Η δικαιοσύνη στο Μεξικό ζήτησε χθες Παρασκευή τη σύλληψη 20 αξιωματικών του στρατού και 44 αστυνομικών, οι οποίοι πιστεύεται ότι ενεπλάκησαν στην εξαφάνιση 43 φοιτητών το 2014 στην Αγιοτσινάπα, ανακοίνωσε η εισαγγελία.
Αυτοί οι 64 αστυνομικοί και στρατιωτικοί αναζητούνται για «οργανωμένο έγκλημα, αναγκαστικές εξαφανίσεις, βασανιστήρια, ανθρωποκτονίες και αδικήματα εναντίον της δικαιοσύνης», διευκρίνισε η εισαγγελία. Οι ταυτότητες και ο βαθμός τους δεν έχουν ανακοινωθεί.
Παράλληλα η εισαγγελία εξέδωσε εντάλματα σύλληψης για 14 μέλη του καρτέλ ναρκωτικών Guerreros Unidos.
Λίγες ώρες νωρίτερα συνελήφθη για την ίδια υπόθεση ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης του Μεξικού, ο Χεσούς Μουρίγιο Καράμ.
Ο Μουρίγιο Καράμ διετέλεσε υπουργός Δικαιοσύνης από το 2012 έως το 2015 επί προεδρίας του Ενρίκε Πένια Νιέτο. Εκείνη την περίοδο επέβλεψε την έρευνα για την υπόθεση της εξαφάνισης 43 φοιτητών από τη σχολή δασκάλων Αγιοτσινάπα στη νοτιοδυτική πολιτεία Γκερέρο. Ο Μουρίγιο Καράμ ήταν επίσης σημαντικό στέλεχος του Θεσμικού Επαναστατικού Κόμματος (PRI), το οποίο βρισκόταν στην εξουσία στο Μεξικό αδιάλειπτα για 71 χρόνια, ως το 2000.
Πρόκειται για τον πλέον υψηλόβαθμο αξιωματούχο που έχει συλληφθεί μέχρι στιγμής στο πλαίσιο των ερευνών για την εξαφάνιση των 43 φοιτητών, οι οποίες ξεκίνησαν από την αρχή το 2019 αφού εξελέγη στην προεδρία του Μεξικού ο Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ.
Οι εξελίξεις αυτές έρχονται μετά τη δημοσιοποίηση την Πέμπτη επίσημης έκθεσης, η οποία χαρακτήρισε την υπόθεση «κρατικό έγκλημα».
Ο Μεξικανός πρόεδρος Αντρές Μανουέλ Λόπες Ομπραδόρ, ο οποίος ίδρυσε την «Επιτροπή για την Αλήθεια για την Αγιοτσινάπα» με στόχο να χυθεί φως στην υπόθεση, ζήτησε χθες «να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι», στρατιώτες και αστυνομικοί, που εμπλέκονται στην εξαφάνιση των 43 φοιτητών.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Επιτροπής για την Αλήθεια για την Αγιοτσινάπα, τον υφυπουργό Εσωτερικών Αλεχάντρο Ενσίνας, αυτοί οι αστυνομικοί και στρατιωτικοί «μέσω των πράξεών τους, των παραλείψεών τους ή της συμμετοχής τους επέτρεψαν την εξαφάνιση και την εκτέλεση των φοιτητών καθώς και τους φόνους άλλων έξι ανθρώπων» από το καρτέλ ναρκωτικών Guerreros Unidos.
«Η δημοσιοποίηση αυτής της φρικτής και απάνθρωπης κατάστασης και παράλληλα η τιμωρία των υπευθύνων επιτρέπει να μην επαναληφθούν αυτά τα επονείδιστα γεγονότα» και «ενισχύει τους θεσμούς», δήλωσε ο Λόπες Ομπραδόρ. «Αυτό που αποδυναμώνει έναν θεσμό είναι ότι δεν ενεργεί βάσει της αλήθειας και ότι υπάρχει διαφθορά, ατιμωρησία», πρόσθεσε.
Παράλληλα ο Λόπες Ομπραδόρ τόνισε ότι θα εξακολουθήσει να ζητεί από το Ισραήλ την έκδοση του πρώην επικεφαλής της υπηρεσίας εγκληματικών ερευνών, του Τόμας Σερόν.
Ο Σερόν, που κατηγορείται ότι εμπλέκεται στην υπόθεση της Αγιοτσινάπα, αν και ο ίδιος επιμένει στην αθωότητά του, έχει καταφύγει στο Ισραήλ όπου έχει ζητήσει να του χορηγηθεί άσυλο.
Ήδη στα τέλη Μαρτίου ο Λόπες Ομπραδόρ είχε αποκαλύψει ότι ερευνώνται αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού, τους οποίους βαραίνουν υποψίες ότι παραποίησαν αποδεικτικά στοιχεία. Ωστόσο είχε αρνηθεί ότι οι μεξικανικές αρχές αποκρύπτουν σημαντικές πληροφορίες για την υπόθεση.
Τη νύχτα της 26ης προς την 27η Σεπτεμβρίου 2014, ομάδα φοιτητών της σχολής δασκάλων στην Αγιοτσινάπα πήγαν στην κοντινή πόλη Ιγουάλα (πολιτεία Γκερέρο, νότια) με σκοπό να «επιτάξουν» λεωφορεία για να πάνε στην πρωτεύουσα, όπου ήθελαν να συμμετάσχουν σε διαδήλωση.
Σύμφωνα με την αρχική έρευνα η οποία διεξήχθη υπό τον Μουρίγιο Καράμ, οι 43 νέοι συνελήφθησαν από αστυνομικούς, που συνεργάζονταν με το καρτέλ των ναρκωτικών Guerreros Unidos («Ενωμένοι Πολεμιστές»), κατόπιν τουφεκίστηκαν και τα πτώματά τους απανθρακώθηκαν, επειδή νόμιζαν πως ήταν μέλη αντίπαλης συμμορίας.
Οι οικογένειες των θυμάτων καθώς και ανεξάρτητοι ειδικοί απορρίπτουν αυτή την εκδοχή, η οποία δεν αποδίδει καμία ευθύνη στους στρατιωτικούς. Σχεδόν οκτώ χρόνια αργότερα, έχουν αναγνωριστεί τα λείψανα τριών από τα θύματα.
Άλλη επιτροπή, η Διαπειθαρχική Ομάδα Ανεξάρτητων Ειδικών, που συστήθηκε έπειτα από συμφωνία της κυβέρνησης Πένια Νιέτο και της Διαμερικανικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υποστήριξε ότι στρατιωτικοί παραποίησαν στοιχεία τα οποία βρήκαν στη χωματερή όπου κάηκαν τα πτώματα των φοιτητών.