Οι τελικοί του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος στο σκάκι ανάμεσα στον Μπόμπι Φίσερ και τον Μπόρις Σπάσκι το 1972 και στους Γκάρι Κασπάροφ – Ανατόλι Καρπόφ το 1984 θεωρούνται τα μεγαλύτερα milestones στην ιστορία του θεσμού και η απήχηση τους εκτίναξε παγκοσμίως τη δημοφιλία του παιχνιδιού.
Μεταξύ αυτών των δύο τελικών, που για διαφορετικούς λόγους απέκτησαν την αύρα του… blockbuster για τους fan του «αθλήματος», υπήρξε και μια αναμέτρηση για τον παγκόσμιο τίτλο πολύ λιγότερο διαφημισμένη, αλλά και πολύ περισσότερο ιδιαίτερη από οποιαδήποτε άλλη. Ήταν αυτή ανάμεσα στον Ανατόλι Κάρποφ και τον Βίκτορ Κορτσνόι το 1978, που σε επίπεδο mind games, «ψυχροπολεμικού κλίματος» ανάμεσα στους δύο αντιπάλους και θεωριών… συνομωσίας, δεν είχε προηγούμενο, ούτε επόμενο.
Ο Φίσερ τερμάτισε την κυριαρχία των Σοβιετικών το ’72, αλλά τρία χρόνια αργότερα δεν πήρε θέση στη σκακιέρα για να υπερασπιστεί τον τίτλο του, απαιτώντας να γίνουν δεκτοί από την παγκόσμια ομοσπονδία όλοι οι όροι του για τη διεξαγωγή του τελικού. Έτσι, ο νέος παγκόσμιος πρωταθλητής προέκυψε από την έκβαση του τελικού των διεκδικητών και αυτός ήταν ο Καρπόφ, που νίκησε το 1974 τον Κορτσνόι στη Μόσχα με το οριακό 12,5-11,5.
O ευνοούμενος και ο ανεπιθύμητος
Ο Κάρποφ, βέρος… Ρώσος, ήταν ο νέος πανίσχυρος γκραν μετρ στης σοβιετικής σχολής και λόγω της ηλικίας του (γεννηθείς το 1951), έγινε εκείνη την εποχή το αγαπημένο παιδί του καθεστώτος, που έβλεπε στις ικανότητες του τον σκακιστή που θα εξασφάλιζε για αρκετά χρόνια τη διατήρηση των σκήπτρων στη χώρα, κόντρα σε οποιονδήποτε επίδοξο… Μπόμπι Φίσερ. Άλλωστε ο κίνδυνος να επιστρέψει ανά πάσα στιγμή ο θρυλικός Αμερικανός για να ανακτήσει τον τίτλο του ήταν πάντα ορατός.
Ο Βίκτορ Κορτσνόι
Σε πλήρη αντίθεση ο Κορτσνόι ήταν ήδη 46 ετών και όλοι πίστευαν ότι τα καλύτερα χρόνια του είχαν περάσει ανεπιστρεπτί. Εβραϊκής και πολωνικής καταγωγής – με πατρογονικές ρίζες και στην πολύπαθη λόγω της σταλινικής δικτατορίας Ουκρανία – ήταν επιπλέον μία από τις διάσημες φυσιογνωμίες της χώρας με αντιδραστικό χαρακτήρα, διαφωνώντας ανοιχτά με κάποιες από τις πρακτικές του καθεστώτος.
Η διαφορετική αντιμετώπιση που είχε από το σύστημα ήταν εξόφθαλμη σε εκείνον τον τελικό των διεκδικητών, από τον οποίο θα προέκυπτε ο αντίπαλος του Φίσερ. Ο Κορτσνόι έγινε δέκτης παρενοχλήσεων – ακόμα και απειλών – ενώ όλοι οι μεγάλοι γκραν μετρ στους οποίους απευθύνθηκε για ενταχθούν στο team του για τον τελικό (με συμβουλευτικό και προπονητικό ρόλο, όπως συμβαίνει πάντα) αρνήθηκαν. Ο μοναδικός που δέχτηκε ήταν ο επίσης εβραϊκής καταγωγής και ουκρανικής προέλευσης Νταβίντ Μπρονστάιν, ο οποίος ωστόσο εκβιάστηκε και αναγκάστηκε να τον εγκαταλείψει πριν αρχίσουν οι αγώνες. Όπως έγραψε στο βιβλίο του «Μυστικά Σημειώματα» (εκδόθηκε ένα χρόνο μετά το θάνατό του, το 2007), επέστρεψε στο πλευρό του Κορτσνόι όταν αυτός έχανε ήδη με 10,5-7,5. O τελευταίος πήρε δύο από τις επόμενες τρεις παρτίδες, μειώνοντας σε 11-10, αλλά το τελικό σκορ διαμορφώθηκε με ισοπαλία στις τρεις τελευταίες.
Ο Ανατόλι Καρπόφ
Στην τελετή λήξης του τελικού ο Κορτσνόι άφησε να διαρρεύσει η επιθυμία του για αυτομόλυση στη δύση. Από εκείνη την ημέρα κατέστη επίσημα «κόκκινο πανί» για το καθεστώς. Η σοβιετική ομοσπονδία σκακιού του απαγόρευσε την έξοδο από τη χώρα για διεθνή τουρνουά. Έγινε πιο ελαστική μόνο αφότου απονεμήθηκε στον Κάρποφ ο τίτλος του παγκόσμιου πρωταθλητή (1976) και ο Κορτσνόι αφέθηκε να συμμετάσχει σε ένα τουρνουά στο Άμστερνταμ εκείνη τη χρονιά. Αφού κατέκτησε την πρώτη θέση, την επόμενη μέρα παρουσιάστηκε στις ολλανδικές αρχές και ζήτησε πολιτικό άσυλο, το οποίο και του δόθηκε. Για να μην κινήσει υποψίες είχε βγάλει τα εισιτήρια της επιστροφής, ενώ είχε ήδη φροντίσει να μεταφέρει εκτός σοβιετικής Ένωσης την τεράστια σκακιστική βιβλιοθήκη του. Πίσω, στο Λένινγκραντ όμως, έμειναν η γυναίκα του και ο γιος του. Αυτοί που έκτοτε θα αποκαλούνταν ως η οικογένεια του «προδότη» και «αποστάτη».
Σαν σε αναμέτρηση κατασκόπων
Ο Κορτσνόι μετακινήθηκε στη Δυτική Γερμανία για ένα μικρό διάστημα και τελικά εγκαταστάθηκε στην Ελβετία, παίρνοντας την ελβετική υπηκοότητα. Οι Σοβιετικοί μποϋκόταραν οποιοδήποτε τουρνουά συμμετείχε ο ίδιος, δεν κατάφεραν όμως και να μπλοκάρουν την υποψηφιότητά του για τη διεκδίκηση του παγκόσμιου τίτλου, το 1978. Η παγκόσμια ομοσπονδία επέτρεψε τη συμμετοχή του (με ελβετική σημαία) και εκεί οι Σοβιετικοί θα έπρεπε να τον αντιμετωπίσουν. Το κάζο ήταν μεγάλο. Ο Κορτσνόι απέκλεισε διαδοχικά τρεις συμπατριώτες του, μεταξύ των οποίων τους δύο πρώην παγκόσμιους πρωταθλητές Πετροσιάν και Σπάσκι. Ο τελικός με τον πρώην φίλο του, Ανατόλι Καρπόφ, θα ήταν ακόμη ένα ακόμη μεγάλο σκακιστικό γεγονός με «ψυχροπολεμικές» προεκτάσεις, μετά την αναμέτρηση Φίσερ – Σπάσκι, έξι χρόνια νωρίτερα. Η ένταση τώρα ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Και όπως αποδείχτηκε θα έφτανε στα όρια της… ψύχωσης.
Ο μεγάλος τελικός διεξήχθη από τις 18 Ιουλίου έως τις 18 Οκτωβρίου στις Φιλιππίνες και νικητής θα ήταν αυτός που θα κατάφερνε να κερδίσει πρώτος έξι παρτίδες. Για τη Σοβιετική Ένωση η κατάκτηση του τίτλου ήταν μείζονος σημασίας. Ενδεχόμενη ήττα από τον «αποστάτη» θα θεωρείτο τεράστιο πλήγμα κύρους. Τα ΜΜΕ στην ΕΣΣΔ δεν ανέφεραν καν το όνομα του, έκαναν λόγο για τον «διεκδικητή».
Η διοργάνωση φάνηκε ότι θα είναι επεισοδιακή πριν ακόμα αρχίσει. Ο Κορτσνόι ζήτησε να αγωνιστεί με τη σημαία της Ελβετίας, αλλά οι Σοβιετικοί εναντιώθηκαν. Μετά την απόρριψη του αιτήματος, ζήτησε να παίξει με μία λευκή σημαία που να γράφει «άπατρις», πρόταση η οποία έγινε αποδεκτή. Οι διοργανωτές, ωστόσο, αποφάνθηκαν ότι οι μόνες επιτρεπόμενες σημαίες στην αίθουσα θα ήταν αυτές των Φιλιππίνων, της Σοβιετικής Ένωσης και της FIDE (Σκακιστική Ομοσπονδία).
Ο Κορτσνόι ζήτησε επίσης να φέρει τη δική του καρέκλα στην αίθουσα, κάτι με το οποίο δεν συμφώνησε αρχικά ο Καρπόφ. Μάλιστα, προς αποφυγή περιστατικών παρόμοιων με αυτών της αναμέτρησης Φίσερ-Σπάσκι, οι διοργανωτές δέχθηκαν να εξετάσουν την καρέκλα με ακτίνες x–ray στο κοντινό νοσοκομείο της πόλης, προκειμένου να σιγουρευτούν ότι δεν υπήρχαν ενσωματωμένες ηλεκτρονικές συσκευές!
Μετά από πολλές διαπραγματεύσεις και καπρίτσια τακτικής, ο αγώνας ξεκίνησε.
Ο Κάρποφ είχε μαζί του στις Φιλιππίνες μια πολυάριθμη ομάδα ανθρώπων για να τον βοηθά στην προετοιμασία του. Ανάμεσά τους ήταν και ο Βλαντιμίρ Ζούκαρ, ένας αποκαλούμενος ψυχολόγος-υπνωτιστής που βρισκόταν στο κοινό καθ’ όλη τη διάρκεια των παρτίδων. Ο Κορτσνόι διαμαρτυρήθηκε έντονα ότι ο Ζούκαρ προσπαθούσε να εστιάσει στα μάτια του με σκοπό να τον… υπνωτίσει. Οι διοργανωτές αρνήθηκαν να του απαγορεύσουν την είσοδο στο χώρο κι έτσι ο 47χρονος γκραν μετρ πήρε τα δικά του μέτρα. Άρχισε να παίζει, φορώντας πάνω από τη σκακιέρα, μεγάλα μαύρα γυαλιά ηλίου έτσι ώστε να μην επιδρούν πάνω του οι πρακτικές του Ζούκαρ. Τώρα ήταν η σειρά του 25χρονου Ρώσου να αντιδράσει. Ισχυρίστηκε ότι η αντανάκλαση του φωτός στα γυαλιά του αντιπάλου του τον αποσυντόνιζε και απαίτησε να μην τα φοράει.
Η ημιτελής ανατροπή
Η ένταση είχε χτυπήσει κόκκινο και κάποια στιγμή θα γινόταν… μωβ απόχρωσης. Όταν κατά τη διάρκεια μιας παρτίδας, κάποιος από την ομάδα του Καρπόφ του πήγε ένα μωβ γιαούρτι χωρίς να το έχει ζητήσει, ο Κορτσνόι έκανε έντονα παράπονα, θεωρώντας ότι το χρώμα του γιαουρτιού αποτελούσε κάποιο κωδικοποιημένο μήνυμα. Ο διαιτητής πάντως δεν συμμερίστηκε την άποψη του και ο αγώνας συνεχίστηκε.
Μετά από 17 παρτίδες, όλοι θεωρούσαν τον Κορτσνόι ξοφλημένο, καθώς το σκορ στις νίκες ήταν 4-1 (με 12 ισοπαλίες). Ήταν και κατά 22 χρόνια γηραιότερος, οπότε η μάχη πνευματικής φθοράς ήταν θεωρητικά εις βάρος του. Στην 21η παρτίδα ο Σοβιετικός «αποστάτης» μείωσε σε 4-2, στην 27η όμως ο Καρπόφ έκανε το 5-2 και απέμενε η χαριστική βολή. Τότε ο Κορτσνόι προσέλαβε στο team του δύο γνωστούς Αμερικανούς γιόγκι για να τον βοηθήσουν να χαλαρώσει και να μην επηρεάζεται από εξωγενείς παράγοντες. Στις επόμενες τέσσερις παρτίδες συνέβη κάτι σχεδόν εξωπραγματικό. Ενώ ο Κορτσνόι είχε μία νίκη στις 27 προηγούμενες, έκανε τρεις νίκες σε αυτές και έφτασε στο 5-5. Στην 32η παρτίδα ωστόσο ο Καρπόφ πέτυχε τη μία νίκη που έψαχνε και με σκορ 6-5 (ή 16,5-15,5) διατήρησε τον τίτλο του, δίνοντας το έναυσμα για πανηγυρισμούς στη Σοβιετική Ένωση.
Το χτύπημα κάτω από τη ζώνη
Ο Κορτσνόι δεν το έβαλε κάτω. Πότε δεν το έβαζε κάτω. Αν και στα 50 του χρόνια πια – ηλικία που θεωρείται απαγορευτική για το ανώτερο επίπεδο – ήταν ξανά ο αντίπαλος του Καρπόφ στους τελικούς του 1981. Για ακόμα μία φορά η αναμέτρηση είχε πολιτικοποιηθεί. Η σύζυγος και ο γιος του Κορτσνόι ήταν ακόμη στη Σοβιετική Ένωση. Οι Αρχές είχαν υποσχεθεί στο γιο του ότι θα τον άφηναν να ακολουθήσει τον πατέρα του στην εξορία, αν παρέδιδε το διαβατήριο του. Όταν όμως συνέβη αυτό, κλήθηκε να θητεύσει στο σοβιετικό στρατό και συνελήφθη για λιποταξία. Παρά τις διεθνείς διαμαρτυρίες, καταδικάστηκε σε δυόμισι χρόνια καταναγκαστικής εργασίας σε στρατόπεδο, εκτίοντας τελικά το σύνολο της ποινής. Μετά την απελευθέρωσή του, εισέπραξε ακόμα μία άρνηση εξόδου από τη χώρα, η οποία παραχωρήθηκε … όλως τυχαίως το 1982. Ένα χρόνο δηλαδή μετά τη δεύτερη ήττα του Κορτσνόι από τον Καρπόφ. Υπό τέτοιο καθεστώς ψυχολογικού «πολέμου» αντιμετώπισε ο Κορτσνόι τον εν ενεργεία παγκόσμιο πρωταθλητή το 1981 στο Μεράνο της Ιταλίας και φυσικά δεν προκαλεί καμία έκπληξη ότι αυτή τη φορά έπεσε σχεδόν αμαχητί (6-2).
Μετά από αυτό τον αγώνα, ο Κορτσνόι δεν ήταν ποτέ ξανά υποψήφιος για τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή, συνέχισε ωστόσο να παίζει σε υψηλό επίπεδο, συμμετέχοντας και στην ολυμπιακή ομάδα της Ελβετίας. Θεωρείται έως και σήμερα ο πιο ισχυρός σκακιστής που δε έγινε ποτέ παγκόσμιος πρωταθλητής και μακράν του δεύτερου ο πιο γηραιός που έπαιξε σκάκι σε τόσο υψηλό επίπεδο. Τον Ιανουάριο του 2007 κατείχε την 85η θέση στον κόσμο στη διεθνή κατάταξη της FIDE, σε ηλικία 75 ετών, καθιστάμενος με διαφορά ο πλέον ηλικιωμένος σκακιστής στην ιστορία που βρισκόταν στο top-100.
Ένα χρόνο νωρίτερα ο Κορτσνόι είχε κατακτήσει πολύ εύκολα το 16ο Παγκόσμιο σκακιστικό πρωτάθλημα Βετεράνων, ενώ το 2009 έγινε ο γηραιότερος σκακιστής που κέρδισε ποτέ εθνικό πρωτάθλημα οποιασδήποτε χώρας, όταν κατέκτησε τον τίτλο στην Ελβετία σε ηλικία 78 ετών.
Το πιο εντυπωσιακό απ’ όλα πάντως ήταν η νίκη του (με τα μαύρα μάλιστα) απέναντι στον κατά 62 χρόνια νεότερο του, τον 18χρονο Ιταλό γκραν μετρ Φαμπιάνο Καρουάνα, σημερινό Νο. 2 στον κόσμο! Συνέβη το 2011 στο Γιβραλτάρ, όταν ο Κορτσνόι ήταν 80 ετών, αναγκάζοντας την (σκακιστική) επιστήμη να σηκώσει τα χέρια ψηλά…
Δεν τον κράτησε μακριά από τη σκακιέρα ούτε το εγκεφαλικό που υπέστη το 2012. Επέστρεψε το 2014 και συμμετείχε σε κάποια τουρνουά, έως και το θάνατό του, τον Ιούνιο του ’16, σε ηλικία 85 ετών. Ο πρόεδρος της FIDE Κιρσάν Ιλιουμζίνοφ εκτίμησε τότε ότι «μαζί με τον Κορτσνόι πέθανε μία ολόκληρη εποχή στο σκάκι».
Ίσως γιατί κανείς δεν αγάπησε τόσο και για τόσα χρόνια το παιχνίδι όσο ο «Βίκτορ ο τρομερός».