Κατακόκκινη ζουμερή ντομάτα, φρέσκο δροσερό αγγούρι, ελιές, κρεμμύδι, φέτα, ελαιόλαδο και δίπλα μια φρατζόλα ψωμί για τη «βούτα».
Αυτή είναι η εικόνα της τέλειας χωριάτικης σαλάτας, που αποτελεί ένα πιάτο από μόνη της, χωρίς να χρειάζεται κρέας ή ψάρι για συνοδεία.
Ο Guardian στη στήλη του «How to eat» έχει εκτενές αφιέρωμα στη χωριάτικη σαλάτα, που οι ταξιδιώτες, που έχουν βρεθεί στη χώρα μας, γνωρίζουν πολύ καλά, ενώ όσοι δεν την έχουν γευτεί έχουν την ευκαιρία να «βουτήξουν» στο σύμπαν της μετά από τη ματιά του δημοσιογράφου Τόνι Νέιλορ.
«Αναμφισβήτητα πρόκειται για ένα από τα πιο δροσιστικά πιάτα του καλοκαιριού. Ηρθε η ώρα κόψουμε ψωμί, να απαγορεύσουμε τα πράσινα φύλλα σαλάτας και να τη γεμίσουμε με ελιές», σημειώνει στον πρόλογο.
Ο δημοσιογράφος μιλά για ένα απλό πιάτο πέντε υλικών που τρώγεται ως κυρίως γεύμα, σερβίρεται με φρέσκο ψωμί με τη διαδικασία του βουτήγματος να είναι απαραίτητη.
Πρόκειται για ένα πιάτο αντιθέσεων, γλυκό με οξύτητα, αλμύρα και όξινες νότες, χαρακτηριστικά που συνθέτουν μια τέλεια αρμονία. Οπως περιγράφει γλαφυρά, τα κομματάκια της φέτας σε ένα αλμυρό ζουμί με το λάδι και τους χυμούς της ντομάτας είναι, αναμφισβήτητα, το αποκορύφωμα της απόλαυσης.
Ο Νέιλαν, ξεφεύγοντας από τη γεύση, δεν ξεχνά να σχολιάσει με δηκτικό τρόπο τις εικόνες που έχουν αρκετοί στο μυαλό τους σχετικά με την χωριάτικη. Η φέτα δεν γίνεται να μένει ολόκληρη πάνω από τα υπόλοιπα υλικά, την κόβουμε.
Δεν χρειάζεται να την φάτε σε ένα μαγικό, καλοκαιρινό τοπίο με τη θερμοκρασία να πιάνει «κόκκινο». Τρώγεται άνετα και κάτω από μία στέγη γράφει με χιούμορ.
Για τον δημοσιογράφο, η χωριάτικη σερβίρεται σε ένα βαθύ λευκό πιάτο με κουτάλι και πιρούνι, όπως ταιριάζει στον καθένα.
Συνοδεύεται με ένα ελαφρύ, «τραγανό» λευκό κρασί με οξύτητα, όπως Ασύρτικο Σαντορίνης, παγωμένο νερό ή φθηνή, παγωμένη μπύρα.