Η υπεριδρωσία είναι όταν κάποιος ιδρώνει τόσο πολύ ώστε μουσκεύει τα ρούχα του χωρίς σωματική καταπόνηση ή και χωρίς να κάνει πολλή ζέστη.
«Η υπεριδρωσία είναι μία διαταραχή που το μόνο χαρακτηριστικό της είναι η υπερπαραγωγή ιδρώτα δυσανάλογη των αναγκών του σώματος. Αν και ακούγεται αθώα, απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή», αναφέρει ο δερματολόγος-αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Ο υπερβολικός ιδρώτας δεν οφείλεται στο ότι οι ασθενείς έχουν περισσότερους ιδρωτοποιούς αδένες. Ούτε το μέγεθός τους και η μορφολογία τους είναι διαφορετικά. Η αιτία είναι η υπερδραστηριότητα των ιδρωτοποιών αδένων που τον παράγουν.
Η υπερδραστηριότητα αυτή μπορεί να είναι και επίκτητη. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν δύο είδη υπεριδρωσίας, η πρωτοπαθής και η δευτεροπαθής.
Η πρωτοπαθής εκδηλώνεται σε άτομα ηλικίας 14-25 ετών που είναι πιθανόν να έχουν οικογενειακό ιστορικό
Η δευτεροπαθής υπεριδρωσία είναι σπανιότερη και προκαλείται από άλλες παθήσεις ή φάρμακα. Εκδηλώνεται συνήθως σε ασθενείς ηλικίας άνω των 25 ετών.
Ο έντονος ιδρώτας μπορεί να αναπτύσσεται σε όλο το σώμα ή σε συγκεκριμένες περιοχές του. Οι μασχάλες είναι η συνηθέστερη θέση ανάπτυξης λόγω:
Του μεγάλου αριθμού ιδρωτοποιών αδένων που διαθέτει
Της ευαισθησίας τους στη θερμότητα και στα στρεσογόνα ερεθίσματα
Η εφίδρωση μπορεί επίσης να είναι πολύ έντονη στις παλάμες, στα πέλματα, στο κρανίο και στο πρόσωπο. Άλλες πληττόμενες περιοχές είναι οι πτυχές κάτω από τους μαστούς (υπομαστικές πτυχές), η βουβωνική χώρα και οι γλουτιαίες πτυχές.
Αντίκτυπος στην ποιότητα ζωής
Ο ιδρώτας είναι ενοχλητικός τόσο για τους ίδιους τους ασθενείς, όσο και για τον οικογενειακό, επαγγελματικό και κοινωνικό περίγυρό τους.
Ανασκόπηση 49 μελετών που δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση American Journal of Clinical Dermatology, έδειξε πως η υπεριδρωσία επηρεάζει έντονα την ποιότητα ζωής, καθώς παρεμβαίνει σε πολλούς τομείς της.
Οι ασθενείς βιώνουν αυξημένο άγχος και κατάθλιψη, καθώς και σοβαρές λειτουργικές, κοινωνικές, επαγγελματικές και σωματικές συνέπειες.
Λόγω της πάθησής τους, λ.χ., δυσκολεύει η καθημερινότητά τους. Υπολογίζεται ότι ξοδεύουν έως 60 λεπτά την ημέρα για να διαχειριστούν τα συμπτώματά τους. Το 50-70% των ασθενών αλλάζει ρούχα τουλάχιστον δύο φορές την ημέρα, αφού αυτά φέρουν εμφανή σημάδια του ιδρώτα.
Όσοι πάσχουν από πελματιαία υπεριδρωσία υποχρεώνονται να φορούν κάλτσες ακόμα και όταν επικρατεί καύσωνας. Επιπλέον, δυσκολεύονται να περπατήσουν με σανδάλια, πέδιλα ή σαγιονάρες.
Η υπεριδρωσία περιορίζει επίσης αρκετές από τις δραστηριότητες και τα χόμπι τους. Οι ασθενείς λ.χ. που ιδρώνουν πολύ στις παλάμες, διστάζουν να οδηγήσουν.
Όλα αυτά έχουν ψυχολογικές επιπτώσεις. Οι ασθενείς με υπεριδρωσία παρουσιάζουν υψηλό άγχος, που με τη σειρά του επιτείνει την παραγωγή ιδρώτα και έτσι αρχίζει ένας φαύλος κύκλος. Οι ασθενείς συχνά νοιώθουν επίσης ντροπή, έλλειψη αυτοπεποίθησης, αμηχανία.
Το εντονότερο και χρόνιο στρες εκδηλώνουν οι πάσχοντες με υπερβολική παραγωγή ιδρώτα στις μασχάλες.
Κοινωνικές και ιατρικές επιπτώσεις
Η πλειονότητα των πασχόντων εμφανίζουν επίσης κοινωνικό άγχος, με αποτέλεσμα να αποφεύγουν τις κοινωνικές επαφές. Δυσκολεύονται να έρθουν σε σωματική επαφή και αποφεύγουν τις οικειότητες.
Ο αυτοπεριορισμός τους είναι πιθανό να οδηγήσει σε λιγότερες επαγγελματικές ευκαιρίες και ερωτικές σχέσεις. Οι ασθενείς ηλικίας 14-18 ετών πιέζονται περισσότερο, αφού κατά την περίοδο της εφηβείας διαμορφώνεται η κοινωνική ζωή και ταυτότητά τους.
Εκτός, όμως, από τις ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις της, η υπεριδρωσία έχει και ιατρικές συνέπειες. «Η υπερβολική εφίδρωση δημιουργεί το υπόβαθρο για την ανάπτυξη μυκητιασικών και βακτηριακών δερματικών λοιμώξεων», εξηγεί ο κ. Στάμου. «Σύμφωνα με την Διεθνή Εταιρεία Υπεριδρωσίας (International Hyperhidrosis Society – IHS), όσοι πάσχουν από υπεριδρωσία διατρέχουν τριπλάσιο κίνδυνο δερματικών λοιμώξεων από εκείνους χωρίς τη νόσο».
Η υπερβολική εφίδρωση αποτελεί επίσης αιτία διάσπασης του δερματικού φραγμού και εισόδου ιών όπως ο HPV που δημιουργεί τις μυρμηγκιές. Έχει βρεθεί επίσης συσχετισμός της υπεριδρωσίας με την ψωρίαση και την ατοπική δερματίτιδα.
Μπορεί να αντιμετωπιστεί
Τα καλά είναι ότι η υπεριδρωσία μπορεί να αντιμετωπιστεί. Αυτό όμως προϋποθέτει την ενημέρωση των ασθενών, δεδομένου ότι «το ήμισυ των πασχόντων δεν γνωρίζει καν την ύπαρξη αυτής της πάθησης ούτε ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί», τονίζει ο κ. Στάμου.
Όπως εξηγεί, υπάρχουν διάφορα είδη θεραπειών. Αρχικά συνιστώνται αντιιδρωτικά που περιέχουν ουσίες που μειώνουν τον ιδρώτα (π.χ. μεταλλικό αλάτι, χλωριούχο αλουμίνιο). Υπάρχουν, επίσης, φάρμακα από το στόμα που μειώνουν την εφίδρωση.
Άλλη θεραπευτική επιλογή είναι η ιοντοφόρηση, η οποία καταστέλλει τους ιδρωτοποιούς αδένες με χρήση γαλβανικού ηλεκτρικού ρεύματος. Ως έσχατη λύση θεωρείται η θωρακοσκοπική συμπαθεκτομή.
Η πλέον σύγχρονη αντιμετώπιση της υπεριδρωσίας γίνεται με έγχυση βοτουλινικής τοξίνης τύπου Α (botox). Η τοξίνη αυτή διακόπτει το νευρικό ερέθισμα που φτάνει μέχρι τους ιδρωτοποιούς αδένες δίνοντας την εντολή για παραγωγή ιδρώτα. Το αποτέλεσμα είναι η διακοπή της έντονης εφίδρωσης για περίπου 8 μήνες.
«Είναι μια πολύ αποτελεσματική θεραπεία που απευθύνεται μόνο στα άτομα που πάσχουν από τη συγκεκριμένη πάθηση. Η διάρκεια της ανώδυνης αυτής θεραπείας δεν ξεπερνά τα 20 λεπτά. Σύμφωνα με την IHS μειώνει τα συμπτώματα τουλάχιστον κατά 85%. Έτσι οι πάσχοντες απαλλάσσονται από όλες τις επιπτώσεις και μπορούν κατόπιν να αποκτήσουν την προσωπική κοινωνική και επαγγελματική ζωή που επιθυμούν, έχοντας αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση», καταλήγει ο δρ Στάμου.