«Mε θεωρούσαν άνθρωπο της καρπαζιάς, έτσι με αντιμετώπιζαν. Με το όπλο αισθανόμουν θεός, την ώρα της δολοφονίας … ψήλωνα» θα εξομολογηθεί κατά την ανάκριση ο Δημήτρης Βακρινός , ο πρώτος έλληνας serial killer αφήνοντας εμβρόντητους τους αστυνομικούς της Ασφάλειας Αττικής.
Με απόλυτη ψυχραιμία, χωρίς ίχνος μεταμέλειας, περιέγραψε τα εγκλήματά του που όλα είχαν ένα κοινό παρανομαστή: δεν υπήρχαν εμφανή κίνητρα, όλα έγιναν δι᾽ ασήμαντον αφορμήν.
Ο Δημήτρης Βακρινός είχε ήδη διαπράξει τρεις δολοφονίες χωρίς να γίνει αντιληπτός, χωρίς οι αρχές να γνωρίζουν την ύπαρξή του, αφού τίποτα δεν μπορούσε να τον συνδέσει με τα θύματα.
Μέχρι που τον Δεκέμβριο του 1995 κάνει το πρώτο λάθος, όταν δολοφονεί εν ψυχρώ τον Κώστα και τον Αντώνη Σπυρόπουλο για οικονομικές διαφορές. Ο Βακρινός ένιωσε πως οι Σπυρόπουλοι τον αδίκησαν, όταν τους πούλησε ένα αυτοκίνητο για 600.000 δραχμές έναντι 700.000 που ήταν η αρχική συμφωνία.
Γι᾽ αυτό αποφάσισε να κλέψει το αμάξι με το αντικλείδι που είχε κρατήσει. Οι Σπυρόπουλοι τον αντιλήφθηκαν, τον καταδίωξαν και τον ακολούθησαν σε ένα βενζινάδικο επί της λεωφόρου Καραμανλή, που είχε καταφύγει, όταν έμεινε από βενζίνη.
Χωρίς να γνωρίζουν πως οπλοφορούσε προσπάθησαν να τον ακινητοποιήσουν. Ο Βακρινός ανοίγει πυρ. Αφού άδειασε πάνω τους όλες τις σφαίρες, επέστρεψε στο αυτοκίνητο, πήρε ένα δεύτερο όπλο, τους έδωσε τη χαριστική βολή και εξαφανίστηκε.
Το λάθος όμως είχε γίνει, αφού οι αστυνομικοί , που ερευνούσαν την δολοφονία, σκέφτηκαν ότι αντικλείδι για το κλεμμένο αυτοκίνητο θα μπορούσε να έχει ο αρχικός ιδιοκτήτης του, δηλαδή ο Βακρινός, χωρίς όμως να καταφέρουν να τον εντοπίσουν.
Λίγους μήνες αργότερα, στις 30 Μαΐου του 1996 ο Βακρινός δολοφονεί τον Σεραφείμ Αγιαννίδη, επειδή το θύμα «του χάλασε το προξενιό με μια κοπέλα που ήταν ερωτευμένος».
Φορώντας μια μαύρη κουκούλα χτύπησε το κουδούνι στο σπίτι του Αγιανίδη στο Περιστέρι. Ο τελευταίος απουσίαζε και η μητέρα του, όταν είδε από το ματάκι της πόρτας τον κουκουλοφόρο, ειδοποίησε την αστυνομία.
Ο Βακρινός κρύφτηκε στην αποθήκη του ισογείου και μόλις εμφανίστηκε ο Αγιαννίδης τον πυροβόλησε θανάσιμα. Από τα πυρά του δολοφόνου τραυματίστηκε σοβαρά ο πατέρας του θύματος και ένας από τους αστυνομικούς που είχαν ανταποκριθεί στην κλήση. Ο Βακρινός ξεφεύγει αλλά μια γειτόνισσα του θύματος κατέθεσε πως ο δράστης διέφυγε με ταξί.
Οι αστυνομικοί εξέτασαν τους οδηγούς στις πιάτσες των ταξί ρωτώντας τους αν την συγκεκριμένη ημέρα και ώρα είχαν πάρει έναν κοντό και λεπτοκαμωμένο πελάτη. Οι έρευνες οδηγούνταν σε αδιέξοδο μέχρι που κάποιος αξιωματικός σκέφτηκε πως ο δράστης θα μπορούσε να είναι οδηγός και όχι πελάτης.
Το όνομα Βακρινός άλλωστε τους ήταν ήδη γνωστό από την δολοφονία των αδελφών Σπυρόπουλων. Ο Δημήτρης Βακρινός συνελήφθη τον Απρίλιο του 1997. Κατά την ανάκριση θα ομολογήσει τρεις ακόμα δολοφονίες.
Το πρώτο θύμα ήταν ο συγκάτοικός του, Παναγιώτης Γαγλίας, γνωστός στον υπόκοσμο και ως πεταλούδας, τον οποίο δολοφόνησε το 1987 στο σπίτι τους στην Πετρούπολη, ενώ κοιμόταν, γιατί του είχε κλέψει μια καραμπίνα.
Ψύχραιμος μετά τη δολοφονία τύλιξε το πτώμα με νάυλον σακούλες και το ξεφορτώθηκε σε ερημική περιοχή της Αργολίδας. Είχε διαπράξει τον πρώτο του φόνο και παρέμενε ασύλληπτος.
Θα ακολουθήσει η άγρια δολοφονία της Αναστασίας Σιμιτζή το 1993. Η Σιμιτζή είχε επιβιβαστεί στο ταξί του σε κατάσταση μέθης. Άρχισαν να φλερτάρουν και πηγαίνουν σε διάφορα μπαρ. Όταν εκείνη αρνείται να τελειώσουν ερωτικά τη βραδιά τους την οδηγεί στον Σκαραμαγκά την περιλούζει με πετρέλαιο και την καίει ζωντανή, επειδή τον προσέβαλε αποκαλώντας τον κοντό, όπως δηλώνει στους αστυνομικούς.
Στον κατάλογο των θυμάτων του θα προστεθεί και ο συνάδελφός του , ταξιτζής Θεόδωρος Ανδρεάδης, το πτώμα του οποίου βρέθηκε στο Λουτράκι Κορινθίας τον Ιανουάριο του 1994. Ο Βακρινός ομολογεί τη δολοφονία του λέγοντας πως τον σκότωσε γιατί δεν τον άφησε να πάρει πελάτη από την πιάτσα των ταξί στην Ελευσίνα.
Ο Δ. Βακρινός δεν δικάστηκε ποτέ για τα εγκλήματά του. Στις 25 Μαΐου του 1997 βρέθηκε νεκρός, στο κελί του στις φυλακές Κορυδαλλού, κρεμασμένος από τα κορδόνια των παπουτσιών του.
να προσεχουν πολυ οσοι δεν υπολογιζουν τους αλλους