Η πιθανή επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον προεδρικό θώκο των Ηνωμένων Πολιτειών έχει προκαλέσει έντονη ανησυχία και προβληματισμό στους Ευρωπαίους ηγέτες. Οι διεθνείς αναλυτές προσπαθούν να κατανοήσουν τις συνέπειες που μπορεί να έχει αυτή η εξέλιξη για την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εστιάζοντας σε τομείς όπως η ενέργεια, το εμπόριο, τα οικονομικά και η άμυνα.
Οι Ευρωπαίοι υπεύθυνοι για τη χάραξη εξωτερικής πολιτικής έχουν αφιερώσει αρκετούς μήνες στην προετοιμασία τους για την ενδεχόμενη επιστροφή του Τραμπ. Ωστόσο, είναι σαφές ότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Οι δηλώσεις του Τραμπ σχετικά με την επιβολή δασμών σε όλα τα ευρωπαϊκά προϊόντα που εισέρχονται στις ΗΠΑ έχουν προκαλέσει ανησυχία στην Κομισιόν, η οποία έχει ήδη αρχίσει να σχεδιάζει πιθανά αντίμετρα.
Ο Τραμπ έχει επανειλημμένα εκφράσει την πρόθεσή του να επιβάλει δασμούς σε ευρωπαϊκά αγαθά, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντικές διακυμάνσεις στις εμπορικές σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ. Σε απάντηση σε αυτές τις απειλές, οι ευρωπαϊκές αρχές έχουν αρχίσει να «κλειδώνουν» στρατηγικές για αντίποινα, προκειμένου να προστατεύσουν τις οικονομίες τους από πιθανές αρνητικές συνέπειες.
Ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα είναι οι δηλώσεις του Τραμπ σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο πρώην πρόεδρος έχει υποσχεθεί ότι θα μπορούσε να «τερματίσει» τη σύγκρουση αμέσως μετά τις εκλογές του. Αυτή η υπόσχεση εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη σταθερότητα της περιοχής και τη στρατηγική συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ στο θέμα της ασφάλειας.
Η νίκη του Τραμπ θα επηρεάσει αναπόφευκτα κάθε τομέα της πολιτικής της ΕΕ από τις πράσινες τεχνολογίες έως και τα πρότυπα τεχνητής νοημοσύνης.
Το Politico αναλύει λοιπόν πώς μπορούν να επηρεαστούν στο άμεσο μέλλον όλοι αυτοί οι τομείς από το «ριμέικ» στην προεδρία των ΗΠΑ:
Ενέργεια
Ο Τραμπ έχει συνοψίσει την ενεργειακή του πολιτική σε τρεις λέξεις: «Τρύπα μωρό μου, τρύπα». Ο όρκος του να ενισχύσει την εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου και να στείλει περισσότερα ορυκτά καύσιμα στο εξωτερικό, έχει προκαλέσει αντιδράσεις στους οικολόγους, αλλά έχει κάνει τη βιομηχανία να προσβλέπει σε μεγαλύτερα κέρδη. Παρά το γεγονός ότι οι αμερικανικές εξαγωγές φυσικού αερίου σημείωσαν ρεκόρ πέρυσι, ο Τραμπ θέλει να… λιώσει τον «πάγο» που είχε βάλει η κυβέρνηση Μπάιντεν στις άδειες για νέα έργα υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), έναν περιορισμό που δημιουργεί αβεβαιότητα στην ευρωπαϊκή αγορά.
Η σταυροφορία του κατά της πράσινης μετάβασης θα μπορούσε να είναι λιγότερο ευχάριστη για το κοινό. Κάποιοι στο στρατόπεδο του Τραμπ θέλουν να καταργήσει τον νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA), ο οποίος διαθέτει περισσότερα από μισό τρισεκατομμύριο δολάρια για έργα, όπως η καθαρή τεχνολογία, το υδρογόνο και οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Αυτό το πρόγραμμα, ωστόσο, έχει δημιουργήσει θέσεις εργασίας σε βασικές πολιτείες και έχει απομακρύνει επιχειρήσεις από την Ευρώπη, δίνοντας στις ΗΠΑ προβάδισμα έναντι της ΕΕ σε κλάδους όπως η αιολική ενέργεια, η ηλιακή ενέργεια, τα εναλλακτικά καύσιμα και τα ηλεκτρικά οχήματα. Η κατάργησή του θα μπορούσε να αποτελέσει ευλογία για τις Βρυξέλλες, καθώς θέτουν ως στόχο τον ανταγωνισμό με την Ουάσινγκτον.
Εμπόριο
Η φράση «Πρώτα η Αμερική» θα συνοψίσει και πάλι την προσέγγιση του Τραμπ στην εμπορική πολιτική. Έχει ορκιστεί να φέρει πίσω τις θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ και να τιμωρήσει «φίλους» και «εχθρούς» με οριζόντιους δασμούς 10% ή 20% (και έως και 60% για τα αγαθά που προέρχονται από την Κίνα), παρά τις προειδοποιήσεις των οικονομολόγων για επιζήμιες επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ και υψηλότερο κόστος για τους καταναλωτές.
Η εμπορική πολιτική του Τραμπ επικεντρώνεται περισσότερο στη μείωση του σημαντικού εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ παρά στο άνοιγμα νέων ευκαιριών στην αγορά. Η ΕΕ απέτυχε να αξιοποιήσει την αποκλιμάκωση με την κυβέρνηση Μπάιντεν για να επιλύσει τις παρατεταμένες εμπορικές διαφορές σχετικά με τους δασμούς χάλυβα και αλουμινίου, τις πράσινες επιδοτήσεις για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και την αναβίωση του ανώτατου δικαστηρίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Οι ρήξεις αυτές αναμένεται να επιδεινωθούν με πρόεδρο τον Τραμπ.
Οι πιο άμεσες δοκιμασίες πίεσης για τις Βρυξέλλες και την Ουάσινγκτον θα είναι η εξεύρεση λύσης για τους δασμούς αντιποίνων που έχει αναστείλει η ΕΕ κατά της Ουάσινγκτον (η εκεχειρία λήγει τον Μάρτιο του 2025), καθώς και για τη διαμάχη της για τα αεροσκάφη σχετικά με τις επιδοτήσεις της Airbus και της Boeing έως το 2026.
Κεντρική τραπεζική
Οι γνώστες του θέματος το αποκαλούν: «Trumpageddon».
Εάν ο εκλεγμένος πρόεδρος προχωρήσει έστω και με τις μισές από τις ιδέες που έχει προβάλει στην προεκλογική του εκστρατεία, να περιμένετε «πόνο» στην ευρωπαϊκή οικονομία. Αναλυτές της Goldman Sachs δήλωσαν ότι το ευρώ θα μπορούσε να υποχωρήσει έως και 10% έναντι του δολαρίου, εάν η νέα κυβέρνηση θέσει σε ισχύ το οριζόντιο σχέδιο δασμών, ενώ τα κέρδη μιας ομάδας των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών εταιρειών θα μπορούσαν να μειωθούν κατά περισσότερο από 5% το επόμενο έτος.
Ο Τραμπ έχει ζητήσει ρητά περισσότερη παρέμβαση του Λευκού Οίκου στη λειτουργία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ -της κεντρικής τράπεζας της Αμερικής- η οποία έχει μετατρέψει την ανεξαρτησία της από τους πολιτικούς σε επισκεπτήριο. Αυτό θα μπορούσε να έχει τεράστιες επιπτώσεις στη σταθερότητα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, καθώς και στη συνεχιζόμενη κυριαρχία του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος.
Λιγότερο άμεσα, αλλά όχι λιγότερο επιδραστικά, είναι τα σχέδια για την απέλαση εκατομμυρίων μεταναστών χωρίς χαρτιά. Δεν είναι ακόμη σαφές ποιοι θα βρεθούν στο στόχαστρο του προγράμματος μαζικών απελάσεων, αλλά δεδομένης της σημασίας της εργασίας των μεταναστών, ακόμη αυτών χωρίς χαρτιά, για βασικά τμήματα της αμερικανικής οικονομίας, θα υπάρξει αναπόφευκτη ανοδική πίεση στις τιμές.
Αυτό θα μπορούσε να μεταφραστεί σε υψηλότερα αμερικανικά επιτόκια και να ασκήσει πίεση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ακολουθήσει, επηρεάζοντας αρνητικά την ήδη κλονισμένη οικονομική ανάκαμψη.