Γεννήθηκε στο χωριό Λευκόνοικο, της επαρχίας Αμμοχώστου, το 1922.
Φονεύθηκε στις 6 Οκτωβρίου 1958 στο χωριό του από Άγγλους.
Σύζυγος : Άννα Ζάνου
Παιδιά : Παναγιώτης και Μιχάλης
Γονείς : Μιχάλης και Μάρθα Ζάνου
Αδέλφια : Κυριάκος, Ανδρέας, Ελένη
Ο Σάββας Ζάνου φοίτησε στο δημοτικό σχολείο Λευκονοίκου και εργαζόταν ως μηχανοδηγός. Ήταν μέλος της πολιτοφυλακής Λευκονοίκου.
Στις 6 Οκτωβρίου 1958, ο Σάββας Ζάνος ξεκίνησε για τη δουλειά του στη Μόρφου. Πήγε μέχρι την Κυρά και γύρισε πίσω στο χωριό του, επειδή είχε επιβληθεί κατ’ οίκον περιορισμός. Άφησε τα πράγματά του και έφυγε βιαστικά. Είπε στη γυναίκα του ότι τα “κοπέλια”, δηλαδή οι άνδρες της ΕΟΚΑ, είχαν βάλει βόμβα εναντίον των Άγγλων στο δρόμο των Γουφών και δεν εξερράγη. Τους είπε να τη μεταφέρουν προς την τουρκική συνοικία, απ’ όπου υπήρχε πιθανότητα να περάσουν οι Άγγλοι και ανησυχούσε γι’ αυτούς.
Στη συνέχεια πήγε στο κουρείο. “Τον ξύριζα”, αφηγείται ο κουρέας του Ανδρέας Λαουτάρης, “όταν ακούστηκε η έκρηξη. Σηκώθηκε μισοξυρισμένος και μου είπε, φεύγω. Φύγαμε μαζί. Στην επιστροφή προς το σπίτι μας – είμαστε γείτονες – επέμενε να περάσει απ’ εκεί που έγινε η έκρηξη, ενώ εγώ επέμενα να πάμε από αλλού. Δε με άκουσε και πήγε μόνος του”. Οι Άγγλοι στρατιώτες τον συνέλαβαν και τον κατακρεούργησαν.
Η κηδεία του έγινε σε ατμόσφαιρα συγκλονισμού, αλλά και εθνικής έξαρσης και θαυμασμού.