Τράπεζες και δανειστές, στην πλατφόρμα των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών «φορτώνονται» συνεχώς νέες υποθέσεις και πλέον ο ρυθμός με τον οποίο θα πραγματοποιούνται υπερβαίνει τους 2.000 κάθε μήνα.
Οι ελληνικές τράπεζες είναι ήδη με την πλάτη στον τοίχο από τον SSM, ο οποίος ζητά δραστική μείωση στα χαρτοφυλάκια των κόκκινων δανείων. Με τα νέα πλάνα θα αναθεωρηθούν οι στόχοι του 2019 και θα τεθούν για πρώτη φορά αυτοί για το 2020 και το 2021.
Οι απαιτήσεις του SSM για σταθερή και δραστική μείωση των προβληματικών δανείων την επόμενη τριετία δημιουργεί ανησυχίες στις τράπεζες και τις υποχρεώνει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές στις ενέργειές τους.
Αν οι πλειστηριασμοί και οι πωλήσεις δανείων δεν συνεχιστούν με έντονους ρυθμούς, οι στόχοι μείωσης των κόκκινων δανείων δεν θα επιτευχθούν, δημιουργώντας έτσι νέες κεφαλαιακές ανάγκες. Αν κάποια τράπεζα βρεθεί σε τέτοια δύσκολη θέση, θα είναι ανοικτό και το ενδεχόμενο ενός bail in.
Οι τράπεζες έχουν κατεβάσει το όριο της αντικειμενικής αξίας των κατοικιών που ανεβαίνουν στην πλατφόρμα προς πλειστηριασμό από τις 180.000 στις 100.000 ευρώ.
Αρνητικοί είναι οι δανειστές και στο ελληνικό αίτημα για παράταση του νόμου Κατσέλη, για άλλο ένα έτος, δηλαδή έως το τέλος του 2019, παρά το γεγονός ότι έχει προταθεί η ένταξη για όσους έχουν ακίνητη περιουσία έως 100.000 ευρώ από 180.000 ευρώ που ισχύει σήμερα.
Υπενθυμίζεται ότι ο Νόμος Κατσέλη παρέχει σήμερα προστασία στην πρώτη κατοικία σε ένα εύρος αντικειμενικών αξιών από 180.000 ευρώ για τον άγαμο έως 220.000 ευρώ για τον έγγαμο, προσαυξημένη επιπλέον κατά 20.000 ευρώ για κάθε παιδί.
Από την πλευρά τους, οι τράπεζες αποστέλλουν επιστολές σε δανειολήπτες του ν. Κατσέλη, καλώντας τους να παραιτηθούν από την αίτησή τους και να προσέλθουν για ρύθμιση της οφειλής με «κούρεμα», αντίστοιχο αυτού που θα λάμβαναν αν το δικαστήριο έκανε αποδεκτή την αίτηση.
Τον τελευταίο χρόνο οι τράπεζες έχουν θέσει σε ισχύ νέα προγράμματα ρύθμισης που έχουν ως βάση τους το «κούρεμα» κεφαλαίων. Στα στεγαστικά δάνεια η λύση του haircut προτείνεται στο 10% με 15% των περιπτώσεων.
Σύσσωμες οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν εστιάσει σε ρυθμίσεις που προβλέπουν μερική διαγραφή της οφειλής ώστε το εναπομείναν ποσό να διαμορφώνεται σε ύψος που να μπορεί να εξυπηρετηθεί από τον δανειολήπτη και όχι στην επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής του δανείου.
Την ίδια ώρα τα ιδρύματα έχουν ξεκινήσει να εφαρμόζουν σε ακόμη μεγαλύτερη κλίμακα τόσο το Split Balance όσο και το Ιρλανδικό μοντέλο. Και τα δύο προβλέπουν «σπάσιμο» του δανείου σε δύο μέρη. Ωστόσο, την πρώτη περίπτωση δεν υφίσταται «κούρεμα» του δεύτερου μέρους αλλά «τακτοποίησή» του σε μετεγενεστερο χρόνο, με ρευστοποίηση περιουσίας.
Τα «παραθυράκια» που επέτρεψαν σε στρατηγικούς κακοπληρωτές να εισέλθουν στο ν. Κατσέλη – ποσοστό 25%- είναι και ο λόγος που οι θεσμοί δεν δέχονται παράταση της ισχύος του για ακόμη έναν χρόνο (2019) εκτός και αν αυστηροποιηθεί το πλαίσιο κάτι που θέλουν και οι ίδιες οι τράπεζες.
Συγκεκριμένα, οι διατάξεις του νόμου Κατσέλη προστατεύουν την κύρια κατοικία εφόσον η αντικειμενική της αξία δεν υπερβαίνει τα 180.000 ευρώ για έναν ενήλικα( ποσό που προσαυξάνεται ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση του οφειλέτη σε 220.000 ευρώ για ζευγάρι, 240.000 ευρώ για οικογένεια με ένα παιδί, 260.000 ευρώ για οικογένεια με δύο παιδιά και 280.000 ευρώ για οικογένεια με τρία παιδιά).
Αυτό που συστήνεται από τις τράπεζες είναι στην περίπτωση του ενήλικα να «πέσει» η αντικειμενική αξία στα 70.000 ευρώ για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά στα 100.000 ευρώ και για μία οικογένεια με τρία παιδιά στις 120.000 ευρώ.
Καταναλωτικά δάνεια
Οι τράπεζες είναι περισσότερο πρόθυμες να διαγράψουν χρέη από καταναλωτικά δάνεια (κυρίως πιστωτικές κάρτες) δεδομένου ότι πρόκειται για δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις. Μάλιστα σε ορισμ΄νες περιπτώσεις ο δανειολήπτης μπορεί να πετύχει «κούρεμα» ακόμα και 85% της οφειλή του.