Ο Ιούλιος Καίσαρας είναι μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες, όχι μόνο της αρχαιότητας, αλλά και της ιστορίας της ανθρωπότητας. Στρατιωτικός, πολιτικός και συγγραφέας, έζησε μια περιπετειώδη ζωή, συνέβαλε στο μεγαλείο της Ρώμης και μετέβαλε καθοριστικά την ιστορική πορεία του ελληνορωμαϊκού κόσμου.
Ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρ γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου του 100 π.Χ. στη Ρώμη από οικογένεια πατρικίων χωρίς μεγάλη επιρροή και πλούτο. Καταγόταν από την Ιουλία γενιά, που θεωρούσε πρόγονό της τον Ίουλο, γιο του Αινεία και εγγονό της θεάς Αφροδίτης. Ο πατέρας του, Γάιος Καίσαρ, πέθανε όταν ήταν 16 ετών. Η μητέρα του Αυρηλία ήταν μια αξιόλογη γυναίκα, στην οποία ο Ιούλιος Καίσαρ οφείλει πολλά.
Ο Σύλλας προσπάθησε να τον επαναφέρει στην τάξη του και του πρότεινε να διαζευχθεί την Κορνηλία και να νυμφευτεί την κόρη του. Η άρνησή του εξόργισε τον Σύλλα, ο οποίος διέταξε τη σύλληψή του. Ο Ιούλιος Καίσαρ θεώρησε φρόνιμο ν’ απομακρυνθεί από τη Ρώμη και να καταφύγει στη Μικρά Ασία, όπου υπηρέτησε στον ρωμαϊκό στρατό.
Μετά τον θάνατο του Σύλλα το 78 π.Χ. επέστρεψε στη Ρώμη, όπου ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία. Ο Καίσαρ, διαβλέποντας τις ελλείψεις του, αναχώρησε για τη Ρόδο για να σπουδάσει ρητορική κοντά στον διάσημο τότε δάσκαλο Απολλώνιο. Καθ’ οδόν όμως τον συνέλαβαν πειρατές και αναγκάστηκε να πληρώσει λύτρα για την απελευθέρωσή του. Το περιστατικό αυτό, που έδειχνε την αναρχία που επικρατούσε στον μεσογειακό χώρο, δεν το άφησε να ξεχαστεί. Συγκρότησε ιδιωτική ναυτική δύναμη, συνέλαβε τους πειρατές και τους εξόντωσε με σταυρικό θάνατο.
Με την επιστροφή του στη Ρώμη, συμμάχησε με τον Πομπήιο, άλλοτε υπαρχηγό του Σύλλα και ασχολήθηκε με τη διάλυση του καθεστώτος του Σύλλα. Το 69 π.Χ. εκλέχτηκε ταμίας (quaestor), που ήταν πρώτη βαθμίδα της ρωμαϊκής πολιτικής κλίμακας. Τον ίδιο χρόνο πέθανε η σύζυγός του Κορνηλία και αρκετά σύντομα νυμφεύτηκε την Πομπηία, μακρινή συγγενή του συμμάχου του Πομπήιου. Το 65 π.Χ. εκλέχτηκε αγορανόμος (aediles curules), το 63 π.Χ. ύπατος αρχιερέας (pontifex maximus) και το 62 π.Χ. πραίτωρ (praetor).
Περί το τέλος της πραιτωρίας του, η σύζυγός του ενεπλάκη σ’ ένα ηθικό σκάνδαλο και ο Ιούλιος Καίσαρ τη χώρισε με το πασίγνωστο ως τις μέρες μας επιχείρημα: «Η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια, πρέπει και να φαίνεται τίμια». Ύστερα από το διαζύγιό του ανέλαβε τη διοίκηση της Ιβηρίας (Ισπανία και Πορτογαλία).
Το 60 π.Χ συνέπηξε με τον Πομπηίο και τον Κράσο την πρώτη τριανδρία και με τις κατάλληλες συμμαχίες κατόρθωσε να εκλεγεί ύπατος το 59 π.Χ. Στη συνέχεια εκλέχθηκε ανθύπατος της Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατίας και μεταξύ των ετών 58-50 π.Χ κατέκτησε όλη την Εκείθεν των Άλπεων Γαλατία και επεξέτεινε τη Ρωμαϊκή κυριαρχία μέχρι την αριστερή όχθη του Ρήνου.
Ο Καίσαρ χρησιμοποίησε το στρατό για να εδραιώσει την πολιτική εξουσία του και την ισχύ της Ρώμης. Έτσι συγκέντρωσε σημαντική στρατιωτική, πολιτική και οικονομική δύναμη που τον βοήθησε στην κατάληψη της εξουσίας στη Ρώμη. Όταν πέθανε ο Κράσος, ο Καίσαρας ήρθε σε ρήξη με το Πομπήιο. Το 49 π.Χ. η Σύγκλητος διέταξε τον Καίσαρα να διαλύσει το στρατό του και να επιστρέφει αμέσως στη Ρώμη ως ιδιώτης και υποψήφιος για δεύτερη υπατεία. Ο Καίσαρ δεν εκτέλεσε τη διαταγή και η Σύγκλητος τον κήρυξε εκτός νόμου.
Τότε ο Καίσαρας αναφωνώντας «Ο κύβος ερρίφθη», διέβη τον μικρό ποταμό Ρουβίκωνα (το όριο ανάμεσα στην επαρχία του της Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατίας και της κυρίως Ιταλίας) βάδισε κατά της Ρώμης, την οποία κατέλαβε. Το 48 π.Χ. αντιμετώπισε τον Πομπήιο στα Φάρσαλα, τον νίκησε και τον καταδίωξε μέχρι την Αίγυπτο. Εκεί ένας δικός του τον σκότωσε. Ο Καίσαρας διαχείμασε στην Αλεξάνδρεια, ερωτοτροπώντας με τη βασίλισσα Κλεοπάτρα. Καρπός του έρωτά τους ήταν ο Καισαρίων, ο τελευταίος της δυναστείας των Πτολεμαίων.
Σε μια σύντομη εκστρατεία του στην Ασία το 47 π.Χ. νίκησε μέσα σε πέντε μέρες τον βασιλιά του Κιμμερίου Βοσπόρου Φαρνάκη και ανήγγειλε στη Σύγκλητο τη νίκη του με την ιστορική φράση: «Ήρθα, είδα, νίκησα!». Την ίδια χρονιά εκκαθάρισε τα τελευταία υπολείμματα του στρατού των αντιπάλων του στην Αφρική και την Ισπανία και αναγορεύτηκε δικτάτωρ με ετήσια θητεία. Το 46 π.Χ. η θητεία του ανανεώθηκε για δέκα χρόνια και το 44 π.Χ. ανακηρύχθηκε ισόβιος δικτάτωρ, ύπατος για πέντε χρόνια, τιμητής, κεφαλή της ρωμαϊκής θρησκείας, αρχηγός του στρατού και ισόβιος δήμαρχος. Διατήρησε τυπικά τους δημοκρατικούς θεσμούς, αφαιρώντας όμως το περιεχόμενό τους.
Τα οικονομικά μέτρα που πήρε ο Καίσαρ αποσκοπούσαν στη σωστή διαχείριση των χρημάτων της αυτοκρατορίας. Κατόρθωσε να ψηφιστούν νόμοι που περιόριζαν τις οικονομικές ατασθαλίες των διοικητών των ρωμαϊκών επαρχιών.
Ο Καίσαρ αναγνώρισε ευρέως τον τίτλο του πολίτη στους κατοίκους των επαρχιών και αύξησε τα μέλη της Συγκλήτου σε 900, αδιαφορώντας για την καταγωγή τους. Περιόρισε τις κρατικές επιχορηγήσεις και πραγματοποίησε έργα κοινής ωφέλειας, όπως η ρύθμιση του ρου του Τίβερη, η αποξήρανση των ελών, η διάνοιξη της διώρυγας της Κορίνθου, η ρύθμιση του ημερολογίου και η κωδικοποίηση των νόμων.
Επίσης απαγόρευσε να αγοράζουν από τις κρατικές αποθήκες όσοι είχαν τα οικονομικά μέσα να προμηθεύονται σιτάρι από την ελεύθερη αγορά. Παραχώρησε κλήρους γης στους βετεράνους στρατιώτες του και τους εγκατέστησε σε διάφορες ρωμαϊκές επαρχίες, δημιουργώντας αγροτικές αποικίες απομάχων.
Ο Καίσαρ ανατράπηκε από την εξουσία όταν στις Ειδούς του Μαρτίου (15 Μαρτίου) του 44 π.Χ. μία ομάδα συνωμοτών τον δολοφόνησε. Η συνωμοσία είχε οργανωθεί από μέλη της Συγκλήτου, με αρχηγούς τους Μάρκο, Δέκιμο, Βρούτο και Κάσσιο.
Αναφέρεται ότι ένας φίλος του, γνωρίζοντας την εναντίον του συνωμοσία, του έγραψε ένα γράμμα, το οποίο έλαβε τη στιγμή που αναχωρούσε από την οικία του για τη Σύγκλητο. Το φύλαξε για να το διαβάσει, όταν θα επέστρεφε. Στον δρόμο συνάντησε ένα μάντη, ο οποίος του είπε ότι οι Ειδοί του Μαρτίου θα ήταν μοιραίοι γι’ αυτόν. «Ιδού ήλθον οι Ειδοί του Μαρτίου!», του είπε ειρωνικά ο Καίσαρας και ο μάντης του απάντησε «αλλ’ ου παρήλθον».
Κυρίαρχοι της πολιτικής σκηνής της Ρώμης μετά το θάνατο του Ιουλίου Καίσαρα έγιναν ο Μάρκος Αντώνιος, ο Λέπιδος και Οκταβιανός, οι οποίοι συγκρότησαν τη δεύτερη τριανδρία, στην οποία ανατέθηκε με νόμο να ασκήσει την εξουσία για πέντε χρόνια.
Ο Ιούλιος Καίσαρ υπήρξε επίσης διάσημος ρήτορας και συγγραφέας. Έχουν διασωθεί τα πρώτα επτά βιβλία από τα «Σχόλια περί του Γαλατικού Πολέμου» και τα «Σχόλια περί του Εμφυλίου Πολέμου», απομνημονεύματα των πολεμικών επιχειρήσεων στα οποία η διαύγεια, η απλότητα. ο τρόπος με τον οποίο εκθέτει τα γεγονότα και η καθαρότητα της γλώσσας του τον κατατάσσουν ανάμεσα στους μεγάλους κλασικούς των λατινικών γραμμάτων.
Από τη σιδηρά πειθαρχία που εφάρμοζε στις ρωμαϊκές λεγεώνες προήλθε ο όρος καισαρισμός, με τον οποίο σημαίνεται η αυταρχική ή δικτατορική πολιτική εξουσία. Το οικογενειακό όνομά του Καίσαρ – Κάιζερ στα γερμανικά και Τσαρ(ος) στα ρωσικά – σημαίνει έκτοτε τον αυτοκράτορα.