Το μυστικό που πήρε στον τάφο της η Αλίκη Βουγιουκλάκη: “Του έβγαλαν τα δόντια με τανάλια και…”

Κοινοποίηση:
aliki1

Η Αλίκη Βουγιουκλάκη γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1936 στο Μαρούσι…

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι γεννήθηκε δυο χρόνια νωρίτερα, το 1934. Η ίδια δεν αποκάλυπτε την ακριβή χρονολογία γέννησής της και το αντιμετώπιζε με νάζι ή χιούμορ και διακριτική ειρωνεία. Σε συνέντευξή της το 1977 στον Ζάχο Χατζηφωτίου για το περιοδικό «Ταχυδρόμος» είχε πει:

«Μερικές φορές έχω την εντύπωση πως η ηλικία μου είναι πιο φλέγον ζήτημα από την ελληνοτουρκική κρίση. Στο κάτω-κάτω, είμαι όσο θέλω! Είναι σαν να αποκαλύπτω το όνομα του δολοφόνου σε αστυνομική ταινία πριν το τέλος της». Η Αλίκη μωρό Όταν ο δημοσιογράφος σχολίασε ότι διατηρείται μια χαρά εκείνη απάντησε: «Τι θα πει, διατηρούμαι, βρε παιδάκι μου; Σφαχτό είμαι; Η Κολέτ έλεγε πως «ένα σώμα καλή ποιότητας διαρκεί πολύ».

O Ιωάννης Βουγιουκλάκης ήταν Νομάρχης Αρκαδίας επί Κατοχής, διορισμένος από την Κυβέρνηση Ράλλη. Όλοι συμφωνούν ότι έκανε του κόσμου τις αγαθοεργίες σε όλη την Πελοπόννησο, σώζοντας χιλιάδες Ελληνόπουλα από την πείνα, από τους Γερμανούς και από τα κονσερβοκούτια του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ. Αυτό δεν μπορούσαν με τίποτα να του συγχωρέσουν τα πρωτοπαλλήκαρα του Άρη Βελουχιώτη.

Αρχές Δεκεμβρίου του 1943, οι ΕΛΑΣίτες τον συνέλαβαν έξω από την Κόρινθο. Εξευτελίζοντάς τον και βασανίζοντάς τον σε όλη την διαδρομή, τον μετέφεραν στο Χάραδρο της Κυνουρίας, ένα χωριό έξω από το Άστρος.

Εκεί, στην θέση «Γουρνάκι,» τον βασάνισαν δημοσίως με χίλιους χωρικούς να παρακολουθούν για παραδειγματισμό: Του έβγαλαν ένα – ένα τα χρυσά του δόντια με τανάλια και στο τέλος του πετάλωσαν τα πόδια όπως στα άλογα. Στις 31 Δεκεμβρίου του 1943 μετέφεραν τον Ιωάννη Βουγιουκλάκη στην θέση «Διάσελα» μαζί με άλλους 5 Εθνικόφρονες πολίτες, τους έρριξαν σε έναν λάκκο ζωντανούς και τους αποτελείωσαν με λιθοβολισμό, όπως έκαναν οι Εβραίοι στις Μοιχαλίδες!.. Όλα αυτά τα αναφέρει με λεπτομέρειες στο «Χρονικό της Σκλαβιάς» ο έγκυρος Χρήστος Ζαλοκώστας, αλλά και ο ιστορικός της Ελληνικής Χωροφυλακής, Κοσμάς Αντωνόπουλος. Η ίδια η αείμνηστη Αλίκη ποτέ δεν τόλμησε να πεί λέξη για τον πατέρα της, για να μη χαρακτηριστεί «κόρη Δοσίλογου Ταγματασφαλίτη» και χάσει τους αριστερούς θεατές από τις παραστάσεις της!

Για την Αλίκη Βουγιουκλάκη ο θάνατος του πατέρα της ήταν ένα θέμα που όχι απλά την πόνεσε πολύ, αλλά και την στιγμάτισε όσο τίποτα.

Δεν ήθελε ποτέ να αναφέρεται σε εκείνον και πάντα σε όλες της τις συνεντεύξεις, μιλούσε μόνο για την αγαπημένη της μητέρα. Ποτέ της δεν ξέχασε τον πατέρα της, όμως το παρελθόν και όλα όσα συνέβησαν την πλήγωσαν ανεπανόρθωτα. Μάλιστα την αλήθεια για τον θάνατο του πατέρα της και το τι πραγματικά συνέβη, είναι κάτι που το πήρε μαζί της στον τάφο της.

«Τον νομάρχη Αρκαδίας στην Κατοχή Ιωάννη Βουγιουκλάκη, τον πατέρα της Αλίκης, τον σκότωσαν οι αντάρτες με τρόπο βασανιστικό. Θεωρήθηκε συνεργάτης των Ιταλών και των Γερμανών, με αποτέλεσμα μαζί με άλλους τέσσερις, αφού τους χτυπούσαν νύχτα μέρα, σχεδόν μισοπεθαμένους τους έβαλαν να σκάψουν τον τάφο τους. Εκεί αφού τους έριξαν μέσα, τους τουφέκισαν» τόνισε με δηλώσεις του στην εφημερίδα News ένας από τους τελευταίους επιζώντες της εποχής εκείνης, ο Γιώργος Πετρίδης.

Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η News, για την προσωπικότητα αλλά και τον βίο του τότε νομάρχη Αρκαδίας Ιωάννη Βουγιουκλάκη, οι απόψεις διίστανται, αφού πολλοί τον θεωρούν φιλεύσπλαχνο και άνθρωπο που φρόντιζε τον αρκαδικό λαό, ενώ οι αντιστασιακοί τον θεωρούν άνθρωπο των Ιταλικών και Γερμανικών Αρχών, άρα εχθρό της Ελλάδας.

Ο 86χρονος σήμερα Γιώργος Πετρίδης αναφέρει για τον Ιωάννη Βουγιουκλάκη:

«Ο Βουγιουκλάκης θεωρούνταν καλός άνθρωπος για τον απλό λαό. Είχε βάλει ορισμένα πράγματα σε μια αποθήκη προκειμένου να τα μοιράσει στους Τριπολιτσιώτες. Τότε, λοιπόν, ερχόμενοι οι Γερμανοί στην Τρίπολη άνοιξαν τις αποθήκες και πήραν τα τρόφιμα, με αποτέλεσμα να θεωρήσουν οι αντάρτες ένοχο τον Βουγιουκλάκη».

«Μετά από μέρες, οι αντάρτες κατάφεραν να πιάσουν τον Βουγιουκλάκη και να τον φέρουν μαζί με άλλους τέσσερις εδώ στο χωριό Χάραδρο, που βρίσκεται λίγο μακρύτερα από τον Πλάτανο. Ο Βουγιουκλάκης έφαγε τόσο ξύλο που δεν μπορούσε να ζήσει άνθρωπος μετά από αυτό. Ήταν νύχτα, εγώ δεν τους είχα δει, όμως ένας μεγαλύτερος από εμένα ονόματι Τερζάκης, που ήταν μπροστά στο περιστατικό, μας έλεγε πριν μερικά χρόνια πως τόσο ξύλο ούτε ένα μεγάλο ζώο δεν θα άντεχε. Τους χτυπούσαν το κεφάλι στο δρόμο. «Μίλα ρε», του έλεγαν. «Τι να σας πω ρε παιδιά. Δεν ξέρω τίποτα. Γιατί να πάρω και άλλους στο λαιμό μου» τους έλεγε».

Ο υπερήλικας γέροντας συνέχισε αναφερόμενος στον τάφο του Ιωάννη Βουγιουκλάκη και στην επίσκεψη της ίδιας της Αλίκης στο χωριό: «Εκεί απέναντι στη στάνη ήταν ο τάφος τους. Τους έθαψαν και τους τέσσερις σε ένα μνήμα. Σήμερα το μνημείο έχει οργωθεί από γεωργούς». Στις αρχές της δεκαετίας του ΄70 όλο το χωριό Πλάτανος ξεσηκώθηκε με την είδηση ότι η Αλίκη Βουγιουκλάκη έχει πάει για να πάρει τα οστά του πατέρα της: «Είχε φέρει μαζί της και εργάτες για να ξεθάψει τα οστά του πατέρα της».

Αυτή είναι η αλήθεια του Γιώργου Πετρίδη, όμως υπάρχει και μια άλλη μαρτυρία για το περιστατικό, αυτή του 90χρονου σήμερα αντιστασιακού Μίμη Μαζωμένου. «Τέλος Δεκεμβρίου 1943, αρχές Γενάρη 1944 βρισκόμαστε με το 2ο Τάγμα του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ στο Μοναστήρι Άη Θανάση, στα Καλύβια Φενεού Κορινθίας. Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα. Καθόμαστε με τον αξέχαστο φίλο και συναγωνιστή μου Τάκη Μπιτσάνη και κουβεντιάζαμε αναπολώντας τη ζωή μας στην Τρίπολη όταν μας πλησίασε ο Καπετάνιος του Τάγματος -και κατοπινά του Συντάγματος- ο Ηρακλής ο Τζάθας και μας έδωσε την είδηση ότι επάνω στο Ηγουμενείο βρίσκεται ο Βουγιουκλάκης, που μας τον έφεραν κρατούμενο.

Τον είχαν συλλάβει σε έναν σταθμό του σιδηροδρομικού άξονα Τρίπολης-Κορίνθου συνοδεύοντας ένα βαγόνι γεμάτο ληστευμένα αγροτικά προϊόντα όπως μας είπαν με προορισμό την Αθήνα. Τον επισκέφθηκα σε ένα κελί που στο μεταξύ τον είχαν μεταφέρει… Ήταν ένα ανθρώπινο κουρέλι. Αυτός ο υπερόπτης «άφτερος Ντούτσε» ήταν ένα άθλιο, αξιοθρήνητο και τρομαγμένο ανθρωπάκι. Πραγματικά ήταν να τον λυπάσαι. Κάθε αντάρτη που έβλεπε τον ικέτευε να τον σώσει. Του εξήγησα ότι εμείς δεν έχουμε δικαιοδοσία σε παρόμοια θέματα. Δεν είμαστε δικαστήριο, ούτε καν ανακριτικό γραφείο. «Η μόνη μας υποχρέωση και ευθύνη είναι να σε προωθήσουμε στις αρμόδιες Υπηρεσίες (Πολιτοφυλακή και Ανακριτικό Γραφείο) που βρίσκονται στην Κυνουρία. Εκεί θα δώσεις εξηγήσεις για τη συμπεριφορά σου σαν συνεργάτης των κατοχικών στρατευμάτων». Την επομένη το πρωί, παρουσία όλων των ανδρών του Τάγματος που είχαν συγκεντρωθεί για να δουν τον πρώην παντοδύναμο Βουγιουκλάκη -καθώς το όνομά του ήταν πασίγνωστο σε όλο τον Μωριά, και όχι μόνο, για τα κατορθώματά του, κυρίως στη λεηλασία της αγροτικής σοδειάς- και με συνοδεία ανταρτών πήρε το δρόμο για την Κυνουρία. Αυτή η σκηνή θα μου μείνει χαραγμένη στο νου για πάντα. Μια φιγούρα σε πλήρη ψυχική κατάρρευση. Βλέποντας αυτή την εικόνα αυτόματα σου έρχονταν στο μυαλό τα παλικάρια που ολόρθα, περήφανα στέκονταν μπροστά στα έξι τουφέκια ζητωκραυγάζοντας για την Ελλάδα, τη λευτεριά και τον αδούλωτο λαό μας. Όπως μάθαμε αργότερα, δικάστηκε στην Κυνουρία σε ανοιχτή δίκη από λαϊκό δικαστήριο και εκτελέστηκε».

Ο Αντώνης Βουγιουκλάκης μίλησε και εκείνος για τον πατέρα του αναφέροντας πως:
«Όσες φορές έτυχε να βρεθώ σε εκείνα τα μέρη, οι περισσότεροι μου μιλούν με τα καλύτερα λόγια για τον πατέρα μου. Μας λένε πόσο πολύ βοήθησε τον κόσμο και πολλά άλλα εκπληκτικά πράγματα που έκανε τα οποία και εμείς οι ίδιοι δεν γνωρίζαμε. Ο πατέρας μου ήταν από τις πιο σημαντικές και ηρωικές μορφές της εποχής εκείνης, καθώς έσωσε πολύ κόσμο. Αναμφισβήτητα όμως, η έλλειψη του πατέρα είναι από τις πιο συνταρακτικές στιγμές στη ζωή ενός παιδιού». Στην ερώτησή αν τελικά δολοφονήθηκε από αντάρτες, απάντησε: «Δεν είναι οι κατάλληλες εποχές για να αναμοχλεύσουμε τέτοια γεγονότα. Γιατί όταν υπάρχει λόγος θα υπάρχει και αντίλογος και πάει λέγοντας». «Η Αλίκη συνεχώς έκλαιγε για τον πατέρα μας. Δεν ήθελε να το πιστέψει όλο αυτό. Της άφησε μεγάλη πληγή αυτό το δυσάρεστο γεγονός».

Η νεκροβάπτιση της Αλίκης

Λίγους μήνες μετά την γέννησή της, η Αλίκη είχε αρρωστήσει βαριά από βρογχοπνευμονία. Οι γονείς της, επειδή φοβήθηκαν ότι θα πέθαινε χωρίς να έχει όνομα, την βάφτισαν άρον άρον στο σπίτι, κάτι που στην εποχή εκείνη με την τεράστια παιδική θνησιμότητα ήταν συνηθισμένο και ονόμαζαν το μυστήριο νεκροβάπτιση. Η βάφτιση του μικρού κοριτσιού χαρακτηρίστηκε από ένα ευτράπελο που τελικά την «ανάστησε». Κάποιος από τους παρευρισκόμενους, έβαλε φωτιά στην κουβέρτα του μωρού που την είχαν απλώσει πάνω από την κολυμπήθρα.

Μετά το επεισόδιο η μικρή Αλίκη άνοιξε τα μάτια της και άρχισε να κλαίει, σημάδι ότι γινόταν σιγά σιγά καλύτερα. Αρχικά, οι γονείς της έλεγαν να δώσουν στο μωρό το όνομα της γιαγιάς της, Σταματίνα. Επειδή όμως δεν τους άρεσε ιδιαίτερα, την ώρα του μυστηρίου η μητέρα της πετάχτηκε και είπε: «Πες πρώτα Αλίκη και μετά Σταματίνα». Έτσι επικράτησε το πρώτο όνομα που την έκανε γνωστή σε ολόκληρη την Ελλάδα. Η Αλίκη με τεράστιο φιόγκο στο κεφάλι κρατάει στην αγκαλιά την κούκλα της και στέκεται δίπλα στον νεογέννητο αδερφό της ,Τάκη Η Αλίκη από μικρή ηλικία είχε δείξει το πάθος της για την υποκριτική.
Έδινε μικρές παραστάσεις μαζί με τα δυο της αδέρφια στη βεράντα του σπιτιού τους. Έγραφε και σκηνοθετούσε μόνη της τα έργα που θα έπαιζαν μπροστά στο κοινό τους, δηλαδή τους γονείς και τους φίλους. Παιχνίδια και γλυκά ήταν τα εισιτήρια για να παρακολουθήσει κάποιο τα έργα τους. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη μαζί τον αδερφό της Αντώνη. Τα δυο παιδιά φοράνε παραδοσιακές στολές Πολλές φορές αναπαριστούσαν αποσπάσματα από ταινίες, που είχαν δει κρυφά στον υπαίθριο κινηματογράφο. Όπως είχε αναφέρει και η ίδια «οι αναπαραστάσεις των ταινιών ήταν πιστότατες. Ακόμη και ο διάλογος γινόταν σε ξένη γλώσσα. Και επειδή δεν ξέραμε καμία, μιλούσαμε μιαν αλαμπουρνέζικη διάλεκτο που δεν την καταλάβαινε κανένας, ούτε κι εμείς οι ίδιοι. Άναρθρες συλλαβές, μόνο που ήμασταν βέβαιοι ότι απέδιδαν θαυμάσια τα γαλλικά ή τα εγγλέζικα και προπάντων την ατμόσφαιρα του έργου». Ο θάνατος του πατέρα της Τα παιδικά της χρόνια σημαδεύτηκαν από την απώλεια του πατέρα της.

Ο Ιωάννης Βουγιουκλάκης ήταν νομάρχης στην Τρίπολη και δολοφονήθηκε στην Κυνουρία από δυνάμεις του ΕΛΑΣ το 1943, όταν η Αλίκη ήταν 6 ετών. Ο δημοσιογράφος Δ. Αγγελόπουλος είχε πει, σύμφωνα με τις εξομολογήσεις της ίδιας της Αλίκης, ότι την ημέρα της δολοφονίας του γυρνούσαν από την Τρίπολη. Ο πατέρας της είχε παραιτηθεί από τη θέση του νομάρχη και όταν νύχτωσε, πήγανε σε συγγενικό σπίτι. Είχαν σκοπό να μείνουν εκεί δύο μέρες για να προμηθευτούν διάφορα τρόφιμα. Αργά το βράδυ χτύπησε η πόρτα.

Όταν ο πατέρας της Αλίκης άνοιξε, είδε τρεις άνδρες, οι οποίοι του ζητούσαν να τους ακολουθήσει, υποτίθεται, για να του δώσουν λάδι. Εκείνος πήγε μαζί τους. Η Αλίκη, λίγο πριν φύγει, τον παρακάλεσε να μην πάει αλλά εκείνος της υποσχέθηκε ότι θα επέστρεφε σύντομα. Δεν γύρισε όμως ποτέ. Φωτογραφία του Ιωάννη Βουγιουκλάκη, που είχε κρεμασμένη ο γιος του Τάκη στο σπίτι του και έγραφε: «Ιωάννης Αντωνίου Βουγιουκλάκης εκ Λαγείας Λακωνίας έλκων το γένος. Νομάρχης Αρκαδίας Αύγουστος 1941- Ιούνιος 1943. Εκρεουργήθη παρ’ ελασιτών τη 31 Δεκεμβρίου 1943 εις χαράδραν Κυνουρίας». Η Αλίκη σε συνέντευξη που είχε δώσει στον Νίκο Χατζηνικολάου το 1993 είχε πει ότι έμαθε το θλιβερό γεγονός από τη γιαγιά της.

Γυρνούσε από το νηπιαγωγείο και όταν άκουσε ότι ο πατέρας της πέθανε, της έπεσε η τσάντα από τα χέρια. Ο θάνατος του πατέρα της, της κόστισε πάρα πολύ. Η μητέρα της έμεινε χήρα και τα τρία αδέρφια μεγάλωσαν σε άσχημη οικονομική κατάσταση. Όλα αυτά όμως της έδωσαν δύναμη να κυνηγήσει το όνειρό της. Όπως είχε πει η Αλίκη «από πολύ μικρή είχα να επιλέξω ή μαύρο ή άσπρο. Προτίμησα το άσπρο»….

Πηγή: athensmagazine.gr

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: