Η Ανετ Χέρφκενς ήταν σε διακοπές με τον σύντροφο της όταν το αεροπλάνο τους έπεσε. Επέζησε μόνο αυτή και μιλάει για το πώς κατάφερε να κρατηθεί ζωντανή οκτώ μέρες μέσα στη ζούγκλα του Βιετνάμ
Στις 14 Νοέμβριου του 1992 η Ανέτ Χέρκενς και ο σύντροφος της, Βίλεμ φαν ντε Πας ήταν ήδη μαζί για 13 χρόνια όταν αυτός έκλεισε μια πτήση από την πόλη Χο Τσι Μινχ στις ακτές του Βιετνάμ. Για έξι μήνες εργάζονταν σε διαφορετικές χώρες και αυτό θα ήταν η ρομαντική τους απόδραση. Ο Φαν ντερ Πας ήταν τραπεζίτης και η Χέρφκενς εργαζόταν ως χρηματίστρια.
Το αεροπλάνο ήταν πολύ μικρό, μόλις 25 επιβάτες και έξι άτομα πλήρωμα. Όντας κλειστοφοβική η Χέρφκενς αρχικά δεν ήθελε να επιβιβαστεί. Για να την καθησυχάσει ο «Πάσι» (όπως τον αποκαλούσε η σύντροφος του) της είπε ότι η πτήση θα διαρκέσει μόλις 20 λεπτά.
Είχαν περάσει ήδη 40 λεπτά στον αέρα όταν τον αεροπλάνο άρχισε ξαφνικά να πέφτει. «Αυτό δεν μου αρέσει» της είπε και το αεροπλάνο συνέχισε να πέφτει. «Ακούστηκε ξαφνικά ο ήχος των μηχανών που επιταχύνουν. Έγινε μια γιγάντια πτώση και όλοι άρχισαν να ουρλιάζουν. Κοιτάξαμε ο ένας τον άλλο. Μου έπιασε το χέρι και του έπιασα το δικό του και μετά όλα χάθηκαν» αναφέρει η Χέρφκενς.
«Όταν ανέκτησα τις αισθήσεις μου άκουσα τους ήχους της βιετναμέζικης ζούγκλας οι οποίοι έρχονταν από μια τρύπα στην άτρακτο. Το αεροπλάνο είχε συντριβεί σε μια βουνοκορφή. Ένας άγνωστος είχε πέσει πάνω μου. Ήταν νεκρός. Ο Πάσι (φωτό) ήταν στη θέση του, επίσης νεκρός, με ένα χαμόγελο στα χείλη του και εντελώς λευκός». Όπως λέει αυτό που δεν θα ξεχάσει ποτέ είναι η μυρωδιά που κυριαρχούσε.
Κατάφερε να βγει από το αεροπλάνο παρά τα σοβαρά της τραύματα. «Είχα 12 σπασμένα κόκκαλα σε γοφό και γόνατο, το σαγόνι μου είχε πέσει και ο ένας πνεύμονας είχε καταρρεύσει. Μάλλον πρέπει να σύρθηκα και τελικά να έπεσα στη ζούγκλα. Μετά σύρθηκα ακόμα για περίπου δέκα μέτρα για να απομακρυνθώ από τα συντρίμμια. Όλα αυτά ενώ είχα δει τον σύντροφο μου νεκρό» τονίζει η Χέρφκενς.
Θα έμενε στη ζούγκλα για οκτώ ολόκληρες μέρες και αυτό που δεν θα ξεχάσει ποτέ είναι οι πρώτες ώρες μετά το δυστύχημα. «Άκουγα τις φωνές και τα βογκητά άλλων επιζώντων. Κατάφερα να επικοινωνήσω με μια κοπέλα από το Βιετνάμ η οποία όμως δεν άντεξε για πολύ. Σιγά σιγά όμως έσβησαν και έμειναν μόνο οι ήχοι της ζούγκλας. Προσπάθησα να εστιάσω στη φύση και να μην σκέφτομαι τι έχει συμβεί» λέει.
Ακόμα και σήμερα αυτό που κάνει εντύπωση στην Χέρφκενς είναι ότι δεν σκεφτόταν ότι μπορεί να πεθάνει. «Ήμουν σίγουρη ότι θα με βρουν. Δεν σκέφτηκα ότι μπορεί, για παράδειγμα, να εμφανιστεί μια τίγρη. Δεν σκέφτηκα ότι μπορεί να πεθάνω. Ήμουν σε μια κατάσταση που σκεφτόμουν ότι θα το δω εκείνη τη στιγμή αν τελικά πεθάνω. Ήμουν σε μια κατάσταση ενσυνείδησης.
Πέρασαν περίπου δύο μέρες για να συνειδητοποιήσω ότι ήμουν απολύτως μόνη μου στη ζούγκλα. Πότε δεν ήμουν τόσο μόνη μου και αυτό με πανικόβαλε. Λόγω του κατεστραμμένου μου όμως πνεύμονα έπρεπε να καταβάλω προσπάθεια για να αναπνεύσω και αυτό με επανέφερε. Έπρεπε να σκεφτώ το τώρα. Για κάποιο λόγο στη ζούγκλα έκανα όλα τα σωστά πράγματα».
Η πρώτη μεγάλη πρόκληση που παρουσιάστηκε ήταν αυτή του νερού. Διψούσε αφόρητα και έπρεπε να βρει μια λύση. «Σκέφτηκα ότι πρέπει να καταστρώσω ένα σχέδιο και να το χωρίσω σε βήματα τα οποία θα μπορούσα να κάνω. Έβλεπα το διαλυμένο φτερό του αεροπλάνου που είχε μέσα ένα υλικό το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν σφουγγάρι. Σύρθηκα ως εκεί με τους αγκώνες μου. Στο τέλος τους είχα κάνει τόσο μεγάλη ζημιά που χρειάστηκε πλαστική. Έφτασα στα συντρίμμια και λιποθύμησα από τον πόνο. Όταν ανέκτησα τις αισθήσεις μου έφτιαξα έξι μπάλες από το υλικό. Περίμενα να βρέξει και οι μπάλες να απορροφήσουν το νερό. Έτσι κι έγινε και κάθε δύο ώρες έπινα μια γουλιά. Έτσι έλυσα το θέμα του νερού. Μέχρι σήμερα δεν πηγαίνω πουθενά χωρίς να έχω ένα μπουκάλι νερό μαζί μου. Ακόμα βρίσκω τη γεύση του νερού την καλύτερη από κάθε τι άλλο» αναφέρει.
Όσο για το φαγητό λέει : «Σκεφτόμουν αυτή την πασίγνωστη ιστορία στις Άνδεις με τους επιζώντες που έφαγαν πτώματα για να ζήσουν. Κοιτούσα ένα από τα πτώματα στο αεροπλάνο και έλεγα μέσα μου πως δεν υπάρχει περίπτωση να κάνω κι εγώ κάτι τέτοιο».
«Καθώς οι μέρες περνούσαν η κατάσταση μου επιδεινωνόταν. Την έκτη μέρα πίστεψα ότι θα πεθάνω. Είχα αυτή την όμορφη προθανάτια εμπειρία και ήμουν ευτυχισμένη που θα έφευγα» θυμάται.
Το νερό της βροχής και ο τρόπος που αντιμετώπισε την κατάσταση την κράτησαν στη ζωή. Έπρεπε να περιμένει οκτώ ολόκληρες μέρες μέσα στην ζούγκλα για να την εντοπίσουν τα σωστικά συνεργεία και να τη μεταφέρουν σε νοσοκομείο.
Την όγδοη μέρα είδε μια σιλουέτα να πλησιάζει. Ήταν ένας αστυνομικός. «Στην αρχή νόμιζε ότι είμαι φάντασμα» λέει η Χέρφκενς και συνεχίζει: «Την επόμενη μέρα ήρθε η σωστική ομάδα. Μου έδειξαν μια λίστα με τα ονόματα των επιβατών και τους έδειξα το δικό μου. Είχαν σάκους για πτώματα μαζί τους. Δεν πίστευαν ότι κάποιος θα μπορούσε να έχει επιζήσει».
Αργότερα θα μάθαινε ότι στις 22 Νοεμβρίου 1992 ένα ελικόπτερο με ομάδα διασωστών συνετρίβη καθώς πήγαινε προς το σημείο που είχε πέσει το αεροπλάνο. Και οι επτά επιβαίνοντες σκοτώθηκαν.
Το 2014 η Χέρφκενς κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Turbulence: A True Story of Survival» στο οποίο εξιστορεί την εμπειρία του αεροπορικού δυστυχήματος στο οποίο ήταν η μοναδική επιζήσασα αλλά και πώς αντιμετώπισε την απώλεια του συντρόφου της. Εννέα χρόνια μετά το δυστύχημα ο γιός της Μαξ διαγνώσθηκε με βαριά μορφή αυτισμού. Η Χέρφκενς έχει πλέον αφιερώσει τη ζωή της στο να βοηθά οικογένειες με παιδιά με αυτισμό.