Έθαψε υπό απειλή 22 εκτελεσθέντες – Ο ένας εξέπνευσε όταν ξυλοφορτώθηκε από τους Τούρκους
Oι Τούρκοι τον εξανάγκασαν να θάψει περίπου 30 Ελληνοκύπριους τους οποίους δολοφόνησαν.
Οι εισβολείς μάζεψαν άλλους δέκα από την εκκλησία της Βώνης, οι οποίοι δεν έδωσαν σημεία ζωής μέχρι τις 22/1/1975 που έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία.
Πρόκειται για τον Ιωάννη Κλεάνθους, ο οποίος, όπως μαρτυρεί, είδε επίσης τους Τούρκους να σκοτώνουν έναν άνθρωπο ύστερα από άγριο ξυλοδαρμό.
Παράλληλα, τον υποχρέωσαν να σπάσει ιερά σκεύη και αντικείμενα μέσα στην εκκλησία.
Οι Τούρκοι τράβηξαν τις «ποδιές» των αγίων και αφού τις αφαίρεσαν, τις έδωσαν σε αιχμαλώτους να σκεπαστούν.
Τους έβαλαν επίσης να προσκυνούν την τουρκική σημαία και ενώ το έκαναν τους χτυπούσαν δυνατά στο πρόσωπο με το κοντάκι του όπλου.
Τους υποχρέωσαν επίσης να δέσουν δύο δολοφονηθέντες από τα πόδια και να τους σύρουν στην απέναντι πλευρά του δρόμου.
Αφήνουμε τον Ιωάννη Κλεάνθους να περιγράψει τις στιγμές που έζησε στη Βώνη τη δεύτερη τουρκική εισβολή, όπως αυτή καταγράφεται στην κατάθεσή του:
Στις 14/8/1974 βρισκόμουν στη Βώνη και γύρω στο μεσημέρι άκουσα χωριανούς και στρατιώτες που φώναζαν να φύγουμε επειδή έρχονταν οι Τούρκοι.
Τότε, μαζί με άλλους χωριανούς πήγαμε στο Παλαίκυθρο, αλλά εκεί ήρθαν καμιά δεκαπενταριά στρατιώτες και μας είπαν ότι το χωριό ήταν περικυκλωμένο.
Κάτοικοι Παλαικύθρου έδωσαν πολιτικά ρούχα στους στρατιώτες οι οποίοι έκρυψαν τα όπλα τους.
Στο Παλαίκυθρο ήμασταν περίπου 200 ψυχές και διανυκτερεύσαμε στο χωριό.
Το μεσημέρι της επόμενης μέρας μπήκαν Τούρκοι στρατιώτες και άρχισαν να ρίχνουν πυροβολισμούς.
Στο σχολείο, όπου βρισκόμασταν περίπου 150 άτομα (άνδρες γυναίκες και παιδιά), υψώσαμε σημαία άσπρη.
Μπήκαν στο σχολείο καμιά δεκαριά Τούρκοι στρατιώτες και άρχισαν να ρίχνουν πυροβολι σμούς στην οροφή.
Μας έβγαλαν έξω και έβαλαν χωριστά τους νέους, τους γέρους και τα γυναικόπαιδα. Κατόπιν μας έκαναν έρευνα και ό,τι εβαστούσαμεν μας τα έπιασαν.
Εγώ κρατούσα 70 λίρες και μου τις έπιασε ένας Τούρκος μαζί και το ρολόι μου.
Από τις γυναίκες άρπαξαν τους σταυρούς και ό,τι άλλα χρυσαφικά κρατούσαν.
Τους νέους, περίπου εκατόν άτομα, που ήταν ηλικίας 20-50 χρόνων, τους έβαλαν σε λεωφορεία και έφυγαν.
Εμένα με έβαλαν στην ομάδα των γερόντων και μου είπαν ότι μπορούμε να μείνουμε στο χωριό.
Εγώ με τη γυναίκα μου και ένα άλλο ζευγάρι με την κόρη τους, πήραμε άδεια να επιστρέψουμε στη Βώνη, από όπου καταγόμαστε.
Μόλις μπήκαμε στο χωριό, είδαμε την τούρκικη σημαία στην εκκλησία.
Μας συνέλαβαν οι Τούρκοι και αφού μας επήραν ό,τι έμεινε από την προηγούμενη έρευνα, μάς μετέφεραν.
ΜΕΧΡΙ τις 25/8/1974 οι Τούρκοι έφερναν και άλλους ομήρους και εγίναμεν περίπου 700 ψυχές.
Επειδή δεν μας χωρούσε η εκκλη- σία, οι Τούρκοι πήραν τις γυναίκες και τα παιδιά στο σχολείο και κάποιους άντρες τους έβαλαν σε σπίτια που βρίσκονταν κοντά στην εκκλησία.
Στις 19 Αυγούστου οι Τούρκοι μου φώναξαν εμένα και του Παυλή και κάποιου άλλου που ήταν από την Κυθρέα και ήταν κουφός, του οποίου το όνομα δεν θυμάμαι και μας επήραν στο σπίτι κάποιας Δέσποινας, όπου υπήρχαν δύο άγνωστοί μου σκοτωμένοι και τους εθάψαμε στο χωράφι έξω από το σπίτι της.
Ένας γέρος, μας εφώναξε και εθάψαμεν την κοτζιάκαρήν του που όπως μας είπεν, επαίξαν την οι Τούρκοι.
Πιο κάτω από το σπίτι της Δέσποινας, περί τα εκατό μέτρα, είχαν σκοτωμένον έναν άγνωστο μου, περίπου 25 ετών και τον εθάψαμεν και τούτον εκεί που ήταν.
Μετά μας επήραν οι Τούρκοι εις το δυτικόν μέρος του χωριού, όπου κάτω από τις ελιές υπήρχαν δέκα άνδρες σκοτωμένοι και έναν τράκτορ που οδηγείτο από Τούρκο άνοιξεν έναν χαντάτζιη τζιαι εμείς εβάλαμεν τους σκοτωμένους μέσα, τζιαι εκούνταν το χώμα τζιαι εσσιέπαζέν τους.
Μετά μας επήραν πάλε κοντά στο σπίτιν της Δέσποινας και περίπου 200 μέτρα μακριά μέσα σε έναν σπίτιν είχεν έναν άνδρα σκοτωμένον περίπου 30 ετών και τον εθάψαμεν και τούτον μέσα στο χωράφιν πόξω που το σπίτιν.
Μετά μας επήραν στο σπίτιν του κουνιάδου μου Ιωάννη Νικολάου Κιουζέλη όπου ανηύραμε δύο νε- κρούς άγνωστους μου και τους εβάλαμε σε ένα μικρόν χαντάκι, χωρίς να βγάλουμε λάκκους και το τρακτέρ έπιασε χώμα με την κούππαν τζιαί εσσιέπασεν τους.
Ύστερα που το μεσημέριν, τον Παυλήν τζιαι τον κουφόν επήραν τους οι Τούρκοι τζιαι εθάφκαν σκοτωμένους, τζιαι εμέναν εβάλαν με τζιαι εμάζευα κουβάρια σύρματα τζιαι πολεμοφόδια τζιαι εφορτώναμεν τα πάνω σε έναν αυτοκίνητον.
Πόσους νεκρούς εθάψαν, δεν ξέρω.
Πυροβολούσαν τις εικόνες των αγίων
ΓΥΡΩ στις 8 το βράδυ ήρθε ένας Τούρκος στρατιώτης ηλικιωμένος και του ζητήσαμε ψωμί επειδή επεινούσαμε.
Μας έδωσαν από ένα κομμάτι ψωμί και από 2-3 ελιές.
Ύστερα του ζητήσαμε κουβέρτες και τότε οι Τούρκοι άρχισαν να πυροβολούν τις εικόνες των αγίων και άλλα ιερά αντικείμενα.
Ένας Τούρκος έβγαλε τις ποδιές των αγίων και μας τις έδωσε να κοιμηθούμε πάνω.
Όταν ξημέρωσε έφεραν άλλους δεκαπέντε ομήρους, άνδρες, γυναίκες και παιδιά.
Ένας Τούρκος στρατιώτης μάς έβαλε και φιλήσαμε την τουρκική σημαία και την ώρα που τη φιλούσαμε, μας χτυπούσε δυνατά στο πρόσωπο με το κοντάκι του όπλου.
Μετά ο Τούρκος στρατιώτης που ανέφερα προηγουμένως, έφερε δύο κούσπους και έδωσε έναν σε εμένα και έναν στον Παυλή από τη Βώνη και υπό την απειλή του όπλου μας έβαλε να σπάζουμε διάφορα άγια αντικείμενα της εκκλησίας.
Εσπάσαμεν επίσης το χρηματοκιβώτιο, αλλά δεν είχεν τίποτε μέσα.
Μαγείρεψαν όρνιθες
Στην εκκλησία μπήκαν τέσσερις Τούρκοι στρατιώτες και επιάσαν τέσσερις γυναίκες και μας είπαν ότι θα τις πάρουν για να φέρουν όρνιθες από τα σπίτια του χωρκού.
Εμείς υποψιαστήκαμεν ότι ο σκοπός τους Τούρκους ήταν να τις βιάσουν.
Οι Τούρκοι τις ετράβησαν και υπό την απειλή των όπλων αναγκαστήκαν και πήγαν μαζί τους.
Μετά από πολλήν ώρα οι γυναίκες επέστρεψαν μία-μία και εκρατούσαν όρνιθες.
Όταν τις ρωτήσαμε αρνήθηκαν ότι τις βίασαν οι Τούρκοι.
Έβαλαν τις γυναίκες και μαγείρεψαν τις όρνιθες και αυτοί έτρωγαν και έπιναν οινοπνευματώδη μέσα στην εκκλησία και εδιασκέδαζαν.
Αν ευρέθετουν κανένας καλός Τούρκος, έριχνεν και σε εμάς κανέναν κομμάτι.
ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ
Για τις μάχες που διε- ξήχθησαν κατά τη δι- άρκεια της δεύτερης εισβολής γράφτηκαν πολλά.
Η μαρτυρία του Ιωάννη Κλεάνθους, περιγράφει τα έργα και τις ημέρες των Τούρκων, όταν αυτοί επε- κράτησαν και είχαν να αντιμετωπίσουν άοπλους πολίτες και δεί- χνει τη στάση τους και τον πολιτισμό τους.
Ημαρτυρία του Ιωάννη Κλεάνθους για τις συγκλονιστικές στιγμές που έζησε στη δεύτερη εισβολή, έχει συνέχεια μέσα από αφηγήσεις που δίνει ο ίδιος και οι οποίες αποτυπώνουν το μέγεθος του δράματος που έζησε ο Κυπριακός Ελληνισμός τις μέρες εκείνες.
Ο ίδιος περιγράφει τα γεγονότα ως εξής:
«Στις 19 Αυγούστου οι Τούρκοι επήραν μας με τον Παυλήν Χ”Νικόλα τζιαι τον Κύπρο Στυλλή και μας πήραν στο σπίτι της Δέσποινας Ττοουλή στην άκραν του χωρκού προς την Επηχώ και βρήκαμε δύο άγνωστους μας νεκρούς παιξούμενους.
Μαζί μας ήταν και 3-4 στρατιώτες και μας διέταξαν και δέσαμε τα πόδια τους πεθαμένους με σχοινί και τους ετραβήσαμεν να τους περά- σουμε στην απέναντι πλευράν του δρόμου.
Τους εθάψαμεν απέναντι από το σπίτι της Δέσποινας.
Ύστερα μας επήραν τζιαι εθάψαμεν την γυναίκαν του Χαβάτζα Σάββα που ήταν παιξούμενη.
Σε άλλο σημείο βρήκαμε νεκρόν τον Θεοχάρη Ζαμπακίδη που ήταν παιξούμενος και τον εθάψαμεν επιτόπου.
Την ίδια ημέρα μας επήραν και θάψαμεν άλλους τέσσερις νεαρής ηλικίας που φορούσαν πολιτικά και πιθανόν να ήταν στρατιώτες.
Τους δύο τους εθάψαμεν σε χωράφι και στους άλλους δύο τους εσύραμεν ασβέστη επειδή ήταν σε αποσύνθεση και δεν μπορού- σαμεν να τους μεταφέρουμεν.
Πιο πάνω, μέσα στο σπίτιν του Παράσχου Νικόλα, βρήκαμεν έναν παιξούμενον νεαρής ηλικίας, πιθανόν στρατιώτη, και τον εθάψαμεν.
Στις 21 8/1974 μας μετέφεραν πάλιν και τους τρεις εκ δευτέρου στο σπίτιν του κου- νιάδου μου, όπου είχεν νεκρούς που δεν τους είδαμε στις 19 Αυγούστου, επειδή ήταν στο ανώγειον του σπιθκιού.
Τον έναν τον εθάψαμεν αλλά τον άλλον επειδή είχεν σχεδόν λιώσει, εσύραμεν πάνω του ασβέστη τζιαι αφήσαμεν τον τζειαμαί.
Εν όλω, εγώ με τους άλλους δύο εθάψαμεν 22 άτομα αλλά δεν ξέρω πόσους εθάψαν οι άλλοι μόνοι τους χωρίς εμέναν (Στα 22 άτομα δεν περλαμβάνονται κάποιες άλλες ταφές στις οποίες ο Κλεάνθους έδωσε συμπληρωματική κατάθεση το 1997 και μερικές από τις οποίες αναφέρονται πιο πάνω με ημερομηνία 19 Αυγούστου).
Δεν ξέρω πόσοι θάφτηκαν ακριβώς, επειδή δεν εμπορούσαμεν να μιλούμεν μεταξύ μας διότι εδέρναν μας μέχρι να μας κάμουν τελείως άχρηστους και εις την παρουσίαν μου εκτύπησαν σε διάφορες ημερομηνίες αρκετά πρόσωπα.
Μάλιστα στην παρουσία μου οι Τούρκοι εδέραν τον Παύλον (εκ Κυθρέας) μέχρι που τον εσκοτώσαν από το ξύλο.
Δεν έδωσαν σημεία ζωής
«Στις 17/8/1974 οι Τούρκοι εμπήκαν στην εκκλησία και επιάσαν εννέα άτομα τα ονόματα των οποίων σας αναφέρω, και οι οποίοι εξ όσων γνωρίζω δεν έδωσαν ακόμη σημεία ζωής.
Στις 16/8/1974, την ημέραν που εσπάσαμεν διάφορα άγια αντικείμενα με τους κούσπους, ένας Τούρκος στρατιώτης περίπου 25 ετών, έβαλεν ορισμένους άνδρες αιχμάλωτους και εκάθησαν πάνω στους σκάμνους της εκκλησίας και παρουσία άλλων Τούρκων στρατιωτών και αξιωματικών, με μιαν λόγχην έσχισε από το γόνατο προς τα γεννητικά όργανα το παντελόνι των και μαζί και το πόδι των από το πόδι των μέχρι των γεννητικών οργάνων και μετά τους έβαλε τσιρόττο εις ολόκληρον το σχισμένο μέρος του ποδιού και άφηνε το παντελόνι σχισμένον, όπως ήτο, για να φαίνεται ότι δήθεν ήτο πληγωμένοι και τους περιέθαλψαν».