Η προ μηνών βύθιση του ρωσικού υποβρυχίου «Losharik» ξύπνησε τις μνήμες από την τραγική ιστορία του Kursk τον Αύγουστο του 2000, όταν 23 επιζήσαντες χάθηκαν μέσα σε λίγα 24ωρα
Το Βιντάγιεβο είναι μια άχρωμη πόλη με γκρίζες πανομοιότυπες πολυκατοικίες, μέσα στα διαμερίσματα των οποίων μένουν οικογένειες των αξιωματικών του Ρωσικού Πολεμικού Ναυτικού. Το χειμώνα ο αρκτικός άνεμος «ξυρίζει» τα στενά και κακοφωτισμένα δρομάκια της πόλης, στα οποία δεν κυκλοφορεί κανείς αν δεν υπάρχει σοβαρός λόγος. Το καλοκαίρι δεν αλλάζουν και πολλά.
Απλά οι πιτσιρικάδες που δεν έχουν σχολείο τρέχουν σε ένα λόφο απ’ όπου φαίνεται η ναυτική βάση για να δουν τα πολεμικά πλοία να φεύγουν από την βάση. Αυτό έκαναν ένα μουντό πρωινό τον Αύγουστο του 2000, όταν το πυρηνοκίνητο υποβρύχιο «Κursk» που ήταν το καμάρι του Ρωσικού στόλου της Βόρειας Θάλασσας, έλυσε κάβους στην Χερσόνησο Κόλα. Τα παιδιά χαιρετούσαν το θηρίο των 154 μέτρων μήκους με το διπλό κύτος και το εκτόπισμα των 16.000 τόνων, που έφερε 24 πυραύλους Kruz P-700 Granit και τορπίλες διαμέτρου 553 και 650 mm. Ήταν η αιχμή του δόρατος του Πολεμικού Ναυτικού της Ρωσίας, ο «αβύθιστος» Λεβιάθαν που έβγαινε στα ανοιχτά για να λάβει μέρος σε ασκήσεις. Ο κυβερνήτης του «Kursk», Γκενάντι Λιάτσιν και ο συγκυβερνήτης Σεργκέι Ντούντκο πήραν τις τελευταίες ανάσες φρέσκου αέρα πριν κατέβουν στα άδυτα του υποβρυχίου. Ο Λιάτσιν διέταξε «κατάδυση» στα σκοτεινά νερά της θάλασσας του Μπάρεντς και το πυρηνοκίνητο θηρίο ξεκίνησε για ένα ταξίδι που έμελλε να μην τελειώσει ποτέ.
Έκρηξη στο βυθό
Μερικές εκατοντάδες μίλια μακριά ο κυβερνήτης του αμερικάνικου υποβρυχίου «USS Memphis» Μαρκ Μπρέορ μέτραγε ήδη δύο μήνες μαζί με τους άντρες του, μέσα στα κλειστοφοβικά διαμερίσματα του σκάφους. Η αποστολή του ήταν σαν μια παρτίδα σκάκι, όπου μια λάθος κίνηση μπορεί να σου κοστίσει πολύ ακριβά, όταν βρίσκεσαι σε εχθρικά νερά. Το «Memphis» κινούνταν μόλις 18 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, ώστε τα υπερσύγχρονα σόναρ και οι ασύρματοι του να υποκλέπτουν τις συνομιλίες των πλοίων του Ρωσικού ναυτικού, ειδικά αυτές των υποβρυχίων τους. Κοίταξε τα χλωμά πρόσωπα των ανδρών του, που ήταν κλεισμένοι δυο μήνες μέσα σε αυτό το μεταλλικό κουτί των δύο δισεκατομμυρίων δολαρίων, κάνοντας την δουλειά τους με τον καλύτερο τρόπο. Τα επόμενα 24ωρα χρειάστηκε να κατέβει κάποιες φορές λίγο πιο βαθιά, ώστε οι Ρώσοι να μην αντιληφθούν ότι ένα αμερικάνικο υποβρύχιο έπλεε στην θάλασσα του Μπάρεντς και υπέκλεπτε όλες τις συνεννοήσεις του στόλου. Το πρωί της 12ης Αυγούστου, ο Μπρέορ κάθεται στη θέση του από νωρίς, όπως κάνει κάθε μέρα και ενημερώνεται συνέχεια για τις τελευταίες κινήσεις των τεσσάρων ρωσικών υποβρυχίων που έχει εντοπίσει, ανάμεσά τους και το «Kursk». Είναι Σάββατο και η άσκηση του Πολεμικού Ναυτικού της «Κόκκινης Αρκούδας» οδεύει προς το τέλος της, με την εκτόξευση τορπιλών από τα υποβρύχια σε προκαθορισμένους στόχους. Το ρολόι του δείχνει 11.28 π.μ. όταν ένα πανίσχυρο ωστικό κύμα διαπερνά το κήτος του «Memphis» και πριν ο Μπρέορ προλάβει καλά-καλά να ζητήσει ενημέρωση, μια ακόμη πιο δυνατή έκρηξη τραντάζει ξανά το αμερικάνικο υποβρύχιο. Προέρχεται από απόσταση εξήντα πέντε ναυτικών μιλίων, εκεί που έπλεε το «Kursk», μέχρι την στιγμή που ο θάλαμος με τις τορπίλες του ανατινάχθηκε, όταν η πρώτη μπήκε στον σωλήνα εκτόξευσης.
Ζωντανοί-νεκροί
Λίγη ώρα πριν από την έκρηξη ο κυβερνήτης Γκενάντι Λιάτσιν, είχε στείλει μήνυμα για την επικινδυνότητα των τορπιλών Shkval, που θα εκτόξευε το «Kursk» και την μη λειτουργία μιας εξ’ αυτών. Οι συγκεκριμένες λειτουργούσαν με ένα μείγμα υδρογόνου και υπεροξειδίου, ο εγκλωβισμός των οποίων στον τορπιλοσωλήνα αποδείχθηκε μοιραίος. Οι υψηλά ιστάμενοι με πρώτο και καλύτερο τον αρχηγό του Στόλου Βλαντιμίρ Κουρογιέντοφ τον αγνοούν, όπως αγνοούν και κάτι ακόμη. Ότι ο «Λεβιάθαν των θαλασσών» όπως αποκαλούσαν το «Kursk» είχε ουσιαστικά να ταξιδέψει σε σοβαρή αποστολή η άσκηση από το 1994, όταν παρακολουθούσε τις κινήσεις του 6ου Αμερικανικού Στόλου στην Μεσόγειο, λόγω έλλειψης κρατικών πόρων της παραπαίιουσας τότε Ρωσίας, με ότι συνεπάγεται αυτό.
Όταν το στίγμα του υποβρυχίου χάνεται μετά τις δύο εκρήξεις, αρχίζει ένα τραγικό γαϊτανάκι απόκρυψης του τι πραγματικά έχει συμβεί από τους Ρώσους επιτελείς του Ναυτικού, που «πλασσάρουν» στον Βλάντιμρ Πούτιν δύο εκδοχές. Η πρώτη ήταν ότι συγκρούστηκε πιθανόν με εχθρικό υποβρύχιο, ενώ αν δεν συνέβη αυτό βλήθηκε από εχθρική τορπίλη και βυθίστηκε, αρνούμενοι να δημοσιοποιήσουν ακόμη και στον Πρόεδρο, την τραγική πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που μετρούσε ήδη 95 νεκρούς και την βίωναν σε βάθος 160 μέτρων οι 23 επιζώντες αξιωματικοί και ναύτες του αβύθιστου υποβρυχίου, σε συνθήκες πολικού ψύχους και με το οξυγόνο να τελειώνει. «Όλο το πλήρωμα από τα τμήματα έξι, επτά και οχτώ ήρθαν στο ένατο. Υπάρχουν 23 άτομα εδώ. Πήραμε αυτή την απόφαση εξαιτίας του ατυχήματος. Κανείς μας δεν μπορεί να βγει στην επιφάνεια» θα γράψει ο υποπλοίαρχος Ντμίτρι Κολέσνικοφ σε ένα κομμάτι χαρτί.
Μαζί με τους υπόλοιπους ήταν κι αυτός ένας ζωντανός-νεκρός μέσα στο κήτος του υποβρυχίου, ελπίζοντας ότι η μαμά-πατρίδα θα τους σώσει, αγνοώντας ότι εκείνη την στιγμή η Ρωσία επιθυμούσε πάνω απ’ όλα ένα πράγμα. Να μην κατανοήσουν οι Δυτικοί πόσο δύσκολη ήταν η κατάσταση και να μην τους δώσουν την ευκαιρία να δουν από πολύ κοντά το υπερόπλο τους, έστω και διαλυμένο.
Το τέλος και η κατακραυγή
Παρόλο που πολλές χώρες προσφέρθηκαν να βοηθήσουν οι Ρώσοι αρνούνται πεισματικά τα πρώτα 24ωρα κάθε βοήθεια, απαντώντας ότι η κατάσταση είναι υπό έλεγχο. Μανάδες, σύζυγοι, πατεράδες και άλλοι συγγενείς των μελών του πληρώματος ζητάνε απαντήσεις και εξηγήσεις για το δυστύχημα, αλλά δεν τους απαντάει κανείς. Ο Πούτιν που έχει λάβει τις δύο εκδοχές για το δυστύχημα εξακολουθεί να κάνει τις διακοπές του στο Σόοτσι, ενώ οι ώρες περνούν και οι προσπάθειες των Ρώσων να προσεγγίσουν το βυθισμένο Λεβιάθαν, αποτυγχάνουν η μια μετά την άλλη.
Όταν το κάνουν το βαθυσκάφος δεν μπορεί να «κουμπώσει» με την καταπακτή κινδύνου, αφού είναι κακοσυντηρημένο, με παλιές μπαταρίες που δεν έχουν αλλαχθεί και έχουν μικρή διάρκεια ζωής. Τα απελπισμένα χτυπήματα με το σφυρί εξακολουθούν από τους εικοσιτρείς αλλά κάποια στιγμή σταματούν.
Στις 17 Αυγούστου ο Πούτιν ζητάει βοήθεια από όποιον μπορεί να προσφέρει, συνομιλεί με τον Μπιλ Κλίντον και δίνει εντολές στον Κουρογιέντοφ αλλά πλέον είναι πολύ αργά. Όταν Νορβηγοί δύτες καταφέρνουν να μπουν μέσα στο «Kursk» στις 22 Αυγούστου όλα τα διαμερίσματα του υποβρυχίου είναι πλημμυρισμένα και δεν υπάρχει φυσικά ίχνος ζωής. Οι συγγενείς των θυμάτων ξεσπούν κατά της κυβέρνησης και του Πούτιν, ο οποίος κηρύσσει εθνικό πένθος την συγκεκριμένη ημέρα έχοντας ήδη διαπιστώσει ότι όλα έγιναν λάθος. Η εικόνα της μητέρας του υποπλοίαρχου Τύλικ να ουρλιάζει στους Ρώσους επιτελείς του Ναυτικού θα συγκλονίσει την υφήλιο, όχι μόνο γιατί αποτυπώνει μια ασύλληπτη τραγωδία, αλλά και για έναν άλλο λόγο. Την ώρα που μιλάει, οι τηλεοπτικές κάμερες «συλλαμβάνουν» μια άγνωστη γυναίκα, να την πλησιάζει και να της κάνει μια ένεση πάνω από τα ρούχα της. Δευτερόλεπτα μετά η Ναντέζντα Τύλικ, δεν μπορεί να μείνει όρθια, ούτε να μιλήσει, απόρροια της ένεσης που της έκαναν ώστε η «ενοχλητική» φωνή της να σιωπήσει. Στην ομαδική επιμνημόσυνη δέηση για τις χαμένες ζωές των ανδρών του «Kursk» λίγες ημέρες μετά, ο ναύαρχος Βλαντιμίρ Κουρογιέντοφ δίνει το παρόν και χαιρετάει τις συζύγους και τα παιδιά τους. Όταν πλησιάζει τον γιο του Γκενάντι Λιάτσιν, ο μικρός βλέπει το απλωμένο χέρι του Κουρογιέντοφ και απλά σήκωσε το κεφάλι του και τον κοίταξε στα μάτια, αρνούμενος την χειραψία στον άνθρωπο που έκανε τελικά ότι μπορούσε για να μην σωθεί ο πατέρας του.