Τον τακτικό καρδιολογικό έλεγχο θα πρέπει να εντάξουν στο πρόγραμμά τους οι μεσήλικες με αυξημένο ουρικό οξύ (υπερουριχαιμία) για να προλάβουν την εμφάνιση κολπικής μαρμαρυγής στο μέλλον. Το σήμα κινδύνου από τα ευρήματα που δημοσιεύονται στο Journal of the American Heart Association εκπέμπει και για άτομα χωρίς τυπικούς παράγοντες κινδύνου για τη συχνότερη αρρυθμία όπως παχυσαρκία, ηλικία, κάπνισμα, κατάχρηση αλκοόλ, διαβήτης τύπου 2 και υπέρταση.
Επ’ αφορμή της μελέτης, οι επιστήμονες επεσήμαναν τη σημασία εύρεσης κάθε προδιαθεσιακού παράγοντα που μπορεί να τροποποιηθεί δεδομένου πως, μέχρι σήμερα, παραμένουν άγνωστα τα ακριβή αίτια και μηχανισμοί πίσω από την παθολογική κατάσταση που αφορά πάνω από 37 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως και μπορεί να οδηγήσει σε θρόμβωση, εγκεφαλικό επεισόδιο, καρδιακή ανεπάρκεια και ή άλλες επιπλοκές του καρδιαγγειακού.
45% μεγαλύτερος κίνδυνος
Οι ερευνητές παρακολούθησαν την υγεία 339.604 συμμετεχόντων από τη Σουηδία για 26 περίπου χρόνια. Το πληθυσμιακό δείγμα που επιλέχθηκε κατά το διάστημα 1985-1996 ήταν ηλικίας 30-60 ετών και χωρίς διαγνωσμένη καρδιαγγειακή νόσο την περίοδο ένταξης στη μελέτη. Τα επίπεδα ουρικού οξέος μετρήθηκαν τουλάχιστον μία φορά με εξέταση αίματος και διακρίθηκαν σε ομάδες βάσει των αποτελεσμάτων, από τη χαμηλότερη στην υψηλότερη συγκέντρωση.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι στην ομάδα με τα υψηλότερα επίπεδα ουρικού οξέος παρατηρήθηκαν 45% περισσότερες πιθανότητες κολπικής μαρμαρυγής, ακόμη και σε συμμετέχοντες που δεν εμφάνισαν υπέρταση, διαβήτη, στεφανιαία νόσο ή καρδιακή ανεπάρκεια κατά την περίοδο παρακολούθησης. Σύμφωνα με τη Mozhu Ding, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Περιβαλλοντικής Ιατρικής του Ινστιτούτου Karolinska στη Σουηδίας, το στοιχείο αυτό υποδεικνύει πως το ουρικό οξύ λειτουργεί ενδεχομένως ως ανεξάρτητος παράγοντας κινδύνου για την κολπική μαρμαρυγή και όχι μόνο μέσω της εμπλοκής του στους καρδιομεταβολικούς μηχανισμούς.
Η Δρ Ding υπογράμμισε την ανάγκη περαιτέρω έρευνας για τον ακριβή προσδιορισμό των υπευθύνων μηχανισμών και πρόσθεσε ότι ο ρόλος της φλεγμονής μάλλον είναι καίριος.
Ανεξαρτήτως ουρικού οξέος, η καρδιακής αρρυθμία ήταν συχνότερη στα άτομα με υπέρταση, διαβήτη, στεφανιαία νόσο ή καρδιακή ανεπάρκεια.
Τι είναι το ουρικό οξύ
Το ουρικό οξύ είναι μία χημική ουσία που παράγεται στον οργανισμό από το μεταβολισμό (διάσπαση) των πουρινών, συστατικών των πρωτεϊνών που αφθονούν σε αλκοολούχα ποτά -ιδίως μπύρες- και τρόφιμα όπως το κόκκινο κρέας, το μπέικον, κάποια ψάρια και είδη θαλασσινών (γαύρος, σαρδέλες, χτένια, ρέγγα, μύδια). Είναι ευρύτερα γνωστό για την αιτιώδη σχέση του με την ουρική αρθρίτιδα και τη νεφρολιθίαση (πέτρες στους νεφρούς). Ωστόσο, μελέτες έχουν συνδέσει την υπερουριχαιμία με αυξημένο κίνδυνο υπέρτασης, διαβήτη και καρδιακών παθήσεων, με κάποιες πρόσφατες να την ενοχοποιούν ως προδιαθεσικό παράγοντα κολπικής μαρμαρυγής, χωρίς εντούτοις επαρκή στοιχεία μυρίως μεταξύ νεότερων, υγιέστερων ενηλίκων.