Από τις αγροτικές περιοχές ως τις μεγάλες μητροπόλεις, τους Αμερικανούς μοιάζει να τους έχει καταλάβει αληθινή φρενίτιδα αγοράς όπλων, αντανάκλαση του αυξανόμενου άγχους, εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού, των βίαιων επεισοδίων που προβάλλονται με καταιγιστικούς ρυθμούς από μέσα ενημέρωσης, αλλά και της εντεινόμενης πολιτικής πόλωσης.
Φορώντας ωτασπίδες, με τα πόδια ανοιχτά, η Μπρέντα Ντούμας σημαδεύει με το κατακαίνουργιο πιστόλι της έναν χαρτονένιο στόχο. «Ρίξτε», κραυγάζει ο εκπαιδευτής. Ο εκκωφαντικός ήχος των εκπυρσοκροτήσεων γεμίζει τον χώρο της Boondocks Firearms Academy, σ’ ένα προάστιο του Τζάκσον, στις νότιες ΗΠΑ.
«Θέλω να μπορώ να προστατευτώ» , εξηγεί η μεσήλικη λευκή, που μόλις αγόρασε το πρώτο της όπλο κι έπεισε τον σύζυγό της να παρακολουθήσουν μαζί μαθήματα σκοποβολής για την 36η επέτειο του γάμου τους.
«Νιώθω λιγότερο ασφαλής εξαιτίας όλων αυτών των βίαιων επεισοδίων που βλέπουμε στην τηλεόραση», με τα οποία «διαφωνώ από φιλοσοφική άποψη», συνεχίζει.
Μετά τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ, μαύρου σαραντάρη τον οποίο σκότωσε λευκός αστυνομικός στα τέλη Μαΐου, σε ολόκληρες τις ΗΠΑ ξέσπασε κύμα αντιρατσιστικών διαδηλώσεων οι οποίες αμαυρώθηκαν, σε αρκετές περιπτώσεις, από εκτεταμένα βίαια επεισόδια. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ καταγγέλλει σε πύρινες ομιλίες του το χάος που ενορχηστρώνει, κατ’ αυτόν, η άκρα αριστερά κι υπόσχεται να αποκαταστήσει «τον νόμο και την τάξη» εάν κερδίσει δεύτερη θητεία την 3η Νοεμβρίου.
«Το να διαδηλώνεις είναι δικαίωμα, δεν δημιούργησαν το χάος οι άνθρωποι» που διαμαρτύρονται για τον ρατσισμό, αντιτείνει Αφροαμερικανός, ο οποίος παρακολουθεί μαθήματα στην ίδια σχολή σκοποβολής με την Ντούμας. «Έχουμε έναν πρόεδρο που αντί να ηρεμεί τα πνεύματα, υπερθεματίζει», στηλιτεύει ο ίδιος, ζητώντας να μην κατονομαστεί.
Σε «αυτή την περίπλοκη περίοδο», με ακροδεξιές παραστρατιωτικές ομάδες να κατεβαίνουν σε αντιδιαδηλώσεις, έκρινε και αυτός καλό να συμπληρώσει το προσωπικό του οπλοστάσιο αγοράζοντας ένα πιστόλι, που μπορεί να έχει πάνω του, αντίθετα με τα τουφέκια του.
Ανθρωποκτονίες
Δυο χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, στη μητρόπολη της Νέας Υόρκης, πελάτες περιμένουν υπομονετικά στην ουρά μπροστά στο οπλοπωλείο Coliseum Gun Traders, που δεν λέει ν’ αδειάσει.
«Τα πυροβόλα όπλα δεν ήταν μέρος του τρόπου ζωής μου μέχρι πρόσφατα», διαβεβαιώνει ο Αλ Ματεράζο, που πήγε να προμηθευτεί πυρομαχικά. Τον Φεβρουάριο, όμως, αγόρασε το πρώτο του τουφέκι — λόγω της πανδημίας, λέει.
«Θεώρησα πως πολύς κόσμος θα έχανε τη δουλειά του, θα υπήρχαν λιγότερα χρήματα, οι ληστείες θα αυξάνονταν», εξηγεί. «Ήθελα να είμαι σε θέση να προστατεύσω την οικογένειά μου». Κατόπιν, ο λευκός σαραντάρης αγόρασε δεύτερο όπλο, αυτή τη φορά εξαιτίας «του πολιτικού κλίματος και των ταραχών».
Περιμένοντας στο πεζοδρόμιο στο Λονγκ Άιλαντ, ο Έντουιν Ταβάρες, 51 ετών, αναφέρει άλλη μια πηγή ανησυχίας: την άνοδο της εγκληματικότητας στη Νέα Υόρκη, όπου οι ανθρωποκτονίες αυξήθηκαν κατά 40% τους πρώτους εννιά μήνες της χρονιάς και τα βίαια επεισόδια με τη χρήση πυροβόλων όπλων κατά 91%.
«Με τις εκκλήσεις να κοπεί η χρηματοδότηση της αστυνομίας και τον διασυρμό των αστυνομικών» στις διαδηλώσεις του κινήματος Black Lives Matter, «λένε πως επαφίεται σε εμάς πλέον να αγωνιστούμε εναντίον της εγκληματικότητας», στηλιτεύει ο άνδρας, που κατάγεται από χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Από 18 μέχρι 80
Μέσα στο κατάστημα ο ιδιοκτήτης, ο Άντριου Τσέρνοφ, ούτε στα πιο τρελά όνειρά του δεν είχε δει τόσους πελάτες. «Αυτό κρατάει από τον Φεβρουάριο, περισσότερο από όσο έχω δει σε όλη την καριέρα μου, είναι παλαβό!»
Στο οπλοπωλείο του πάνε άνθρωποι όλων των ηλικιών, όλων των κοινωνικών στρωμάτων, «από 18 μέχρι 80 ετών», «από τον οδηγό απορριμματοφόρου ως τον υπάλληλο γραφείου».
«Αυτή τη στιγμή, υπάρχουν τόσο πολλοί νέοι αγοραστές που οι κατασκευαστές δυσκολεύονται να καλύψουν τη ζήτηση», σχολιάζει ο Τσαντ Ουίνκλερ, που διαχειρίζεται τη σχολή σκοποβολής Μπούντοκς. Καταγράφονται «ελλείψεις όπλων και πυρομαχικών» σε όλη τη χώρα, προσθέτει.
Κατά συνέπεια, οι τιμές έχουν πάρει φωτιά. Ένας από τους πελάτες λέει πως πλήρωσε 800 δολάρια για να αγοράσει ένα ημιαυτόματο τουφέκι που κανονικά κοστίζει 499.
Στη Νέα Υόρκη, όπου η νομοθεσία για τα όπλα είναι πολύ αυστηρότερη απ’ ό,τι στο Μισισιπή, ο χρόνος επεξεργασίας των αιτήσεων για τη χορήγηση αδειών οπλοκατοχής επιμηκύνεται. «Συνήθως, παίρνει έξι μήνες, τώρα χρειάζεται πάνω από 14», λέει ο Τζον Ντελόκα, ιδιοκτήτης σκοπευτηρίου στο Κουίνς.
Οι στατιστικές της ομοσπονδιακής αστυνομίας για τις αιτήσεις πολιτών που θέλουν αντίγραφο του ποινικού τους μητρώου — δικαιολογητικό απαραίτητο για την αγορά όπλων και γεμιστήρων — επιβεβαιώνουν την συρροή: από τις 2,3 εκατ. τον μήνα κατά μέσον όρο το 2019, έφθασαν τις 3,9 εκατομμύρια τον Ιούνιο. Επρόκειτο για ρεκόρ.
«Μετά τις εκλογές, το πράγμα μάλλον θα ηρεμήσει, ο κόσμος δεν θα έχει να δώσει τόσα λεφτά», εκτιμά ο Τζον Ντελόκα.
Ο Τσαντ Ουίνκλερ από την πλευρά του θυμίζει ότι πάντα η ζήτηση για όπλα αυξάνεται πριν από τις εκλογές. Κατ’ αυτόν, οι ιδιοκτήτες όπλων, περίπου το 30% των ενηλίκων στις ΗΠΑ, κάνουν στοκ επειδή φοβούνται πως η νομοθεσία θα μπορούσε να γίνει αυστηρότερη.
Ο δημοκρατικός υποψήφιος Τζο Μπάιντεν, που λέει ότι θέλει να απαγορεύσει τα τουφέκια εφόδου, έχει προκαλέσει ανησυχία στην Αλίσια Μπρούερ, που πήγε μαζί με τον άνδρα της στη σχολή Μπούντοκς για να μάθει πώς να χειρίζεται το ολοκαίνουργιο AR-15 τους. «Θέλουμε να προφυλαχθούν τα δικαιώματα που εγγυάται η Δεύτερη Τροπολογία» του Συντάγματος, προσθέτει, προτού πέσει πρηνηδόν για να εκπαιδευτεί.
Ανεξαρτήτως των κινήτρων των αγοραστών, ένα είναι σίγουρο: «ο κλάδος μας θα γνωρίσει μεγαλοπρεπή χρονιά», λέει ο Τσέρνοφ μέσα στο νεοϋορκέζικο οπλοπωλείο του. Τα πράγματα πάνε «λαμπρά» για το κατάστημά του, αλλά «αν το δεις ως αντανάκλαση του τι συμβαίνει στη χώρα, είναι λυπηρό στην πραγματικότητα».