Μετά τη Ρωσία, ακολουθεί η Κίνα! Η Ε.Ε. «πυροβολά» για ακόμα μία φορά τα πόδια της.
Ορατός είναι ο κίνδυνος ενός εμπορικού πολέμου της Ευρώπης με της Κίνας καθώς κλιμακώνεται η διαμάχη που ξέσπασε με αφορμή την έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για αθέμιτο ανταγωνισμό με τις εισαγωγές κινεζικών ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Η εξέλιξη της διαμάχης θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την απόφαση που αναμένεται να λάβει η Κομισιόν στις αρχές Ιουνίου για την επιβολή δασμών στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα, με την πρόεδρο της, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, να δηλώνει την περασμένη Τρίτη ότι η Ευρώπη θα έχει μία «εξατομικευμένη προσέγγιση» και οι όποιοι δασμοί επιβληθούν θα «είναι αντίστοιχοι με το επίπεδο της ζημιάς» που προκαλείται.
Από την πλευρά της, η Κίνα θεωρεί ότι μία τέτοια κίνηση θα παραβίαζε τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και ότι έχει το δικαίωμα να απαντήσει με περιοριστικά μέτρα στις εισαγωγές που κάνει από χώρες της ΕΕ. Τις περασμένες ημέρες, το Πεκίνο διέρρευσε ότι θα επιβάλει δασμούς στο κρασί και σε γαλακτοκομικά προϊόντα από την ΕΕ καθώς και σε αεροπλάνα. Προειδοποίησε, επίσης, για αύξηση από το 15% στο 25% των δασμών σε εισαγωγές ευρωπαϊκών αυτοκινήτων εσωτερικής καύσης.
Αν και οι εισαγωγές κρασιών, γαλακτοκομικών και αεροπλάνων αντιστοιχούσαν μόνο στο 3% των συνολικών κινεζικών εισαγωγών από την ΕΕ το 2023, μία τέτοια κίνηση θα είχε πιθανόν και συνέχεια με νέους περιορισμούς, ανάλογα με την απόφαση που θα λάβει η ΕΕ τον Ιούνιο.
Η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία έχει στενές σχέσεις με την κινεζική αγορά, από την οποία προμηθεύεται σε σημαντικό βαθμό τα εξαρτήματα που είναι αναγκαία για την παραγωγή της και στην οποία κατευθύνεται ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσοστό των συνολικών εξαγωγών της. Επομένως, αν η Κίνα αυξήσει τους δασμούς στα προϊόντα αυτά, το όφελος για τις ευρωπαϊκές εταιρείες αυτόματα περιορίζεται.
Σε κάθε περίπτωση, η επιβολή δασμών στα κινεζικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα θα έχει κόστος και για την Ευρώπη, ενώ το όφελος για τις ίδιες τις αυτοκινητοβιομηχανίες θα είναι αμφίβολο και μάλλον βραχυπρόθεσμο, όπως θεωρούν ακόμη και παράγοντες του κλάδου.
Κοινώς, η ζημιά που θα προκληθεί σε αμέτρητους κλάδους (αφού πλέον η Ευρώπη δεν παράγει σχεδόν ΤΙΠΟΤΑ λόγω της «πράσινης ΑΠΟ-ανάπτυξης και προμηθεύεται τα πάντα από τρίτες χώρες) θα είναι ανυπολόγιστη!
Ένας «εμπορικός πόλεμος» με το Πεκίνο θα έχει ακόμα μεγαλύτερο αντίκτυπο από την απόρριψη της πάμφθηνης ρωσικής ενέργειας που επί χρόνια πρόσφερε ο Πούτιν στα ευρωπαϊκά κράτη.