Σε 18 άρθρα ξεδιπλώνει η κυβέρνηση το σχέδιο δράσης της για να μη «νεκρώνει» το κέντρο της Αθήνας λόγω συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας (ιδίως των μικρών σε όγκο), για τις οποίες καθορίζει νέο πλαίσιο με περιορισμούς και προϋποθέσεις.
Σύμφωνα με δημοσίευμα εφημερίδας, στους βασικούς άξονες του νομοσχεδίου, για το πώς θα πραγματοποιούνται οι διαδηλώσεις, περιλαμβάνονται τρεις λέξεις – κλειδιά: ο «αστυνομικός διαμεσολαβητής», ο «οργανωτής» και ο «θάλαμος επιχειρήσεων».
Επιπλέον για την Αστυνομία δεν προβλέπεται μόνο αυξημένος ρόλος – ο κρισιμότερος, για την ακρίβεια – αλλά και η αυστηρή υποχρέωση να προχωρά σε «ειδική αιτιολόγηση», γραπτώς και δημοσίως, των αποφάσεών της.
Η πρόταση νόμου (των πέντε κεφαλαίων) αναμένεται στη δημόσια διαβούλευση αμέσως μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων και αρμόδιες πηγές μιλούν συνολικά για επιχείρηση να «συμφιλιωθεί» το δικαίωμα στη διαδήλωση με τα δικαιώματα όσων ζουν, εργάζονται και μετακινούνται στο κέντρο.
Εξάλλου και ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δεσμευτεί για «απόλυτο σεβασμό στο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της συνάθροισης», βάζοντας ωστόσο τους αστερίσκους για «τον όγκο και την επιβάρυνση που προκαλεί η διαμαρτυρία μερικών δεκάδων στη ζωή εκατομμυρίων».
Εγκαιρη γνωστοποίηση
Ιδιαίτερο βάρος πέφτει στον «οργανωτή» της δημόσιας συνάθροισης, ο οποίος θα πρέπει να αναδέχεται την ευθύνη για την ειρηνική πραγματοποίησή της σε διαρκή, αρμονική συνεργασία με τους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. Συγκεκριμένα, με το άρθρο 3 θεσπίζεται η υποχρέωση έγκαιρης γνωστοποίησης της πορείας – συγκέντρωσης στην αρμόδια αστυνομική αρχή.
Με το επόμενο άρθρο προβλέπονται επιπλέον υποχρεώσεις του «οργανωτή», όπως το να μεριμνά ο ίδιος για την ομαλή διεξαγωγή της συνάθροισης και να ενημερώνει τους συμμετέχοντες για την υποχρέωσή τους «να μη φέρουν όπλα ή άλλα αντικείμενα πρόσφορα για την άσκηση βίας».
Ξεχωριστό κεφάλαιο αποτελεί η νέα ψηφιακή πλατφόρμα, η οποία θα επιτρέπει για πρώτη φορά στους πολίτες να έχουν σε πραγματικό χρόνο και μέσα από τον υπολογιστή τους εικόνα από τους δρόμους της πόλης.
Η ειδική πλατφόρμα θεσμοθετείται με απόφαση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη στο πλαίσιο του Θαλάμου Επιχειρήσεων Παρακολούθησης και Ελέγχου Κυκλοφορίας (ΘΕΠΕΚ) του επιτελείου της Διεύθυνσης Τροχαίας Αττικής. Οποιοσδήποτε πολίτης θα παρακολουθεί τις εν εξελίξει πορείες – εκδηλώσεις αλλά και τις σχετικές κυκλοφοριακές ρυθμίσεις.
Ο μόνος αρμόδιος για την «αναλογική κατάληψη οδοστρώματος», δηλαδή για το αν οι διαδηλωτές θα περιορίζονται στο πεζοδρόμιο, στην πλατεία, στη μία λωρίδα κυκλοφορίας ή σε ολόκληρο τον δρόμο, θα έχει ο κατά τόπο αρμόδιος γενικός αστυνομικός διευθυντής ή ο αστυνομικός διευθυντής των Διευθύνσεων Αστυνομίας, με απλή γνώμη των οικείων δημάρχων.
Η ΕΛ.ΑΣ δηλαδή θα αποτυπώνει αριθμητικά την πορεία, θα επιβάλλει περιορισμούς ακόμα και σε εν εξελίξει διαμαρτυρίες ή θα αποφασίσει τη διάλυσή τους.
Ολες οι αποφάσεις θα πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες, ενώ εάν δοθεί προφορική διαταγή, συντάσσεται αμελλητί πρακτικό – και πάλι με ειδική αιτιολογία. Κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης θα υπάρχει συγκεκριμένος αξιωματικός ως ο «αστυνομικός διαμεσολαβητής», αλλιώς ο σύνδεσμος της αστυνομικής αρχής με τον «οργανωτή».
Συνταγματολόγοι
Για τη σύνταξη του νομοσχεδίου το κυβερνητικό επιτελείο είχε τη νομοθετική «μαγιά» από αντίστοιχη πρόταση που είχε συνταχθεί το 2012 από ομάδα συνταγματολόγων – νομικών (Νίκος Αλιβιζάτος, Μιχάλης Βροντάκης, Αντώνης Μανιτάκης κ.ά.). Δύο διατάξεις – καρμπόν αφορούν την επιβολή περιορισμών.
Συγκεκριμένα αναφέρεται:
1. Επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών σε σχέση με επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, εάν πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή της θα διαταράξει δυσανάλογα την κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής, λόγω ιδίως της συχνής διεξαγωγής συναθροίσεων σε αυτήν.
2. Επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών σε σχέση με δημόσια υπαίθρια συνάθροιση που βρίσκεται σε εξέλιξη, εάν η διεξαγωγή της προκαλεί δυσανάλογα μεγάλη διατάραξη στην κοινωνικοοικονομική ζωή της περιοχής, λόγω του αριθμού των συμμετεχόντων, των μέσων που αυτοί μετέρχονται για την προβολή των απόψεών τους και λαμβάνοντας υπόψη τη συχνότητα με την οποία διεξάγονται συναθροίσεις στη συγκεκριμένη περιοχή.