Τι πραγματικά θα αλλάξει ο νέος πλανητάρχης στην Ελλάδα, την Ευρώπη και την Ρωσία

Κοινοποίηση:
τττττττ

Με το αποτελέσματα στις αμερικανικές εκλογές να παραμένει αμφίρροπο, το Sputnik συνομίλησε με ειδικούς και πρώην υπουργούς Εξωτερικών της Ελλάδας για να ανιχνεύσει τι θα σήμαινε μια επανεκλογή Τραμπ ή μια νίκη Μπάιντεν για την Ελλάδα και όλο τον πλανήτη.

Τι θα σήμαινε μια επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ; Στον αντίποδα, τι θα έφερνε μια νίκη του Τζο Μπάιντεν; Με το αποτέλεσμα των κρίσιμων αμερικανικών εκλογών να παραμένει ανοιχτό, το Sputnik επιχειρεί μια ανάλυση των δύο πιθανών αποτελεσμάτων.

Τα όσα σηματοδοτεί μια ενδεχόμενη επανεκλογή του Αμερικανού Προέδρου Ντόνταλντ Τραμπ, αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά, την Κίνα, το Ιράν και τη Βενεζουέλα, εξηγεί στο Sputnik o Θέμης Τζήμας, δικηγόρος και μεταδιδακτορικός ερευνητής του ΑΠΘ στο Διεθνές Δίκαιο.

Από την άλλη, Ντόρα Μπακογιάννη και Γιώργος Κατρούγκαλος αναλύουν τι θα σήμαινε μια νίκη του Μπάιντεν για τη χώρα μας, αλλά και την Ε.Ε.
Τι φέρνει μια επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ;
Την άποψη ότι μια επανεκλογή Τραμπ δεν θα φέρει μεγάλες εκπλήξεις όσον αφορά την αμερικανική πολιτική εκφράζει στο Sputnik o Θέμης Τζήμας, δικηγόρος και μεταδιδακτορικός ερευνητής του ΑΠΘ στο Διεθνές Δίκαιο.

Το ζήτημα-κλειδί για τον Πρόεδρο των ΗΠΑ σε αυτή την τετραετία είναι αν θα ασκεί ο ίδιος τον έλεγχο ή το «βαθύ» αμερικανικό κράτος.

«Αν η εξουσία τελικά περάσει στους αντιπροέδρους και σε ένα ευρύ σύστημα παραγόντων, τότε θα υπάρξουν αλλαγές στην πολιτική. Αν ο Τραμπ διατηρήσει τον έλεγχο, θα συνεχίσει την ίδια πολιτική που εφάρμοσε μέχρι τώρα. Το πρόβλημα με τον Τραμπ είναι ότι ο ίδιος δεν είναι πολύ πειστικός στις απειλές του. Ξεκινά με μια απειλή την οποία δεν υλοποιεί» αναφέρει και προσθέτει:

«Με τον Τραμπ, το μοτίβο στα ελληνοτουρκικά θα είναι περίπου το ίδιο: Βλέπουμε ένα σαφές “κλείσιμο του ματιού” στην Τουρκία. Στην περίπτωση που δεν θα υπάρχει υπουργός Εξωτερικών προερχόμενος από το “βαθύ κράτος” των ΗΠΑ, αλλά θα τοποθετηθεί μια προσωπική επιλογή Τραμπ, θα υπάρξει μια μετατόπιση της υποτιθέμενης ισορροπίας που προφασίζονται οι ΗΠΑ υπέρ της Τουρκίας».

Όπως τονίζει ο αναλυτής, για την αμερικανική πολιτική η Ελλάδα θα παραμείνει δεδομένη και η Τουρκία συνεννοήσιμη – έστω και με δυσκολία. Όσον αφορά την ίδια την Ελλάδα «κάθε Αμερικανός Πρόεδρος επεκτείνει εξοπλιστικά προγράμματα – ειδικά ο Τραμπ που πουλάει όπλα σε όλους. Αν δεν πουλήσει στις ΝΑΤΟϊκές χώρες, τότε πού θα πουλήσει;» διερωτάται. Το πιθανότερο πάντως, όπως υπογραμμίζει, είναι ότι ο Τραμπ δεν θα ασχοληθεί προσωπικά με τα ελληνοτουρκικά και θα στρέψει τελικά όλο το ενδιαφέρον του προς την Κίνα.

Σε σχέση με την Κίνα ο αναλυτής εκτιμά ότι ο εμπορικός πόλεμος θα συνεχιστεί σε μεγαλύτερη έκταση.

«Θα συνεχίσει ό,τι έκανε και θα προσπαθήσει να ανακόψει την οικονομική επέκταση της Κίνας. Θα ασκήσει πίεση στις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας που έχουν τη δυνατότητα να κάνουν τα κινεζικά κεφάλαια πιο επεκτατικά. Η πολιτική του Τραμπ είναι το δόγμα του οικονομικού εθνικισμού που στάθηκε απέναντι στην παγκοσμιοποίηση. Είτε λόγω προστασίας είτε λόγω μαφιόζικου εκβιασμού κατορθώνει να επιβάλλει τους όρους του. Αυτό που επιθυμεί μεταξύ άλλων είναι να αναπτυχθούν οι αμερικανικές εταιρείες εντός των ΗΠΑ και όχι οι ξένες» εξηγεί ο ειδικός.

Σχετικά με το Ιράν, η επανεκλογή Τραμπ σηματοδοτεί -σύμφωνα πάντα με τον αναλυτή- «την επίλυση ενός προβλήματος με το οποίο δεν κατάφερε να ασχοληθεί την πρώτη τετραετία. Πρέπει να υπολογιστεί σε αυτό και η παράμετρος των άγνωστων σχέσεων του Τραμπ με ισραηλινά λόμπι. Μέχρι τώρα έδειξε ότι δεν θέλει να προβεί σε έναν μεγάλο πόλεμο και εκτιμώ ότι θα συνεχίσει με την ίδια στρατηγική. Ενώ έχει πραγματοποιήσει εγκληματικές ενέργειες όπως η δολοφονία Σολεϊμανί, δεν έχει διεξάγει ανοιχτό πόλεμο. Η λογική λέει ότι δεν θα το κάνει ούτε στη δεύτερη τετραετία, καθώς θα είχε ξετυλίξει το πολεμικό του προφίλ νωρίτερα. Θα επιδιώξει διάλογο».

Το ερώτημα που τίθεται από τον αναλυτή είναι αν λόγω της ηλικίας του και άλλων παραγόντων, ο Τραμπ θα διατηρήσει τον έλεγχο σε αυτές τις αποφάσεις ως το τέλος της τετραετίας.

Αναφορικά με τη Βενεζουέλα, σύμφωνα με τον κ. Τζήμα, έχει αποδειχθεί ότι ο Γκουαϊδό  «είναι ένα καμένο χαρτί και προς το παρόν δεν υπάρχει άλλη λύση. Θα τον διατηρήσουν όσο μπορούν».

Όσον αφορά το ΝΑΤΟ, μια ενδεχόμενη επανεκλογή Τραμπ σημαίνει πιθανή απαξίωση. Άλλωστε κατά τα λεγόμενα του πρώην συμβούλου εθνικής ασφαλείας, Τζον Μπόλτον, ο Τραμπ σχεδίαζε να βγάλει τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ το 2018.

«Η ιστορία της απαξίωσης του οργανισμού ανατρέχει στο μακρινό 2003 και στον πόλεμο στο Ιράκ. Στην πραγματικότητα οι ΗΠΑ θυμούνται το ΝΑΤΟ μόνο αναφορικά με τα δυτικά σύνορα της Ρωσίας και τις χώρες με τις οποίες αυτή συνορεύει. Το ΝΑΤΟ χρησιμοποιείται στα παγωμένα μέτωπα των ΗΠΑ όπως ήταν τα Βαλκάνια, με τη Συμφωνία των Πρεσπών ως μηχανισμός που προσπαθεί να έλξει κράτη προς τη μεριά τους. Εκεί που οι ΗΠΑ εφαρμόζουν πολεμική ισχύ κινούνται μόνες τους και με επιλεκτικές συμμαχίες. Επομένως το ΝΑΤΟ είναι ούτως ή άλλως αποδυναμωμένο. Δεν είναι βέβαιο ότι ο Τραμπ δεδομένης της ηλικίας του και των αντιθέσεων που θα συναντούσε θα έβγαζε τις ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ» καταλήγει ο Κ. Τζήμας.

Τι θα σήμαινε νίκη του Τζο Μπάιντεν;
Βελτίωση στις σχέσεις ΗΠΑ-Ε.Ε. που θα ευνοήσουν και την Ελλάδα, αλλαγή στις σχέσεις με την Τουρκία και επιστροφή στη σταθερότητα του αμερικανικού γραφειοκρατικού μηχανισμού (administration), χωρίς να αλλάζει ωστόσο άρδην η εξωτερική αμερικανική πολιτική ως προς τη Μεσόγειο, βλέπει μετά από μια νίκη Μπάιντεν η πρώην υπουργός Εξωτερικών και βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Ντόρα Μπακογιάννη.

«Η νίκη του Μπάιντεν σημαίνει καταρχάς μεγάλη αλλαγή στη θέση Ηνωμένων Πολιτειών και Ευρώπης» υποστηρίζει. «Οι ΗΠΑ απομακρύνθηκαν πάρα πολύ από την Ευρώπη, καθώς διαπιστώναμε έλλειψη συνεργασίας των ΗΠΑ και των ευρωπαϊκών θεσμών. Αυτό, εκτιμώ, αλλάζει ριζικά με εκλογή Μπάιντεν. Κι αυτό από μόνο του σημαίνει πάρα πολλά και για την Ελλάδα» προσθέτει, «με την έννοια ότι είναι μέλος της Ε.Ε. κι επομένως μια ισχυρή Ενωμένη Ευρώπη δεν θα αντιμετωπίζει τις ΗΠΑ με την καχυποψία που αντιμετωπιζόταν επί Τραμπ».

Το δεύτερο σοβαρό σημείο μετατόπισης με ενδεχόμενη εκλογή του υποψηφίου των Δημοκρατικών είναι, σύμφωνα με την κα Μπακογιάννη, ότι «καθίσταται σαφές από τις τοποθετήσεις των Δημοκρατικών πως πέραν της ασφάλειας και σταθερότητας στη Μεσόγειο που επιδιώκουν -κάτι στο οποίο ταυτίζονται με τη διοίκηση Τράμπ-, ενδιαφέρονται πάρα πολύ και για την εσωτερική κατάσταση της Τουρκίας ως προς τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ως προς την ελευθερία της έκφρασης, ως προς τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών κ.λπ. Άρα υπάρχουν στους κόλπους των Δημοκρατικών πάρα πολύ έντονες φωνές, οι οποίες λένε ότι ο Ερντογάν κινείται προς μια κατεύθυνση που προκαλεί αν μη τι άλλο τεράστια ερωτηματικά».

«Από εκεί και πέρα» συνεχίζει η συνομιλήτριά μας «η αίσθησή μου είναι ότι θα επανέλθει μια σταθερότητα στο σύνολο του αμερικανικού γραφειοκρατικού μηχανισμού (administration) ως προς τις συνολικές σχέσεις με τον κόσμο».

«Δεν θεωρώ ασφαλώς ότι θα αλλάξει άρδην η εξωτερική αμερικανική πολιτική ως προς τη Μεσόγειο» υπογραμμίζει η πρώην ΥΠΕΞ, «διότι και επί διοίκησης Τραμπ οι ανησυχίες για την πιθανή αναστάτωση, για να μην πω -κάτι που είναι η πραγματικότητα- για τον κίνδυνο διάλυσης της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, ήταν πάρα πολύ μεγάλες. Ένας νέος πρόεδρος, και δη πρόεδρος των Δημοκρατικών, θα δώσει παρόλα αυτά αναμφισβήτητα έναν άλλο τόνο και στη σχέση του με το σύνολο των ευρωπαίων ηγετών».

Κατρούγκαλος: Ο Μπάιντεν ενδιαφέρεται να έχει ως στρατηγικό αντίπαλο τη Ρωσία
«Θα υπάρξουν αλλαγές στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, αλλά πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και να μην υπερβάλλουμε στην αισιοδοξία μας ως προς το εύρος αυτών» μας προκαταλαμβάνει -κληθείς να σχολιάσει μια ενδεχόμενη νίκη του Μπάιντεν- ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, συνταγματολόγος και βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Κατρούγκαλος.

«Στο παρελθόν υπήρχαν εποχές που πανηγύριζαν οι Έλληνες, για την εκλογή του Δημοκράτη συνήθως υποψηφίου. Θυμάμαι τις εποχές του Προέδρου Κάρτερ ως κομβικό σημείο στη μετεξέλιξη και των διμερών ελληνοαμερικανικών, αλλά και στη σχέση μας με την Τουρκία μέσω αυτών όμως. Ωστόσο, πρέπει να έχουμε πάντοτε υπόψη μας, ότι οι σχέσεις οι διπλωματικές προσδιορίζονται από τα συμφέροντα των κρατών και αυτά έχουν ιδιαίτερα χρονικό βάθος και εμβέλεια που δεν αλλάζει εύκολα με την εκλογή του ενός ή του άλλου προέδρου των ΗΠΑ».

Επομένως, αυτό που θα εκλείψει με μια εκλογή Μπάιντεν, συνεχίζει ο κ. Κατρούγκαλος, «είναι η προσωπική σχέση που είχε αναπτύξει ο πρόεδρος Τραμπ με τον Ερντογάν, λόγω της μη επανεκλογής του. Όμως έχουμε ήδη τις σταθερές των ελληνοαμερικανικών σχέσεων που βρίσκονται πράγματι σε υψηλό επίπεδο ήδη από την έναρξη του στρατηγικού διαλόγου με τις ΗΠΑ επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε τη σταθερή θέση του του Κογκρέσου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ απέναντι στις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Αυτά με τον Μπάιντεν σε μεγάλο βαθμό θα συνεχιστούν».

Μεγάλες αλλαγές με νίκη Μπάιντεν, προβλέπει ότι θα δούμε στη Μέση Ανατολή: «Ο Τραμπ ενίσχυσε τάσεις που υπήρχαν, για παράδειγμα ως προς την αποχώρηση των ΗΠΑ από την ευρύτερη περιοχή που και ο Ομπάμα είχε ξεκινήσει. Άλλη τάση της προεδρίας Τραμπ ήταν η αμφισβήτηση πολλών θεσμών, του συστήματος των ΗΠΑ. Τελευταίο παράδειγμα η σύγκρουσή του με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και η αμφισβήτηση πολλών θεσμών διακρατικών σχέσεων. Αυτά θα αλλάξουν».

Και ο κ. Κατρούγκαλος διαβλέπει ότι «η σχέση με την Ε.Ε ενδεχομένως με τον Μπάιντεν να γνωρίσει κάποια σχετική βελτίωση, τουλάχιστον στο επίπεδο της ρητορικής». Ενδιαφέρον, επισημαίνει, τέλος, έχει το γεγονός ότι ο Μπάιντεν «ενδιαφέρεται να έχει ως στρατηγικό αντίπαλο των ΗΠΑ όχι τόσο την Κίνα, όπως ο Τραμπ, αλλά τη Ρωσία. Δεν ξέρω πώς θα εξελιχθεί αυτός το επίπεδο της πολιτικής και της στρατηγικής του. Μολονότι είναι προφανές ότι κι εκεί ο πολυκεντρικός σύγχρονος κόσμος των διεθνών σχέσεων δεν προσφέρεται για τεράστιες αλλαγές πολιτικής».

Ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας-ψηφοφόρος του Ντόναλντ Τραμπ: Η Ελλάδα είναι πλέον ούτως ή άλλως ένας καλός σύμμαχος της Αμερικής
«Δεν αλλάζει κάτι με εκλογή Μπάιντεν. Η Ελλάδα είναι πλέον ούτως ή άλλως ένας καλός σύμμαχος της Αμερικής. Και θα είναι καλές οι σχέσεις και με τον Μπάιντεν, όπως ήταν με τον Τραμπ» υποστηρίζει Ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας και ψηφοφόρος του Ντόναλντ Τραμπ, με έδρα σήμερα την Αθήνα, που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του. Επομένως, «μια προεδρία Μπάιντεν θα είναι όπως όλες των Δημοκρατικών. Έχουν ιστορικά μια πολιτική ίσων αποστάσεων για Ελλάδα-Τουρκία και ισορροπίας μέσω ΝΑΤΟ».

Εκτός -τονίζει- από την εποχή της Χίλαρι Κλίντον, ως υπουργού απ’ το δημοκρατικό στρατόπεδο, που «ίσως είναι η πιο καταστροφική στη περιοχή μας τα τελευταία 40 χρόνια (βλέπε Αραβική Άνοιξη, Τυνήσια, Λιβύη [Καντάφι], Αίγυπτο, Συρία, ISIS, Τουρκία). Μεγάλη η αστοχία των Αμερικανών στην εξωτερική πολιτική εκείνη την εποχή. Είχε υποσχεθεί ο Ομπάμα έξοδο των Αμερικάνων από πολέμους (Αφγανιστάν, Ιράκ) με υπεύθυνο συντονιστή, αν θυμάστε, τον ίδιο τον Μπάιντεν, που τσακωνόταν με τους στρατιωτικούς για χρόνια! Τα κάνανε θάλασσα! Ο Τραμπ κέρδισε την εμπιστοσύνη του Ισραήλ και κατάφερε αυτή τη μεγάλη συμφωνία μαζί του. Οι Δημοκρατικοί δεν θα το κατάφερναν αυτό κυριολεκτικά ποτέ. Δεν θα δούμε μεγάλα οφέλη από τον Μπάιντεν ούτε κι εμείς επομένως» καταλήγει ο επιχειρηματίας.

Για τον συντονιστή Τεχνικών Ομάδων και Διευθυντή του Κέντρου Έρευνας και Καινοτομίας Electrosonic Inc., με πελάτες το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας των ΗΠΑ, τη NASA, τις Disney, Microsoft κ.ά., Γιάννη Καμπόλη, με μια εκλογή του Τζο Μπάιντεν θα αλλάξει καταρχάς η εξωτερική πολιτική σε σχέση με την Κίνα, τη Ρωσία, τη Βόρειο Κορέα και το Αφγανιστάν.

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: