Η ανακωχή ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Χαμάς, που επέτρεψε την απελευθέρωση ομήρων και φυλακισμένων και τη διανομή κάποιων ποσοτήτων ανθρωπιστικής βοήθειας που χρειαζόταν απελπιστικά, διανύει σήμερα την τέταρτη και τελευταία ημέρα της, με φόντο συνομιλίες για την παράτασή της.
Τη νύχτα της Κυριακής προς Δευτέρα, το ένοπλο παλαιστινιακό ισλαμιστικό κίνημα διαβεβαίωσε σε ανακοίνωσή του πως «επιδιώκει την παράταση της ανακωχής πέραν των τεσσάρων ημερών» που προέβλεπε η συμφωνία, με σκοπό να «αυξηθεί ο αριθμός των κρατουμένων που θα αφεθούν ελεύθεροι».
Πρόκειται για κάτι που προβλεπόταν στη συμφωνία.
Πηγή του Γαλλικού Πρακτορείου προσκείμενη στη Χαμάς εξήγησε ότι το κίνημα «ενημέρωσε τους μεσολαβητές» πως θέλει η ανακωχή να παραταθεί για «δύο ως τέσσερις ημέρες».
Η συμφωνία, που κλείστηκε με μεσολάβηση του Κατάρ —με την υποστήριξη της Αιγύπτου και των ΗΠΑ— και τέθηκε σε ισχύ την Παρασκευή (24/11), προέβλεπε 4ήμερη παύση των εχθροπραξιών, τη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα και την απελευθέρωση 50 ομήρων από τους 200 και πλέον που κρατούνται στον παλαιστινιακό θύλακα, με αντάλλαγμα την αποφυλάκιση 150 φυλακισμένων Παλαιστίνιων.
Από την Παρασκευή, αφέθηκαν ελεύθεροι 39 όμηροι στο πλαίσιο της συμφωνίας και 24 εκτός αυτού του πλαισίου, στην πλειονότητά τους Ταϊλανδοί που εργάζονταν στο Ισραήλ, καθώς και 117 Παλαιστίνιοι φυλακισμένοι, καθώς η συμφωνημένη αναλογία είναι 1 προς 3.
Υπάρχει ρήτρα στη συμφωνία που επιτρέπει την παράταση της ανακωχής, με προϋπόθεση την απελευθέρωση 10 ομήρων την ημέρα, που θα έχει αντάλλαγμα την απελευθέρωση 30 Παλαιστίνιων.
Υιοθετημένη από το Ισραήλ
Ανάμεσα στους ομήρους που απελευθερώθηκαν χθες ήταν κοριτσάκι 4 ετών με αμερικανική υπηκοότητα, το μικρό όνομα του οποίου είναι Αμπιγκέιλ. Το παιδί έμεινε ορφανό στην επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ την 7η Οκτωβρίου. Έκλεισε τα 4 ενώ κρατείτο από τη Χαμάς.
«Έχει υποστεί φρικτό ψυχικό τραύμα», είπε ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, σύμφωνα με τον οποίο η μικρή είδε τους γονείς της να σκοτώνονται μπροστά στα μάτια της.
Πρόσθεσε πως θέλει την παράταση της ανακωχής.
Παρομοίως η κυβέρνηση της Γαλλίας.
«Δεν έχει πια γονείς, όμως όλη η χώρα την παίρνει στην αγκαλιά της. Θα τη φροντίσουμε», είπε ο Πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενζαμίν Νετανιάχου, που συζήτησε τηλεφωνικά με τον κ. Μπάιντεν.
Η ρήτρα που προέβλεπε την παράταση της ανακωχής είναι μεν «ευλογία», πρόσθεσε ο κ. Νετανιάχου, όμως «έχω επίσης πει πως μετά τη συμφωνία θα επιστρέψουμε στον σκοπό μας: να εξαλείψουμε τη Χαμάς και να εγγυηθούμε ότι η Λωρίδα της Γάζας δεν θα είναι πια αυτή που ήταν», συμπλήρωσε.
«Νίκη;»
Ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός, ο οποίος αναμένεται σήμερα να ζητήσει από την κυβέρνησή του να εγκρίνει προϋπολογισμό «πολέμου», ύψους 30 δισεκατομμυρίων σέκελ (7,3 δισεκ. ευρώ), διεμήνυσε πως οι στρατιωτικές επιχειρήσεις θα συνεχιστούν ως «τη νίκη». Έκανε τη δήλωση αυτή στη βόρεια Γάζα, όπου πήγε —για πρώτη φορά μετά τη μονομερή αποχώρηση του Ισραήλ από τον παλαιστινιακό θύλακα το 2005— να επιθεωρήσει στρατιώτες.
Στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, λεωφορεία της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού και της Ερυθράς Ημισελήνου (ΔΕΕΣ) μετέφεραν στη Ραμάλα και στην Μπεϊτούνια αποφυλακισθέντες που υποδέχθηκαν πλήθη ανεμίζοντας σημαίες της Παλαιστίνης, της Χαμάς και άλλων οργανώσεων.
«Αισθάνομαι χαρούμενος και ταυτόχρονα θλιμμένος για το αίμα των μαρτύρων μας. Θλίβομαι για τους μάρτυρές μας αλλά χαίρομαι για τη νίκη της αντίστασής μας», είπε στην Μπεϊτούνια ο Γιάζαν Σαμπά, νεαρός κρατούμενος που αφέθηκε ελεύθερος στο πλαίσιο της ανακωχής.
Το Ισραήλ άρχισε την επίθεση στη Λωρίδα της Γάζας μετά την έφοδο μαχητών της Χαμάς σε νότιους τομείς της ισραηλινής επικράτειας την 7η Οκτωβρίου με 1.200 νεκρούς, κατά τις ισραηλινές αρχές. Κατά τη διάρκεια της πιο πολύνεκρης επίθεσης που υπέστη ποτέ το Ισραήλ από καταβολής κράτους εξάλλου απήχθησαν 240 άνθρωποι και οδηγήθηκαν στον παλαιστινιακό θύλακα.
Σε αντίποινα για την επίθεση αυτή, ο στρατός του Ισραήλ, όπου η πολιτική ηγεσία ορκίστηκε να «εξαλείψει» το παλαιστινιακό ισλαμιστικό κίνημα που πήρε την εξουσία το 2007 στη Λωρίδα της Γάζας, εξαπέλυσε ακατάπαυστους βομβαρδισμούς και την 27η Οκτωβρίου άρχισε χερσαία επιχείρηση.
Με βάση τον πιο πρόσφατο απολογισμό του Υπουργείου Υγείας της Χαμάς, 14.854 άνθρωποι, ανάμεσά τους 6.150 παιδιά, σκοτώθηκαν στους ισραηλινούς βομβαρδισμούς. Η πολιτική προστασία στη Γάζα κάνει λόγο για άλλους 7.000 αγνοούμενους, μεγάλο μέρος των οποίων θάφτηκε στα συντρίμμια.
«200 φορτηγά την ημέρα για δυο μήνες»
Μολονότι η ανακωχή προσέφερε μια ανάπαυλα στους Γαζαίους, η ανθρωπιστική κατάσταση παραμένει «επικίνδυνη» και οι ανάγκες «χωρίς προηγούμενο», σύμφωνα με το Γραφείο Αρωγής και Έργων των Ηνωμένων Εθνών για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή (UNRWA).
Από την Παρασκευή, 248 οχήματα φορτωμένα με ανθρωπιστική βοήθεια μπόρεσαν να εισέλθουν στη Λωρίδα της Γάζας, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
«Θα έπρεπε να στέλνουμε 200 φορτηγά την ημέρα για τουλάχιστον δύο μήνες προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες», τόνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο εκπρόσωπος του UNRWA, ο Αντνάν Αμπού Χάσνα, εξηγώντας πως ακόμα δεν έχουν φθάσει «ούτε πόσιμο νερό, ούτε τρόφιμα» σε ορισμένους τομείς.
«Μιλάνε για παραδόσεις βοήθειας και καυσίμων, αλλά είμαι στο πρατήριο καυσίμων εννιά ώρες κι είναι ακόμα κλειστό», διαμαρτυρόταν χθες στη Χαν Γιούνις ο Μπιλάλ Ντιάμπ, κάτοικος της πόλης.
Ο ισραηλινός στρατός, που χαρακτηρίζει το βόρειο τρίτο του θύλακα «εμπόλεμη ζώνη», είχε ήδη διατάξει επανειλημμένα τον άμαχο πληθυσμό να φύγει και απαγόρευσε σε οποιονδήποτε να επιστρέψει κατά τη διάρκεια της παύσης των επιχειρήσεων.
Παρά τις προειδοποιήσεις του, χιλιάδες εκτοπισμένοι κάτοικοι της Λωρίδας της Γάζας προσπάθησαν να γυρίσουν στα σπίτια τους στο βορρά κατά τη διάρκεια της ανακωχής.
Στην πόλη της Γάζας, που έχει μετατραπεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της σε συντρίμμια, κάτοικοι κινούνταν χθες μέσα σε σύννεφα σκόνης, ανάμεσα σε σωρούς υπολειμμάτων σπιτιών και άλλων κτιρίων, κατέγραψαν κάμερες του AFP.
Οι μισές και πλέον κατοικίες στη Λωρίδα της Γάζας έχουν υποστεί ζημιές ή καταστραφεί εντελώς, σύμφωνα με τον ΟΗΕ· η πλειονότητα των κατοίκων της, 1,7 εκατ. από τα 2,4 εκατ., έχουν υποστεί εξαναγκαστικό εκτοπισμό.
Στα νοσοκομεία στο νότιο τμήμα του θύλακα συνεχίζουν να εισάγονται πολλοί τραυματίες που διακομίζονται σ’ αυτά από το βόρειο, όπου σχεδόν όλες οι δομές υγείας έχουν πλέον πάψει να λειτουργούν