Οι ειδικοί επιστήμονες που μελετούν τα νερά των λιμνών της Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας καταγράφουν την πληθυσμιακή αύξηση του ηλιόψαρου. Πρόκειται για ένα ξενικό είδος που συναντάται στις λίμνες, τα ποτάμια του Καναδά και της Βόρειας Αμερικής, καταγράφουν τα τελευταία χρόνια
Σύμφωνα με τον ιχθυολόγο Θανάση Βαρβέρη, το εν λόγω είδος εντοπίστηκε και άρχισε να καταγράφεται από το 1994, στην λίμνη Κερκίνη, στην Βόλβη και την τεχνητή λίμνη του Αώου. Λίγο αργότερα στην λίμνη της Καστοριάς, στην τεχνητή λίμνη Πολυφύτου, στις δύο λίμνες των Πρεσπών, στη Βεγορίτιδα και στις μικρότερες λίμνες Ζάζαρη, Χειμαδίτιδα και Πετρών.
Ο κ. Βαρβέρης, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ανέφερε ότι το συγκεκριμένο είδος «ανταγωνίζεται τα ενδημικά είδη των λιμνών κυρίως μέσω της κατανάλωσης των αβγών τους, κατά την αναπαραγωγική περίοδο». Από την ιχθυοπανίδα των λιμνών δεν υπάρχει θηρευτής που θα μπορούσε να το απειλήσει εκτός από τον γουλιανό, που όμως ζει σε βαθύτερα σημεία των λιμνών, ενώ το ηλιόψαρο ζει στην επιφάνεια.
Από πρόσφατη έρευνα στο πλαίσιο προγράμματος ελέγχου αναπαραγωγής της ιχθυπανίδας των λιμνών της Φλώρινας διαπιστώθηκε σημαντική παρουσία του ξενικού είδους (4 στα 100 ψάρια), γεγονός που δημιουργεί ανησυχία για το μέλλον των ενδημικών ειδών που υπάρχουν στις λίμνες. Ο κ. Βαρβέρης ανέφερε ότι «αντίστοιχα προβλήματα -και ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό, αντιμετωπίζουν πολλές λίμνες και ποτάμια της Ευρώπης». Πρόσθεσε δε, ότι «το συγκεκριμένο είδος φαίνεται να προσαρμόζεται και να επιβιώνει ακόμα και σε λίμνες αλπικού τύπου, που οι συνθήκες δεν το ευνοούν». Πώς τα καταφέρνει; Παρουσιάζει μικρότερο μέγεθος ανάπτυξης από 12 έως 18 cm αντί για 30 cm αλλά και μικρότερο κύκλο ζωής δύο ετών από το συνηθισμένο των έξι ετών.
Ο κ. Βαρβέρης αναφέρει ότι η εξάπλωσή του έγινε με δύο τρόπους: από τον εμπλουτισμό των λιμνών, όπου ανάμεσα στα ενδημικά είδη υπήρχαν και κάποια ηλιόψαρα και από τη μεταφορά των διχτυών από λίμνη σε λίμνη, όπου κάποια από τα αβγά των ηλιόψαρων κατάφεραν και επέζησαν.
Ο κ. Βαρβέρης σημειώνει ότι «η μοναδική λύση είναι η αλίευσή του από τους ψαράδες και η ένταξή του στην αλυσίδα διατροφικής αξίας των λιμνίσιων ψαριών».
Σύμφωνα με προγνωστικά μοντέλα, η κλιματική αλλαγή, σε συνδυασμό με την αύξηση της θερμοκρασίας του νερού των λιμνών, αναμένεται να δημιουργήσει συνθήκες που έως το 2050 θα οδηγήσουν σε σημαντική επέκταση των ζωνών παρουσίας του συγκεκριμένου είδους και ταυτόχρονα στην αύξηση του κύκλου ζωής του από τα δύο στα έξι έτη.