Κόστος ανά χιλιόμετρο που αυξήθηκε έως και κατά 69% σε σχέση με το αρχικά προϋπολογισθέν, μείωση του αντικειμένου έργων κατά 55%, ελλιπής προετοιμασία των έργων από τους εταίρους του δημόσιου τομέα και, πρωτίστως, η υπογραφή συμβάσεων με ιδιώτες παραχωρησιούχους πριν από την επίλυση σημαντικών προβλημάτων.
Αυτά είναι τα σημαντικότερα προβλήματα που εντοπίζει για την Ελλάδα η Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τις συγχρηματοδοτούμενες από την ΕΕ συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) για τρεις αυτοκινητοδρόμους (Ολυμπία, Μωρέας, Κεντρική Οδός)την περίοδο 2000-2014. Η έκθεση αφορά σε έργα ΣΔΙΤ με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση στην ΕΕ την περίοδο 2000-2014 και έλαβε υπόψη της τα στοιχεία από 12 έργα σε 4 κράτη μέλη που αντιπροσωπεύουν ωστόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής συμμετοχής το 70% της συνολικής δαπάνης.
Η Ελλάδα είναι μακράν ο μεγαλύτερος αποδέκτης συνεισφορών της ΕΕ για έργα ΣΔΙΤ, έχοντας λάβει το 59 % του συνολικού ποσού για όλη την ΕΕ, ή 3,3 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε σε Συνέντευξη Τύπου στις Βρυξέλλες, ο κ. Oskar Herics, μέλος του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου και αρμόδιο για την έκθεση, «Για την ολοκλήρωση των πέντε αυτοκινητόδρομων που ελέγχθηκαν στην Ελλάδα και την Ισπανία χρειάστηκαν πρόσθετα δημόσια κεφάλαια ύψους σχεδόν 1,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Περί το 30% των κεφαλαίων αυτών (422 εκατομμύρια ευρώ) χορηγήθηκε από την ΕΕ». Ο κ. Herics, επεσήμανε ότι για την Ελλάδα η αύξηση του αρχικού προϋπολογισμού των τριών αυτοκινητοδρόμων κατά 1,2 δις ευρώ σήμανε και αύξηση της Ευρωπαϊκής χρηματοδότησης κατά 422 εκατ ευρώ (το 36% της συνολικής αύξησης).
Ο κ. Herics άφησε σαφείς αιχμές για την αδυναμία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να ελέγξει την κατάσταση, λέγοντας ότι ήταν «πλήρως ενήμερη» και δε την απέτρεψε, ενώ εξέφρασε ανησυχίες για τη βιωσιμότητα των έργων, καθώς, όπως είπε, δεν εξετάστηκε επαρκώς η πιθανότητα κατασκευής αυτοκινητοδρόμων με εναλλακτικά χαρακτηριστικά και μικρότερο κόστος όπως π.χ. δρόμοι ταχείας κυκλοφορίας (express roads). Επιπλέον, ο κ. Herics επεσήμανε προβλήματα στο νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο στην Ελλάδα λειτουργεί μόνο για έργα κάτω των 500 εκατ ευρώ, κάτι που εξαιρεί τα μεγάλα έργα υποδομών όπως οι τρεις αυτοκινητόδρομοι.