατά το ταξίδι, παρουσιάστηκε βλάβη του αριστερού ηλεκτρικού κινητήρα, που τέθηκε εκτός λειτουργίας λόγω κακής μόνωσης. Επηρεάστηκε σοβαρά η ταχύτητα του πλοίου , που πέρασε με καθυστέρηση 24 ωρών, το στενό της Ικαρίας, το βράδυ της 10ης Σεπτεμβρίου. Φτάνοντας το πρωί της 12ης Σεπτεμβρίου στις νοτιοανατολικές ακτές της Εύβοιας παρέμεινε όλη την ημέρα εν καταδύσει κατοπτεύοντας για το ακριβές σημείο που θα αποβιβάζονταν ο συνταγματάρχης.
Στις 21:00 της 12ης Σεπτεμβρίου ο ΚΑΤΣΩΝΗΣ αναδύθηκε και με τον ένα του μόνο κινητήρα πλησίασε στην ακτή και αποβίβασε με ελαστική βάρκα τον συνταγματάρχη Φραδέλο. Στην συνέχεια το Υ/Π ΚΑΤΣΩΝΗΣ έπλευσε προς την Σκύρο, και συνάντησε δυο μικρά ιστιοφόρα τα οποία τα σταμάτησε για να συλλέξει πληροφορίες.] Από τα πληρώματα των πλοίων πληροφορήθηκε ότι στον όρμο της Σκιάθου ελλιμενίζονταν ένα γερμανικό ναρκαλιευτικό, και ότι από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης αναμενόταν να αποπλεύσει εντός το επιταγμένο γαλλικό «SINFRA».
Στην συνέχεια, το Υ/Π ΚΑΤΣΩΝΗΣ έπλευσε προς την Σκύρο, και συνάντησε δυο μικρά ιστιοφόρα τα οποία τα σταμάτησε για να συλλέξει πληροφορίες. Από τα πληρώματα των πλοίων, πληροφορήθηκε ότι στον όρμο της Σκιάθου ελλιμενίζονταν ένα γερμανικό ναρκαλιευτικό, και ότι από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης αναμενόταν να αποπλεύσει το επιταγμένο γαλλικό «SINFRA». Ο Λάσκος, σε συνεννόηση με τον Άγγλο σύνδεσμο χάραξε πορεία προς το στενό της Σκιάθου κατευθυνόμενος στην περιοχή που περίμενε να περάσει το «SINFRA».
Στις 04:30 της 14ης Σεπτεμβρίου, ενώ το υποβρύχιο βρισκόταν στο βόρειο ακρωτήριο της Σκιάθου, έλαβε σήμα το οποίο διάταξε τον Λάσκο, να κατευθυνθεί προς την Ικαρία, με σκοπό να επέμβει σε περίπτωση αποστολής γερμανικών ενισχύσεων προς την Σάμο.

Ο κυβερνήτης του υποβρυχίου, Βασίλης Λάσκος, με επιμονή του Άγγλου συνδέσμου αποφάσισε να μην χάσει την ευκαιρία να βυθίσει το «SINFRA» και παρέμεινε εν καταδύσει στην περιοχή, περιμένοντας, και αποφάσισε να κατευθυνθεί προς την Iκαρία την νύχτα εν αναδύσει.
Όλη την ημέρα της 14ης Σεπτεμβρίου το Υ/Π ΚΑΤΣΩΝΗΣ παρέμεινε σε περισκοπικό βάθος. Το μεσημέρι εντόπισε με το περισκόπιο δυο επιπλέουσες νάρκες τις οποίες απέφυγε. Στις 18.00 πέρασε ένα μικρό ιστιοφόρο, τεσσάρων περίπου τόνων, και ο Λάσκος αναδύθηκε, μίλησε επικοινώνησε μαζί του και έλαβε την πληροφορία ότι ο καπνός που διακρινόταν στο βάθος του ορίζοντα, προερχόταν από μεγάλο ατμόπλοιο ερχόμενο από την Θεσσαλονίκη.
Ο κυβερνήτης Λάσκος και ο Εγγλέζος σύνδεσμος εκτίμησαν ότι επρόκειτο για το «SINFRA», οπότε καταδύθηκαν και χάραξαν πορεία προς την κατεύθυνση που τους υπέδειξε ο καπετάνιος του ιστιοφόρου .Κατά την κατάδυση παρουσιάστηκε βλάβη και στον δεξιό ηλεκτρικό κινητήρα του πλοίου η οποία επισκευάστηκε πρόχειρα.
Στις 19:00 διατάχθηκε ανάδυση. Η ομοχειρία του πυροβόλου πήρε θέση και έπλευσε εν επιφάνεια, εναντίον του εχθρικού στόχου. Βρισκόμενο το υποβρύχιο σε απόσταση 2.000 μέτρων από τον εχθρικό στόχο, διέκρινε ότι αυτός αιφνίδια εξέπεμψε σήμα αναγνώρισης.
Κατανοώντας ο Λάσκος ότι επρόκειτο περί εχθρικού πολεμικού πλοίου, έδωσε αμέσως διαταγή ταχείας κατάδυσης η οποία εξετελέσθη φέρνοντας τον ΚΑΤΣΩΝΗ σε περισκοπικό βάθος και έτοιμο να επιτεθεί «δια τορπιλικής προσβολής».
Το μεγάλο πλοίο από την Θεσσαλονίκη που τους είπε ο καπετάνιος του καϊκιού, ήταν το Γερμανικό ανθυποβρυχιακό UJ-2101, (πρώην ναρκαλιευτικό-ναρκοθετικό ΣΤΡΥΜΩΝ του ελληνικού ναυτικού που είχε περιέλθει ως λεία πολέμου στο γερμανικό ναυτικό), που μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της συνοδείας μιας νηοπομπής, επέστρεφε από την Θεσσαλονίκη στον Πειραιά μέσω Χαλκίδας.
Οι Καιρικές συνθήκες ήταν Άνεμος νοτιοανατολικός 1, Ύψος κύματος: 1, ελαφρά συννεφιά, και πανσέληνος .
Στις 19:36, ο Γερμανός Καπετάνιος διέκρινε ένα ύποπτο σκάφος στα δεξιά σε απόσταση 7.000 περίπου μέτρων.
Στις 19:43, οι Γερμανοί αναγνώρισαν το καταδυόμενο υποβρύχιο.
Στις 19:47 , «εντοπισμός του υποβρυχίου στις 355 μοίρες και σε απόσταση 800 μέτρων».
Στις 19:48, «εντοπισμός του υποβρυχίου σε 0 μοίρες και σε απόσταση 400 μέτρων».
Στις 19:49, έναρξη ρίψης βομβών βάθους. Ρύθμιση βάθους 50 μέτρα. Ρύθμιση ρίψης 70 μέτρα. Μετά την ρίψη της πρώτης δέσμης από την δεξιά πλευρά του πλοίου και σε κάθετη απόσταση 40 περίπου μέτρων, φάνηκε το περισκόπιο του υποβρυχίου.
Στις 19:50 το υποβρύχιο αναδύθηκε αλλά παρέμεινε ακίνητο στην επιφάνεια, οριζόντια στην πορεία του Γερμανού.

Σύμφωνα με την αναφορά του διασωθέντος ύπαρχου του «Κατσώνης» «η κάθοδος του πυργίσκου λόγω εμπλοκής , παρουσίασε δυσκολία στο να ανοιχτεί και ανοίχτηκε μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα με την χρήση σιδερένιου μοχλού.
Μετά το άνοιγμα της καθόδου του πυργίσκου βγήκαν στην γέφυρα ο κυβερνήτης, Βασίλης Λάσκος, και η ομοχειρία του πυροβόλου, και αμέσως άρχισε η τροφοδότηση του πυροβόλου με πυρομαχικά από την πυριτιδαποθήκη του πλοίου προς την γέφυρα.
Το πυροβόλο του «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» άρχισε να βάλλει εναντίον του γερμανικού που ανταπέδιδε τα πυρά.
« Το Κατσώνης» έριξε 12 βλήματα εκ των οποίων 4-5 ήταν εύστοχα και χτύπησαν το πρυμναίο πυροβόλο του UJ-2101 και την Γέφυρα.
Το UJ-2101 έστριψε και πλησίασε το «Κατσώνης» προς εμβολισμό.
Ο σκοπευτής του Κατσώνης Κελευστής Στάμου σκοτώθηκε. Στη Γέφυράα Σκοτώθηκε ο Λάσκος.
Σύμφωνα με την αναφορά του Γερμανού πλοιάρχου ο εμβολισμός έγινε στις 19:53 Το υποβρύχιο βυθίστηκε στις 19.58,με την πρύμνη, ενώ η πλώρη παράμενε για αρκετή ώρα να εξέχει κάθετα, 10 με 15 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Σημείο βύθισης: 39 μοίρες, 15 πρώτα βόρειο και 23 μοίρες, 26,8 πρώτα ανατολικό, σύμφωνα με τον βρετανικό χάρτη. Βάθος θαλάσσης 116 οργιές (200 μέτρα).
Οι Γερμανοί μάζεψαν από την θάλασσα 1 Άγγλο αξιωματικό, 1 Άγγλο κελευστή και 13 μέλη του ελληνικού πληρώματος.
Μαζί με τον Λάσκο χάθηκαν άλλοι 30.

Μετά την βύθιση του Υ/Π «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» ο ύπαρχος του υποβρυχίου υποπλοίαρχος Ηλίας Τσουκαλάς, μαζί με τον υπαξιωματικό Α. Τσίγκρο, κατόρθωσαν να διαφύγουν και έφτασαν κολυμπώντας, μετά από εννέα ώρες, στην Σκιάθο. Ο υπαξιωματικός Α. Αντωνίου, μαζί με τον δίοπο ηλεκτρολόγο Ν. Θυμαρά, διέφυγαν επίσης την σύλληψη και κατευθύνθηκαν κολυμπώντας προς το Πήλιο. Ενώ ο πρώτος κατάφερε να φθάσει σώος στην ακτή, ο δεύτερος δεν το κατόρθωσε καθώς οι δυνάμεις του τον εγκατέλειψαν με αποτέλεσμα να πνιγεί γύρω στις 02:00 το πρωί της 15.9.1943 ανοιχτά των ακτών του Πηλίου. Οι Τσουκαλάς και Τσίγκρος μεταφέρθηκαν στην συνέχεια, με την βοήθεια των κατοίκων της Σκιάθου, στο Πήλιο όπου συνάντησαν τον Α. Αντωνίου. Επέστρεψαν στην Μέση Ανατολή μέσω Τουρκίας, και εντάχθηκαν και πάλι στο δυναμικό του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού.

Το UJ-2101 (πρώην «ΣΤΡΥΜΩΝ» βυθίστηκε βόρεια του Ηρακλείου, Κρήτης, την 01.06.1944 κατά την διάρκεια αεροπορικής επιδρομής συμμαχικών αεροσκαφών εναντίον της νηοπομπής που συνόδευε.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: