Το μεσημέρι της 7ης Σεπτεμβρίου του 1999, στις 14:57, ακούστηκε ένας υπόκωφος θόρυβος και αμέσως στην πρωτεύουσα, έπεσε το ρεύμα. Αρκετά κτίρια άρχισαν να πέφτουν σαν τραπουλόχαρτα.
Η Αθήνα σείστηκε από μεγάλο και καταστροφικό σεισμό με επίκεντρο την Πάρνηθα, που τρομάζει όλον τον πληθυσμό με την ένταση των 5,9 ρίχτερ αλλά και την διάρκειά του. Οι ζημιές σε κτίρια είναι ανυπολόγιστες, με περίπου 70.000 κτίρια να έχουν επηρεαστεί από τις σεισμικές δονήσεις.
Ο ισχυρός όμως σεισμός δεν μπορούσε να μην αφήσει πίσω του και ανθρώπινες απώλειες. 143 νεκροί και 700 τραυματίες, με τα σωστικά συνεργεία να υπερβάλλουν εαυτόν ώστε να μην αυξηθεί ο αριθμός των θυμάτων. Το κόστος των ζημιών έφτασε τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ο σεισμός είχε επίκεντρο μόλις 17 χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης με το εστιακό βάθος να είναι λιγότερο από 10 χλμ. Αυτό που προξένησε μεγαλύτερο φόβο είναι πως το σημείο θεωρείτο μέχρι εκείνη την στιγμή ακίνδυνο, με τους σεισμολόγους να το θεωρούν ασεισμικό.
Η μεγαλύτερη τραγωδία συνέβη στο Μενίδι, στο κτίριο της Ρικομέξ, όπου 39 άνθρωποι έχασαν την ζωή τους. 8 ακόμα σκοτώθηκαν στα γραφεία της Φαράν, 3 στο εργοστάσιο Φιλοπλάστ και 6 στο εργοστάσιο της ΒΙΟΚΥΤ, ενώ 7 έχασαν την ζωή τους στην οικοδομή της οδού Πίνδου στη Νέα Φιλαδέλφεια και 16 στην πολυκατοικία της οδού Ψυχάρη, στη Μεταμόρφωση. Για μέρες τα σωστικά συνεργεία έκαναν μάταιες προσπάθειες να βρουν επιζώντες κάτω από τα συντρίμμια τους.
Τα κτίρια βάφτηκαν με κίτρινο ή κόκκινο χρώμα και οι Αθηναίοι, φοβούμενοι μετασεισμούς, κοιμόντουσαν στις πλατείες και στα πάρκα. Ήταν ένας από τους πιο καταστροφικούς σεισμούς που έπληξαν την ελληνική πρωτεύουσα στην μακρόχρονη ιστορία της και σίγουρα ο ισχυρότερος και φονικότερος των τελευταίων δεκαετιών.
Έρχεται και ο επόμενος.