Από τις ιστορίες που δυσκολεύεσαι να πιστέψεις και όμως είναι 100% αληθινή. Βρισκόμαστε πίσω στο 1968, όταν η αστυνομία στο Νιουκάστλ, βρίσκει το πτώμα ενός 3χρονου αγοριού. Η υπόθεση κλείνει σε δευτερόλεπτα αφού οι αρχές πιστεύουν ότι το μωρό γλίστρησε από το μπαλκόνι.
Δίπλα στο σημείο που βρέθηκε νεκρό το 3χρονο αγοράκι, βρισκόταν η 11χρονη Μαίρη Μπελ, ξαδέλφη του θύματος, κάνοντας πολλές περίεργες ερωτήσεις στους αστυνομικούς γύρω από το συμβάν.
Την ίδια μέρα επισκέφθηκε τη θεία της ομολογώντας ότι η ίδια έσπρωξε το γιο της, αλλά όλοι αποφάσισαν ότι ήταν απλά μια παιδική φαντασία.
20 ημέρες μετά, έγινε μια διάρρηξη στο παιδικό σταθμό που πήγαινε το θύμα και βρέθηκε ένα γράμμα που έλεγε τα εξής:
«Δολοφονώ έτσι ώστε να γυρίσω. Κάναμε φόνο Μάρταιν Μπράουν Άϊ γα***** μπάσταρδε»…
Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ένα ακόμη 3χρονο αγοράκι, βρίσκεται νεκρό στραγγαλισμένο, ενώ πριν ξεψυχήσει είχε βασανιστεί με ένα ψαλίδι. Μάλιστα πάνω στο κορμί του ήταν χαραγμένο το Γράμμα Μ.
Η Μαίρη Μπελ είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος της παιδικής χαράς, αφού εκφόβιζε όλα τα παιδάκια λέγοντας ότι θα τα σκοτώσει όπως και έκανε και με τα 3χρονα θύματα που βρέθηκαν στη γειτονιά.
Πάλι όμως κανείς δεν ειδοποιήσε τις αρχές αφού αδυνατούσαν να πιστέψουν ότι ένα 11χρονο κορίτσι κρύβει τόσο μίσος μέσα της.
Το τέλος δόθηκε χάρη στη παρατηρητικότητα ενός ντετέκτιβ, που την ώρα που γίνονταν η κηδεία του δεύτερου θύματος, είδε το μοχθηρό βλέμμα της Μαίρης. Ήταν τόσο έντονο το μίσος της, που ο ντετέκτιβ την ανέκρινε την ίδια ημέρα.
Η μικρή καταδικάστηκε για τους δύο φόνους αλλά με μειωμένη ποινή καθώς κρίθηκε ότι είναι ψυχολογικά ασταθής, λόγω του κακού οικογενειακού περιβάλλοντος που μεγάλωνε.
Η μητέρα της ήταν πόρνη, που μάλιστα εξέδιδε και τη Μαίρη από την ηλικία των τεσσάρων ετών.
Η Μαίρη αποφυλακίστηκε στα στα 23 της, και δημιούργησε τη δική της οικογένεια, αλλάζοντας ταυτότητα για να προστατευθεί από τους δημοσιογράφους που την αναζητούσαν.