Την ώρα που η αιματοχυσία στη Λωρίδα της Γάζας συνεχίζεται, η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί αμήχανη την εξέλιξη της σύγκρουσης, ανίκανη να επιβάλει κατάπαυση του πυρός σε μία ακόμη προαναγγελθείσα παλαιστινοϊσραηλινή κρίση.
Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις των ΗΠΑ, που πασχίζουν να μη θίξουν το Ισραήλ, αλλά και της διαιρεμένης Ευρώπης με τους ανταγωνιστικούς περιφερειακούς παράγοντες.
Τζο Μπάιντεν: επιφυλακτικότητα
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, που απέφυγε να συμπεριλάβει τον φάκελο του Μεσανατολικού στις προτεραιότητές του, μετά και τις κινήσεις του προκατόχου του Ντόναλντ Τραμπ υπέρ του Ισραήλ, βρίσκεται, χωρίς τη θέλησή του, στην πρώτη γραμμή της διαχείρισης της κρίσης.
Οι δυτικοί του εταίροι και η αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος του ζητούν να παρέμβει ασκώντας πίεση στο Ισραήλ, παραδοσιακό σύμμαχο των ΗΠΑ, για την αποκλιμάκωση της κρίσης και, στη συνέχεια, την αναζήτηση πολιτικής λύσης.
Αυτό που συμβαίνει δείχνει ότι η ιδέα που είχαν ορισμένοι να αγνοηθεί η μεσανατολική σύρραξη μήπως εξαφανισθεί από μόνη της, αφήνοντας τον χρόνο να κάνει την δουλειά του ήταν καθαρή φαντασίωση, σχολίασε ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Ζαν-Ιβ Λε Ντριάν.
Ο Τζο Μπάιντεν απηύθυνε χθες έκκληση για «αποκλιμάκωση προς μία εκεχειρία». «Όμως, η παραδοσιακή στάση των ΗΠΑ είναι να μην πιέσουν το Ισραήλ», λέει ο Pascal Boniface, διευθυντής του Institut de Relations internationales et stratégiques (Iris) στο Παρίσι.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν προτιμά, όπως και οι προκάτοχοί του, να ευνοεί τους διμερείς διπλωματικούς διαύλους εις βάρος του ΟΗΕ, όπου μέχρι στιγμής μπλοκάρει κάθε πρωτοβουλία που κινείται προς την κατάπαυση των εχθροπραξιών, σχολιάζει ευρωπαϊκή διπλωματική πηγή.
Άλλωστε, «προς το παρόν, αντιλαμβάνεται ότι δεν θα έχει πολιτικά οφέλη από μία μεγαλύτερη ανάμειξη στην αναζήτηση πολιτικής λύσης», αφού οι προοπτικές προς την κατεύθυνση αυτή είναι ισχνές, λέει η Lucy Kurtzer-Ellenbogen του Institute of Peace της Ουάσινγκτον.
Αυτό που θέλουν να διασφαλίσουν Ισραήλ και ΗΠΑ είναι ότι η Χαμάς δεν θα βγει νικήτρια από μία εκεχειρία, σύμφωνα με τον Ghaith al-Omari, του Washington Institute. Ο κύριος στόχος είναι ο ριζικός περιορισμός των στρατιωτικών της ικανοτήτων.
Η αδυναμία των Ευρωπαίων
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, πρώτος οικονομικός εταίρος του Ισραήλ και βασικό στήριγμα στην ανάπτυξη της Παλαιστίνης, θεωρητικά διαθέτει μοχλούς πίεσης. Αλλά παραμένει διαιρεμένη (η Ουγγαρία αρνήθηκε να προσυπογράψει κοινό ανακοινωθέν που καλούσε στην εφαρμογή εκεχειρίας) και χωρίς φωνή στο θέμα.
«Οι διαιρέσεις αυξήθηκαν ανάμεσα στα κράτη μέλη υπό την επήρεια της κυβέρνησης Τραμπ που οδήγησε στα άκρα το ζήτημα», εξηγεί ο Pierre Vimont, γάλλος διπλωμάτης και εμπειρογνώμονας του κέντρου Carnegie Europe.
«Τα κράτη μέλη είναι πολύ διαιρεμένα για να χρησιμοποιήσουν τους μοχλούς πίεσης» που έχουν στην διάθεσή τους, λέει, κάνοντας λόγο για «παντελή έλλειψη πρωτοβουλίας».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση αρνείται επίσης να ασκήσει πίεση επί του Ισραήλ απειλώντας το με αμφισβήτηση της μεταξύ τους συμφωνίας σύνδεσης, ενώ δεν διατηρεί καμία επαφή με την Χαμάς την οποία θεωρεί τρομοκρατική οργάνωση.
Η Γαλλία, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, υπολογίζει στην ευρωπαϊκή στήριξη για να εντείνει την πίεση επί των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη. Όμως, το γαλλικό σχέδιο απόφασης που καλεί για κατάπαυση των εχθροπραξιών και πρόσβαση των ανθρωπιστικών υπηρεσιών στην Γάζα προσκρούει στο αμερικανικό βέτο.
Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν υποστηρίζει επίσης τη μεσολαβητική προσπάθεια της Αιγύπτου, ιστορικού συνομιλητή του Ισραήλ και της Χαμάς.
Αίγυπτος, ο μεσολαβητής αναφοράς
Περιφερειακός παράγοντας-κλειδί, η Αίγυπτος υπολείπεται του Κατάρ και της Τουρκίας που αυξάνουν την επιρροή τους επί της Χαμάς, σύμφωνα με τον Haisam Hassanein του Washington Institute. «Ο ρόλος της ξαφνικά περιορίζεται στην αναζήτηση κατάπαυσης του πυρός όταν η πολεμική κλιμάκωση βρίσκεται στην κορύφωσή της. Αλλά οι Ισραηλινοί επιμένουν να την κρατούν στο παιγνίδι».
Για τον Pascal Boniface, η Αίγυπτος μπορεί «να συνοδεύσει μία συμβιβαστική λύση, να ντύσει το αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης» ανάμεσα σε δύο εμπόλεμες πλευρές που επισήμως δεν συνομιλούν απευθείας.
Το Κατάρ, που διατηρεί «διακριτικές σχέσεις» με το Ισραήλ, μπορεί επίσης να χρησιμεύσει ως μεσολαβητής ανάμεσα στους δύο εμπολέμους.
Το Ιράν και η Τουρκία υπερασπιστές της παλαιστινιακής υπόθεσης
Ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν εμφανίζεται και πάλι ως υπερασπιστής της παλαιστινιακής υπόθεσης απέναντι σε σιωπηλές αραβικές χώρες, πολλές από τις οποίες μόλις έχουν εξομαλύνει τις σχέσεις του με το Ισραήλ, όπως το Μαρόκο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν.
Το Ιράν, που προσφέρει, σύμφωνα με όλες τις υποψίες, χρηματοδότηση και όπλα στην Χαμάς και την Ισλαμική Τζιχάντ, «επωφελείται από μία σύρραξη στην έκρηξη της οποίας δεν συνέβαλε», σύμφωνα με το αμερικανικό κέντρο Soufan.
Έτσι, η Τεχεράνη εμφανίζεται ως υπερασπιστής της παλαιστινιακής υπόθεσης και μέσω αυτής του σουνιτικού, και όχι μόνο του σιιτικού, Ισλάμ. «Αυτό ενισχύει την (ιρανική) στρατηγική άσκησης επιρροής στην περιοχή, κατά των ΗΠΑ , της Σαουδικής Αραβίας και άλλων αντιπάλων», σύμφωνα με το Soufan Center.
Και στο φόντο, Ρωσία και Κίνα
Η Ρωσία, που διατηρεί καλές σχέσεις τόσο με τον ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, όσο και με την παλαιστινιακή ηγεσία, καλεί σε επείγουσα σύγκληση του Κουαρτέτου μεσολάβησης για την Μέση Ανατολή (Ρωσία, ΗΠΑ, ΟΗΕ, ΕΕ).
Η Κίνα επέκρινε την στάση των ΗΠΑ στο Συμβούλιο Ασφαλείας, αφού προσπάθησε να περάσει σχέδιο απόφασης που καλούσε σε εκεχειρία.
Για τον τουρκόσκυλο που τα υποκίνησε-δημιούργησε όλα, ούτε κουβέντα.