Χιλιάδες εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος, ΦΠΑ, φορολογίας ακινήτων που παραγράφονται στο τέλος του έτους βρίσκονται στο στόχαστρο των ελεγκτών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Πρόκειται κυρίως για υποθέσεις που αφορούν το έτος 2015 οι οποίες σε λιγότερο από τρεις μήνες θα περάσουν στην Ιστορία.
Ο φοροελεγκτικός μηχανισμός έχει ανεβάσει ταχύτητες μετά από την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας σύμφωνα με την οποία το δημόσιο χάνει το δικαίωμα επιβολής φόρων και προστίμων σε περίπτωση που εντός του προβλεπόμενου από τη νομοθεσία χρονικού διαστήματος για την παραγραφή δεν κοινοποιήσει στο φορολογούμενο την καταλογιστική πράξη. Θα πρέπει δηλαδή, η πράξη προσδιορισμού του φόρου, όχι μόνο να εκδοθεί εντός της προθεσμίας παραγραφής (σ.σ. μέχρι το τέλος του έτους) αλλά και να κοινοποιηθεί στο φορολογούμενου μέχρι τη λήξη της προθεσμίας και όχι έπειτα από αυτή.
Ηδη οι ΔΟΥ και τα Ελεγκτικά Κέντρα έχουν πάρει εντολή να «τρέξουν» τον έλεγχο των εκκρεμών υποθέσεων προχωρώντας στην έκδοση και την κοινοποίηση των πράξεων οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου προκειμένου να αποφευχθεί η παραγραφή τους που θα προκαλέσει σημαντικές απώλειες εσόδων στα κρατικά ταμεία.
Από «κόσκινο» θα περάσουν:
Υποθέσεις φορολογουμένων που δεν δήλωσαν ή δήλωσαν ανακριβώς αναδρομικά ποσά αποδοχών τα οποία εισέπραξαν μέσα στο 2015 αλλά αφορούν παλαιότερα έτη. Στους φορολογούμενους που θα εντοπιστούν να μην έχουν δηλώσει τα αναδρομικά που έχουν εισπράξει η ΑΑΔΕ θα στείλει «ραβασάκια» με το ποσό το φόρου που έχει προσδιοριστεί από τον φορο-ελεγκτικό μηχανισμό.
2. Υποθέσεις επιχειρήσεων που δήλωσανψευδή στοιχεία για τα ακαθάριστα έσοδα ή τις δαπάνες κατά τη διαχειριστική περίοδο του 2015.
3. Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματοςγια τη χρήση του 2012, για τις οποίες υποβλήθηκαν αρχικές εκπρόθεσμες δηλώσεις εντός του 2018. Για τις υποθέσεις αυτές η αρχική 5ετής προθεσμία παραγραφής, η οποία έληγε κανονικά στις 31 Δεκεμβρίου 2018 (5 χρόνια από τη λήξη του έτους 2013 στο οποίο έπρεπε να είχε υποβληθεί η αρχική εμπρόθεσμη δήλωση), παρατάθηκε για 3 ακόμη χρόνια, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2021, επειδή οι αρχικές δηλώσεις υποβλήθηκαν στο τελευταίο έτος της κανονικής 5ετούς περιόδου παραγραφής.
4. Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ για τη χρήση του έτους 2010 για τις οποίες μετά από την λήξη της κανονικής 5ετούς περιόδου παραγραφής, δηλαδή μετά την 31η Δεκεμβρίου 2016, περιήλθαν σε γνώση των αρμοδίων φορολογικών αρχών «συμπληρωματικά στοιχεία» για απόκρυψη φορολογητέας ύλης.
5. Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούν τη χρήση του έτους 2005, για τις οποίες δεν είχε υποβληθεί ποτέ η οικεία δήλωση. Για τις υποθέσεις αυτές προβλέπεται 15ετής περίοδος παραγραφής, η οποία άρχισε να «τρέχει» αμέσως μετά το τέλος του έτους εντός του οποίου έπρεπε να υποβληθούν οι αρχικές εμπρόθεσμες δηλώσεις, δηλαδή από την 1η-1-2007 και λήγει στις 31-12-2021.
Η απόφαση του ΣτΕ
Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα διακόπτεται με τη νόμιμη κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης στο φορολογούμενο και όχι με μόνη την έκδοση της πράξης αυτής. Η αντίθετη διάταξη του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, η οποία ορίζει ότι η σχετική προθεσμία διακόπτεται μόνο με την έκδοση της πράξης, χωρίς να απαιτείται και η κοινοποίησή της για το σκοπό αυτό, κρίθηκε ανίσχυρη και άρα μη εφαρμοστέα, ως αντισυνταγματική.
Το Δικαστήριο θεώρησε ότι σε αντίθετη περίπτωση θα παραβιάζονταν οι αρχές της φανερής δράσης της διοίκησης και της ασφάλειας δικαίου, καθώς η διακοπή της παραγραφής θα συνδεόταν με χρονικό σημείο άγνωστο στο φορολογούμενο. Μάλιστα με βάση την παραπάνω απόφαση η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών «έσβησε» φόρο και πρόστιμα συνολικού ύψους 13.000 ευρώ για αναδρομικά του 2013 τα οποία θα έπρεπε να δηλωθούν το 2014 μετά από προσφυγή του φορολογούμενου ο οποίος ζήτησε παραγραφή της υπόθεσης καθώς η Εφορία εξέδωσε τη πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου στο τέλος του 2019 οπότε έληγε η προθεσμία για την μη παραγραφή αλλά την κοινοποίησε το 2020.
Ο συγκεκριμένος συνταξιούχος δικαιώθηκε καθώς είχε προσφύγει στη ΔΕΔ εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της Πράξης Προσδιορισμού του Φόρου από τη φορολογική διοίκηση.