Το 2020 πάνω από 380 ελέφαντες είχαν βρεθεί νεκροί σε Μποτσουάνα και Ζιμπάμπουε κι ενώ ο θάνατός τους είχε αποδοθεί σε μία τοξίνη στο νερό, τρία χρόνια αργότερα κτηνίατρος άγριων ζώων ήρθε να ανατρέψει τα δεδομένα.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature Communications, ο Chris Foggin πρόσεξε πως πολλαπλά όργανα των ελεφάντων είχαν αιμοφόρα αγγεία που είχαν υποστεί ρήξη, κάτι που τον οδήγησε να υποπτευθεί τη δηλητηρίαση του αίματος ή αλλιώς αιμορραγική σηψαιμία. Τα περισσότερα δείγματα αίματος περιείχαν και βακτήρια. Δείγματα εγκεφάλου, συκωτιού και σπλήνας από ένα συγκεκριμένο ελέφαντα, αποκάλυψαν μεγάλη συγκέντρωση του βακτηρίου Pasteurella.
Πριν την επιδημία προηγήθηκαν συνεχόμενες περίοδοι με ελάχιστες βροχοπτώσεις και η περιοχή που βρέθηκαν οι ελέφαντες περνούσε περίοδο ξηρασίας. Οι επιστήμονες θεωρούν πως η ζέστη και η ξηρασία μπορεί να πυροδότησαν το βακτήριο – το οποίο ζει χωρίς να κάνει ζημιά σε άλλα ζώα – να γίνει μολυσματικό και να εξαπλωθεί μεταξύ των ελεφάντων. Αξίζει να σημειωθεί πως το 2015, ένα στέλεχος του Pasteurella σκότωσε περίπου 200.000 αντιλόπες στο κεντρικό Καζακστάν εν μέσω καύσωνα.
Δε γνωρίζουμε ακόμα πώς το βακτήριο κατέληξε σε αυτήν την περιοχή. Υπήρχε πάντα εκεί; Βρίσκεται στους ελέφαντες αλλά δεν το είχαμε παρατηρήσει; Η εύρεση της σηψαιμίας ως λόγο ξαφνικού θανάτου εδώ, δίνει στους κτηνιάτρους άγριας ζωής μία νέα και σημαντική διάγνωση την οποία πρέπει να λάβουν υπόψη από εδώ και στο εξής.