Πολλοί Τούρκοι αξιωματούχοι, αλλά και ο ίδιος ο Ερντογάν αμφισβητώντας την συνθήκη της Λωζάνης, στην ουσία αμφισβητούν την Ελληνική κυριαρχία σε πλήθος νησιών μας. Η Τουρκία βέβαια λόγω λανθασμένων Ελληνικών χειρισμών και λεγομένων έχει βάλει θέμα γκρίζων ζωνών από το 1996.
Ο Αντιστράτηγος Λάμπρος Τζούμης σε άρθρο του στο militaire αναλύει διεξοδικά, βάσει των διεθνών συμβάσεων που είναι τα πραγματικά σύνορα της Ελλάδας, στο Αιγαίο.
Αξίζει να διαβάσετε το άρθρο του, το οποίο βέβαια πρέπει να το διαβάσει και ο πρωθυπουργός, πριν επαναλάβει λάθη του παρελθόντος.
»Πριν δυο χρόνια, στη διεθνή έκθεση Θεσσαλονίκης, ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου του γερμανικού περιοδικού “Spiegel” για το μεταναστευτικό ζήτημα και την κριτική που δέχτηκε η κυβέρνηση περί καλωσορισμάτων και ανοίγματος των συνόρων, διετύπωσε το ερώτημα : «Ποια σύνορα; Έχει σύνορα η θάλασσα και δεν το ξέραμε;»
Οι δηλώσεις αυτές είχαν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και τα κόμματα της αντιπολίτευσης που είχαν χαρακτηρίσει τον πρωθυπουργό άσχετο, καθόσον ο ισχυρισμός περί μη ύπαρξης θαλασσίων συνόρων αποτελεί πάγια θέση της Τουρκίας. Ορισμένοι θεώρησαν ότι οι δηλώσεις αυτές ίσως προήλθαν από αναβίωση νεανικών αναμνήσεων αναγραφής συνθημάτων στους τοίχους της περιοχής των Εξαρχείων, του τύπου : «Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του».
Όποιος και να ήταν ο λόγος των δηλώσεων του Έλληνα πρωθυπουργού περί μη ύπαρξης θαλασσίων συνόρων σε καμιά περίπτωση δεν ταυτίζεται με αυτόν που οδήγησαν τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Μελβούτ Τσαβούσογλου στις πρόσφατες δηλώσεις περί του καθεστώτος που επικρατεί στο χώρο του Αιγαίου, ο οποίος εκφράζει τις μακροπρόθεσμες επιδιώξεις της Άγκυρας να αλλάξει το status quo της περιοχής.
Ο Τούρκος ΥΠΕΞ δήλωσε ότι δεν υπάρχουν θαλάσσια σύνορα, αλλά ούτε και διεθνής συνθήκη σε ισχύ ανάμεσα σε Τουρκία και Ελλάδα.
Υπογράμμισε επίσης ότι στο πλαίσιο αυτό, από το 1996 το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών φέρνει στην επικαιρότητα τα ζητήματα αναφορικά με το Αιγαίο και ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να δεχτεί de facto καταστάσεις που θα επιχειρήσει να δημιουργήσει η Ελλάδα πάνω σε γεωγραφικούς σχηματισμούς με αμφισβητούμενο καθεστώς.
Αναφορικά με το ζήτημα των θαλασσίων συνόρων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, η επίσημη θέση της χώρας μας την οποία όφειλε να γνωρίζει ο κ. Τσίπρας διατυπώνεται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου εξωτερικών, όπου αναφέρεται ότι αυτά είναι σαφώς οριοθετημένα και ειδικότερα:
– Στη θαλάσσια περιοχή στις εκβολές του Έβρου αυτά είναι οριοθετημένα βάσει του Πρωτοκόλλου των Αθηνών της 26ης Νοεμβρίου 1926.
– Στη θαλάσσια περιοχή που εκτείνεται νοτίως του Έβρου μέχρι τη Σάμο και την Ικαρία, ελλείψει σχετικών συμβατικών ρυθμίσεων με την Τουρκία εφαρμόζεται η αρχή της ίσης απόστασης/μέσης γραμμής, σύμφωνα με το εθιμικό δίκαιο.
Όπως αναφέρεται και στο άρθρο 15 της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας, το οποίο ενσωματώνει εθιμικό δίκαιο, σε περίπτωση που δεν υπάρχει συμφωνία οριοθέτησης, κανένα κράτος δεν δικαιούται να επεκτείνει την αιγιαλίτιδά του ζώνη πέραν της μέσης γραμμής.
Η διάταξη αυτή, η οποία επαναλαμβάνει, με μικρές μόνον φραστικές αλλαγές, τη ρύθμιση του άρθρου 12(1) της Σύμβασης της Γενεύης για την Αιγιαλίτιδα Ζώνη και τη Συνορεύουσα Ζώνη, ενσωματώνει εθιμικό κανόνα δικαίου.
– Νοτίως της Σάμου, μεταξύ της Δωδεκανήσου και των τουρκικών ακτών, τα θαλάσσια σύνορα είναι οριοθετημένα βάσει της Συμφωνίας της 4ης Ιανουαρίου 1932 και του Πρωτοκόλλου της 28ης Δεκεμβρίου 1932 μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας.
Η Ελλάδα υπεισήλθε ως διάδοχο κράτος στις σχετικές ρυθμίσεις των συμφωνιών αυτών, βάσει του άρθρου 14(1) της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων της 10ης Φεβρουαρίου 1947 που εκχωρεί την κυριαρχία των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα.
Σε ότι αφορά το ζήτημα των «αμφισβητούμενων γεωγραφικών σχηματισμών» που ανέφερε ο Τούρκος ΥΠΕΞ, δεν είναι η πρώτη φορά που η Τουρκία διατυπώνει τους ισχυρισμούς αυτούς. Όπως ανέφερε και ο Τούρκος ΥΠΕΞ η Τουρκία από το 1996 έχει φέρει στην επιφάνεια την περίφημη θεωρία περί «γκρίζων ζωνών», η οποία είχε αρχίσει από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 με δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων.
Μετά το επεισόδιο στα Ίμια εκδόθηκε λίστα από το τουρκικό ΥΠΕΞ, η οποία περιλαμβάνει 152 νησιά και νησίδες, τα περισσότερα από τα οποία είναι μέρος μικρών νησιωτικών συμπλεγμάτων. Η ονομασία της εν λόγω λίστας είναι το αρκτικόλεξο της τουρκικής φράσης «Egemenligi Anlasmalarla Yunanistan’a Devredilmemis Ada Adacιkve Kayalιklar», δηλαδή «νησιά, νησίδες και βραχονησίδες των οποίων η κυριότητα δεν παραχωρήθηκε στην Ελλάδα».
Η Τουρκία ισχυρίζεται ότι η ελληνική κυριαρχία εκτείνεται μόνο σε εκείνα τα νησιά του Αιγαίου τα οποία αναφέρονται ονομαστικά στα κείμενα των Συνθηκών με τις οποίες αυτά παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα, ότι υπάρχουν δηλ. περιοχές «ακαθορίστου κυριαρχίας», των οποίων το καθεστώς εκκρεμεί και οι δύο χώρες θα πρέπει να καταθέσουν τα νομικά τους επιχειρήματα, προκειμένου να επιλυθεί το «πρόβλημα».
Οι ισχυρισμοί της Άγκυρας είναι έωλοι, καθόσον βάσει της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923, η Τουρκία παραιτήθηκε κάθε κυριαρχικού δικαιώματος επί όλων των νησιών που βρίσκονται πέραν των 3 μιλίων από την ασιατική ακτή, πλην της Ίμβρου, της Τενέδου και των Λαγουσών.
Ο διαχωρισμός αυτός είναι ξεκάθαρος και για το λόγο αυτό δεν τίθεται θέμα ανάγκης ονομαστικής αναφοράς σε όλα τα νησιά και νησίδες του ανατολικού Αιγαίου.
Με τη συνθήκη των Παρισίων του 1947, η Ιταλία εκχώρησε στην Ελλάδα την πλήρη κυριαρχία στα νησιά της Δωδεκανήσου τα οποία κατονόμασε, ως και τις παρακείμενες νησίδες.
Η τουρκική αμφισβήτηση δεν περιορίζεται μόνο στο ανατολικό Αιγαίο, αλλά αφορά ακόμη και νησιά γύρω από την Κρήτη, όπως η Γαύδος, η Γαυδοπούλα, το Κουφονήσι, κ.λπ.
Η διεύρυνση της τουρκικής αμφισβήτησης μέχρι και τη Γαύδο προκαλεί εντύπωση, με δεδομένο ότι τα νησιά αυτά απέχουν εκατοντάδες χιλιόμετρα από τα τουρκικά παράλια και άρα το επιχείρημα της γειτνίασης δεν ισχύει. Ο τουρκικός ισχυρισμός για τα νησιά αυτά είναι ότι το άρθρο 4 της Συνθήκης του Λονδίνου του 1913, που σφράγισε το τέλος του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, ανέφερε ότι : «Η Αυτού Μεγαλειότης ο Αυτοκράτωρ των Οθωμανών εκχωρεί την νήσον Κρήτην εις τους συμμάχους ηγεμόνας των βαλκανικών κρατών».
Το γεγονός λοιπόν ότι δεν αναφέρονται ονομαστικά οι παραπάνω εξαρτώμενες από αυτή νησίδες, οδηγεί στο συμπέρασμα κατά την άποψη της Τουρκίας ότι τα νησιά αυτά αποτελούν πρώην οθωμανικά εδάφη «που τελούν υπό ελληνική κατοχή» ή περιοχές «ακαθορίστου κυριαρχίας», των οποίων το καθεστώς εκκρεμεί.
Στην πραγματικότητα βέβαια, ελάχιστα ενδιαφέρει την Τουρκία η κυριότητα αυτών των μικρών νησιών.
Το πραγματικό διακύβευμα είναι οι επιπτώσεις που θα έχει η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος τους στην οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, εάν και όταν λάβει χώρα μια τέτοια διαδικασία.
Ο στρατηγικός στόχος της Τουρκίας είναι η συνεκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων της Ν.Α. Μεσογείου.
Για το λόγο αυτό προσπαθεί εκτός από την αμφισβήτηση των νησιών αυτών να οικειοποιηθεί το μεγαλύτερο μέρος της κυπριακής υφαλοκρηπίδας δυτικά του νησιού και όλη την ελληνική υφαλοκρηπίδα νοτιοανατολικά της Κρήτης και νοτιοδυτικά του Καστελόριζου.
Η περιοχή του νησιωτικού συμπλέγματος της Μεγίστης ή Καστελόριζου (14 συνολικά νησιά), είναι ένας χώρος με τεράστια γεωπολιτική σημασία, που επηρεάζει τη χάραξη των θαλασσίων ζωνών ανάμεσα στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Αναλυτικότερα επί του θέματος αυτού αξίζει να αναφερθούν τα εξής : Στη Σύμβαση του 1982 στο Montego Bay για το Δίκαιο της Θάλασσας αναφέρεται ότι όλα τα νησιά που κατοικούνται, διαθέτουν ΑΟΖ. Άρα αυτό ισχύει και για το Καστελόριζο.
Η Τουρκία ισχυρίζεται ειδικά για την περίπτωση του Καστελόριζου, ότι δεν είναι δυνατόν ένα τόσο μικρό νησί μπροστά από τις τουρκικές ακτές, να έχει ένα τόσο μεγάλο κομμάτι υφαλοκρηπίδας ή ΑΟΖ.
Προβάλει το επιχείρημα ότι το σύμπλεγμα των νησίδων-βραχονησίδων της περιοχής του Καστελόριζου, διέπεται από ειδικό καθεστώς, των αποκομμένων νησίδων που επικάθονται επί της τουρκικής υφαλοκρηπίδας.
Άρα, τα νησιά αυτά υποστηρίζει η Άγκυρα, δεν διαθέτουν ούτε ΑΟΖ, ούτε και έχουν δική τους υφαλοκρηπίδα.
Αν η Τουρκία δεχτεί ότι η περιοχή του Καστελόριζου ανήκει στην Ελληνική ΑΟΖ, τότε αποτελεί σημείο οριοθέτησης της ΑΟΖ της Ελλάδας με την Αίγυπτο και με την Κύπρο και συνεπώς η Τουρκία δεν έχει θαλάσσια σύνορα με την Αίγυπτο, ώστε να συμπεριληφθεί και αυτή στη διαχείριση του υποθαλάσσιου πλούτου της περιοχής.
Η περιοχή που εκτείνεται νοτιοδυτικά του Καστελόριζου μέχρι νότια της Κρήτης και εφάπτεται βορειοδυτικά της ΑΟΖ της Κύπρου, η επονομαζόμενη ως «Λεκάνη του Ηροδότου», παρουσιάζει τις υψηλότερες πιθανότητες εντοπισμού υδρογονανθράκων, κυρίως φυσικού αερίου και οι επιστημονικές ενδείξεις, μιλούν για πολύ μεγάλα αποθέματα.
Συμπερασματικά η Ελληνική κυριαρχία στο χώρο του Αιγαίου είναι γεγονός αναμφισβήτητο.
Αποδεικνύεται από διεθνή κείμενα και από το γεγονός ότι η Ελλάδα άσκησε εκεί τα δικαιώματα της ανενόχλητα επί δεκαετίες. Θαλάσσια σύνορα υπάρχουν και θα πρέπει να φροντίσουν να το μάθουν το συντομότερο δυνατόν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι που έχουν τις τύχες της χώρας στα χέρια τους, προκείμενου να φροντίσουν για την εξασφάλιση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο των εθνικών μας συμφερόντων.»