Λίγοι παράφρονες κατά συρροή δολοφόνοι στην πραγματικά μακρά σειρά των εγκληματικών χρονικών της Αμερικής πλησιάζουν τον «χασάπη του Ουισκόνσιν» τόσο σε όρους αχρειότητας όσο και σε επίπεδο σαγήνης που έχει ασκήσει στον λαϊκό μας πολιτισμό.
Από το 1957 που συνελήφθη και καταδικάστηκε μόλις για έναν φόνο μια δεκαετία αργότερα, ο Γκέιν έχει παράσχει απλόχερα όλη τη ζοφερή έμπνευση για τους πλέον μνημειώδεις κινηματογραφικούς serial killers, είτε μιλάμε για τον διαβόητο Leatherface του «Σχιζοφρενή Δολοφόνου με το Πριόνι» είτε για το αρχέτυπο του κακού Norman Bates του χιτσκοκικού «Ψυχώ» είτε τέλος για τον Buffalo Bill της «Σιωπής των Αμνών»!
Και βέβαια όλα μα όλα τα ανατριχιαστικά, απομονωμένα και ακατάστατα σπίτια που βλέπουμε σε τηλεόραση και σινεμά ως λημέρια των κατά συρροή δολοφόνων δανείζονται τη χαρακτηριστική τους ατμόσφαιρα από την τρομακτική αγροικία του Εντ Γκέιν στο Ουισκόνσιν, εκεί δηλαδή όπου πρωτοαντίκρισαν οι διωκτικές αρχές τον Νοέμβριο του 1957 το απόκοσμο σκηνικό που θα προκαλούσε αργότερα ρίγη συγκίνησης στο φιλοθεάμον κοινό.
Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ομολόγησε δύο αποτρόπαιους φόνους και οι Αρχές τον υποπτεύονταν για αρκετούς ακόμα, ο Γκέιν έμελλε να καταδικαστεί μόνο για την ανθρωποκτονία μιας κοπέλας, αν και ξεθάφτηκαν τα κατακρεουργημένα απομεινάρια δεκάδων ανθρώπων, καθώς ο serial killer είχε τη βάρβαρη συνήθεια να φορά το δέρμα τους ως άλλο κοστούμι.
Και βέβαια ο ίδιος διατηρούσε πάντα στην οικία του τμήματα από τη λεία του, τα οποία συνήθιζε να τα μεταποιεί σε αποτρόπαια εργόχειρα. Όταν συνελήφθηκε, η αστυνομία εντόπισε έντρομη στο σπίτι του δεκάδες ανθρώπινες μύτες, οστά, δοχεία καμωμένα από ανθρώπινα κρανία, αλλά και σάρκα που είχε μετατραπεί σε δερμάτινα καλύμματα για καρέκλες. Επιπλέον, ανθρώπινα κεφάλια μέσα σε χαρτοσακούλες και σακιά από λινάτσα, «καπέλα» αμπαζούρ καμωμένα από δέρμα ανθρώπινου προσώπου και αναρίθμητα ακόμα αναμνηστικά του κακού ολοκλήρωναν την πλήρη εικόνα της ανείπωτης φρίκης.
Ο διαβόητος κατά συρροή φονιάς και τυμβωρύχος πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της φρικιαστικής ζωής του σε άσυλα φρενοβλαβών, καθώς διαγνώστηκε επισήμως σχιζοφρενής, παραμένοντας ως το τέλος αφοσιωμένος στη μητέρα του, μια σκληροπυρηνική θρησκευόμενη.
Ήταν μετά τον θάνατό της όταν θα απελευθερωνόταν ο τρομακτικός ψυχισμός του, που θα τον οδηγούσε στη σύληση τάφων (για την απόκτηση ανθρώπινων σορών ως αναμνηστικών), τη νεκροφιλία και τον πειραματισμό με την ανθρώπινη ταρίχευση. Αργότερα στράφηκε στα τελετουργικά φονικά και το σκάρωμα δερμάτινων φορεσιών από ανθρώπινη σάρκα, κάτι που θα τον μετέτρεπε σε αρχέτυπο διεστραμμένου κατά συρροή δολοφόνου, γεννώντας στην πορεία τον τύπο του κινηματογραφικού σχιζοφρενή serial killer…
Πρώτα χρόνια
Ο Έντουαρντ Θίοντορ Γκέιν γεννιέται στις 27 Αυγούστου 1906 στο Plainfield του Ουισκόνσιν ως το μικρότερο από τα δύο αγόρια ενός αλκοολικού πατέρα και μιας ιδιαίτερα θεοσεβούμενης μητέρας. Ο αλκοολικός πατέρας δεν στέριωνε σε δουλειά και η θρησκόληπτη προτεστάντισσα μητέρα τον σιχαινόταν για το ποτό και την κακοποίηση, κι αυτό ήταν ακριβώς το ζοφερό οικογενειακό πλαίσιο μέσα στο οποίο μεγάλωσαν τα δυο παιδιά.
Η μητέρα είχε ένα παντοπωλείο στην κατοχή της, το οποίο αναγκάστηκε να πουλήσει το 1914 για να αγοράσει μια έκταση γης στις ερημιές, ώστε να κρύψει έτσι την ντροπή της από τα καμώματα του αχαΐρευτου άντρα της. Εκεί θα μεγαλώσουν απομονωμένα τα δυο παιδιά ασχολούμενα με τις γεωργικές εργασίες, με τον Έντουαρντ να εγκαταλείπει την αγροικία μόνο κατά τις σχολικές ώρες. Κι έτσι το ντροπαλό και μοναχικό αγόρι μεγάλωσε και έγινε ένας μοναχικός και ντροπαλός άντρας που ζούσε με τις αυστηρές χριστιανικές αρχές της ένθερμης διαμαρτυρόμενης μητέρας του, η οποία υπονόμευε κάθε απόπειρά του να πιάσει φιλία τόσο με τους συμμαθητές του αρχικά όσο και τους συγχωριανούς του αργότερα.
Λίγο πριν κλείσει τα 35 χρόνια της ζωής του, ο πατέρας πέθανε (Απρίλιος 1940) και ο Εντ και ο αδερφός του Χένρι ανέλαβαν πια πλήρως τη μικρή φάρμα. Και οι δυο άντρες παρέμειναν εργένηδες καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, καθώς η μητέρα τούς έκανε να φοβούνται τις γυναίκες: καμιά δεν ήταν κατάλληλη για τα καμάρια της και μόνο αυτή τα αγαπούσε αληθινά και χωρίς όρους. Όλες οι γυναίκες ήταν όργανα του Σατανά, αυτό μάθαινε τουλάχιστον η θρησκόληπτη μητέρα στα παιδιά της κάθε απόγευμα, όταν τους διάβαζε προσεκτικά διαλεγμένα εδάφια της Βίβλου που μιλούσαν για θάνατο, τιμωρία και εκδίκηση.
Τα άγονα χωράφια δεν απέδιδαν όμως καλά και η καθημερινότητα ήταν πολύ δύσκολη για τον Εντ. Έκανε πια κάθε δουλειά του ποδαριού που του έπεφτε στα χέρια, ενώ απολάμβανε ιδιαιτέρως να κάνει babysitting στα μικρά γειτονόπουλα. Τα πράγματα θα έπαιρναν όμως ακόμα χειρότερη τροπή όταν θα έχανε τον αδερφό του από πυρκαγιά που ξέσπασε στην αγροικία το 1944 (πέθανε από ανακοπή καρδιάς, αν και βρέθηκαν συντριπτικά τραύματα στο κεφάλι του, κάνοντας αργότερα πολλούς ερευνητές να ισχυρίζονται ότι ήταν ο Εντ αυτός που έκοψε το νήμα της ζωής του στο πλαίσιο του δίπολου Άβελ-Κάιν. Ιατροδικαστική έρευνα δεν έγινε πάντως ποτέ).
Η χαροκαμένη μάνα υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο την ίδια χρονιά και ήταν πια κατάκοιτη. Ο Εντ την κοίταξε για έναν ολόκληρο χρόνο μέρα και νύχτα, όταν υπέστη και δεύτερο επεισόδιο τον Δεκέμβριο του 1945 φεύγοντας από τον κόσμο. Μόνος, έρημος και χωρίς κανέναν στο πλάι του, ο 39χρονος πια Εντ αποσύρθηκε ακόμα περισσότερο τόσο από την κοινωνία όσο και την πραγματικότητα…
Η τρέλα τού χτυπά την πόρτα
Πλέον ζούσε από τα χρήματα που πήρε από την πώληση του αδελφικού μεριδίου της φάρμας και από τα αγροτικά επιδόματα της κυβέρνησης. Ταυτοχρόνως, στις αρχές νοίκιαζε και δωμάτια στο σπίτι του, αν και αυτή η εμπορική δραστηριότητα δεν θα μακροημέρευε. Παρά το γεγονός ότι δεν ευημερούσε, τα κατάφερνε σχετικά καλά, καθώς όταν χρειαζόταν συμπλήρωμα είχε πάντα τα χέρια του, που έπιαναν σε πολλά.
Την ίδια εποχή, άρχισε να ενδιαφέρεται για μακάβρια θέματα, εντρυφώντας σε ιατρικές επιθεωρήσεις και ανατομικές εγκυκλοπαίδειες. Για πρώτη φορά στη ζωή του ερχόταν σε επαφή με το γυμνό γυναίκειο σώμα και η εικόνα του τον μάγεψε! Η ζωή του είχε γίνει όμως όλο και πιο περίεργη και η απόσυρσή του από τον κόσμο της πραγματικότητας μεγάλωνε ολοένα και πιο πολύ. Κανείς δεν τον θεωρούσε ωστόσο επικίνδυνο, μόνο λίγο παράξενο και εκκεντρικό. Δεν ήξεραν βέβαια πως η μοναξιά τον είχε μετατρέψει σε μανιακό πλήρους απασχόλησης!
Πλέον στο στόχαστρό του είχαν μπει ακραία μακάβρια θέματα, από τις θηριωδίες των Ναζί μέχρι και περιπτώσεις κανιβαλισμού. Είχε ήδη σφραγίσει εξάλλου κάθε δωμάτιο του σπιτιού (εκτός από την κρεβατοκάμαρα και την κουζίνα που μετατράπηκαν σε «στάβλοι») και οι πενιχρές του ανάγκες καλύπτονταν από τα κρατικά επιδόματα, κάτι που τον ώθησε να παρατήσει τη δουλειά στα χωράφια. Ταυτοχρόνως, το μυαλό του εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια να κρατηθεί στην επικράτεια της λογικής.
Πρώτη του απόπειρα, να αναστήσει το πτώμα της μητέρας του! Αφού την ξέθαψε, προσπάθησε να την επαναφέρει στη ζωή. Κι όταν αυτό δεν έπιασε, έγδαρε τη σορό και διατήρησε το ταριχευμένο δέρμα, το οποίο σμίλεψε σε γυναικεία σιλουέτα. Όπως ομολόγησε αργότερα, ντυνόταν συχνά με δέρματα κατακρεουργημένων γυναικών (είτε από τα φονικά του είτε από τους τάφους που άνοιγε) και συνήθιζε να φορά τα ρούχα της μητέρας του.
Το φετίχ όμως σύντομα μετατράπηκε σε απόλυτη εμμονή: μαγεμένος από την άγνωστη σε αυτόν γυναικεία ανατομία και με τις ιατρικές γνώσεις που είχε αποκομίσει από επιθεωρήσεις και άρθρα ανατομίας, μετατράπηκε σε ακούραστο τυμβωρύχο: ξέθαβε τους φρέσκους τάφους τη νύχτα και έπαιρνε τμήματα των πτωμάτων στην οικία του, όπου τα ταρίχευε και τα μεταποιούσε σε αναμνηστικά. Η μακάβρια αυτή δράση του πέρασε μάλιστα απαρατήρητη για χρόνια.
Η έλλειψη κάθε σεξουαλικής πρακτικής αλλά και γνώσης για τις σχέσεις των δύο φύλων σήμαινε ότι ο Γκέιν παρέμενε μπερδεμένος για τη σαγήνη που του ασκούσε το γυναικείο σώμα: του άρεσαν απλώς τα γυναικεία γεννητικά όργανα ως άντρα ή μήπως ήθελε να μετατραπεί σε γυναίκα ο ίδιος; Αφού τριβέλισε στο μυαλό του αρκετές φορές την ιδέα του ευνουχισμού, αποφάσισε τελικά ότι το να φορά γυναίκεια γεννητικά όργανα πάνω από τα δικά του του ήταν αρκετό.
Οι ικανότητές του στην κατεργασία του ανθρώπινου δέρματος βελτιώνονταν συνεχώς και πλέον είχε στη συλλογή του μια ζώνη καμωμένη από γυναικείες θηλές, ένα δερμάτινο γιλέκο που φορούσε σε ειδικές περιστάσεις, χαϊμαλιά καμωμένα από μύτες νεκρών, κρανία ανθρώπων ως διακοσμητικά στο κομοδίνο του, μπολ, δοχεία ακόμα και τύμπανα φτιαγμένα από ανθρώπινη σάρκα.
Η μανία του ωστόσο με την ανθρώπινη σάρκα σύντομα κλιμακώθηκε σε τέτοιο βαθμό που οι τάφοι του χωριού δεν επαρκούσαν για να εξασκεί το μακάβριο χόμπι του. Και τότε φέρεται να σκότωσε για πρώτη φορά…
Η γέννηση του κατά συρροή δολοφόνου
Το πρώτο γνωστό θύμα του ήταν η 54χρονη Mary Hogan, η οποία εξαφανίστηκε μυστηριωδώς τον Δεκέμβριο του 1954 από το καπηλειό που κατείχε. Στο στόχαστρό του μπήκε κατόπιν η Bernice Worden του τοπικού παντοπωλείου. Όταν πληροφορήθηκε ότι ο γιος της, βοηθός σερίφη της κομητείας, θα έλειπε ένα Σαββατοκύριακο του Νοεμβρίου 1956 για κυνήγι, βρήκε την ευκαιρία ακαταμάχητη.
Όταν επέστρεψε στο χωριό ο βοηθός σερίφη Frank Worden αργά τη νύχτα, βρήκε κηλίδες αίματος στο μητρικό κατάστημα, αν και η Bernice είχε εξαφανιστεί μυστηριωδώς. Έλειπε επίσης το ταμείο του μαγαζιού, αν και ο γιος βρήκε μια χειρόγραφη απόδειξη της μητέρας του για το αντιψυκτικό που είχε αγοράσει ο Γκέιν. Κι έτσι ειδοποίησε αμέσως τον σερίφη.
Η αστυνομία επισκέφτηκε τη φάρμα του Γκέιν και αυτά που βρήκε εντός της οικίας ξεπερνούσαν ακόμα και τη νοσηρότερη φαντασία: τα «κειμήλια» που ανασύρθηκαν από το σπίτι ήταν ικανά να επιφέρουν εφιάλτες ακόμα και στους πιο σκληρόπετσους, την ίδια στιγμή που θα παρείχαν αφειδώς έμπνευση σε συγγραφείς τρόμου και σεναριογράφους κατά τις επόμενες δεκαετίες.
Καταρχάς, η οσμή της αποσύνθεσης ήταν διάχυτη στη μικρή φάρμα. Στην αποθηκούλα της ξυλείας εντοπίστηκε το γυμνό σώμα της Bernice Worden, το οποίο κρεμόταν ανάποδα από το τσιγκέλι και ήταν ανοιγμένο από άκρη σε άκρη (φωτογραφίες του μάλιστα υπάρχουν, αν και είναι καλό να μην τις δει ανθρώπου μάτι). Το κεφάλι και τα έντερά της ανακαλύφθηκαν μέσα σε ένα κουτί, ενώ η καρδιά της ανασύρθηκε μέσα από τον φούρνο της κουζίνας.
Παρά το γεγονός ότι οι αστυνομικοί δεν πίστευαν στα έντρομα μάτια τους, η έρευνα συνεχίστηκε στην έκταση του Εντ και σύντομα τα κατακρεουργημένα και αποσυντεθειμένα απομεινάρια 15 γυναικών βεβαίωναν την αποτρόπαιη δράση του παράφρονα serial killer. Τα δέρματα από όχι λιγότερα από 10 κεφάλια βρέθηκαν καλοδιατηρημένα, την ίδια στιγμή που άλλο ένα δέρμα, αυτή τη φορά από τον κορμό μιας γυναίκας, λειτουργούσε ως χαλάκι στο πάτωμα. Επιπλέον, ανασύρθηκαν 9 μάσκες από ανθρώπινο δέρμα, γυναικείες κεφαλές με τις κορυφές πριονισμένες, δερμάτινα καλύμματα επίπλων από ανθρώπινη σάρκα, αιδοία σε κουτί παπουτσιών, ένα ζευγάρι χειλιών στο παράθυρο, ένα φωτιστικό φτιαγμένο από δέρμα ανθρώπινου προσώπου, με τον ανατριχιαστικό κατάλογο να μην έχει κυριολεκτικά τέλος…
Ο Γκέιν ομολόγησε τον φόνο των δύο γυναικών ισχυριζόμενος ότι έμοιαζαν πολύ στη μητέρα του. Παρά τα αδιάσειστα πειστήρια, ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι δεν είχε εντρυφήσει ποτέ σε νεκροφιλικές και κανιβαλιστικές πρακτικές. Διακοσμούσε απλώς το σπίτι και τον εαυτό του με γυναικεία μέλη κι αυτό ήταν όλο! Παρά το γεγονός ότι οι διωκτικές αρχές μπόρεσαν να τον συνδέσουν με τον φόνο μόνο δύο γυναικών (αν και θα καταδικαζόταν τελικά για τη δολοφονία μόλις μίας), οι έρευνες έκαναν λόγο για τουλάχιστον 5 θύματα (δύο έφηβες κοπέλες και δυο άντρες που είχε κάποια στιγμή στη δούλεψή του), μεταξύ των οποίων και ο αδερφός του πλέον.
Από την ανάκριση έμαθε η συγκλονισμένη Αμερική ότι ο serial killer είχε επιδοθεί τελικά σε νεκροφιλία και κανιβαλισμό…
Δίκη και τελευταία χρόνια
Στις 21 Νοεμβρίου 1957 το δικαστήριο ήταν έτοιμο για την ετυμηγορία: ο Εντ Γκέιν καταδικάστηκε για τον φόνο μιας γυναίκας, αν και ο δικαστής τού αναγνώρισε το ελαφρυντικό της παραφροσύνης. Εγκλείστηκε έτσι στην ψυχιατρική κλινική του Κεντρικού Πολιτειακού Νοσοκομείου, αν και οι δικαστικές του περιπέτειες δεν θα τελείωναν εδώ.
Το 1968 αρμόδια ψυχιατρική επιτροπή τον έκρινε αρκετά σώφρονα για να δικαστεί και στη δίκη της 14ης Νοεμβρίου 1968, που κράτησε μόλις μία εβδομάδα, κρίθηκε ένοχος για φόνο πρώτου βαθμού από τον δικαστή, αν και πάλι του αναγνωρίστηκε η ψυχική ασθένεια και πέρασε έτσι το υπόλοιπο της ζωής του σε ψυχιατρικά άσυλα. Οι δεσμοφύλακες ισχυρίζονταν ότι ήταν πάντα πολύ καλός τρόφιμος, ένας πράος, ευγενικός και διακριτικός άνθρωπος που δεν ενοχλούσε κανέναν.
Το σπίτι όπου έδρασε μετατράπηκε από την πρώτη στιγμή σε τουριστικό αξιοθέατο και βγήκε τελικά σε δημοπρασία για τις 30 Μαρτίου 1958. Τρεις μέρες πριν ωστόσο, μια πυρκαγιά το έκαψε μέχρι θεμελίων, κάνοντας την πυροσβεστική να μιλά για εμπρησμό. Όσο για τα μακάβρια αναμνηστικά των φονικών του Γκέιν, φωτογραφήθηκαν λεπτομερώς, αρχειοθετήθηκαν και κατόπιν καταστράφηκαν.
Ο πραγματικός σχιζοφρενής δολοφόνος (χωρίς πριόνι βέβαια) που πάνω του πάτησαν τόσες και τόσες αξιομνημόνευτες ταινίες με serial killers άφησε την τελευταία του πνοή στις 26 Ιουλίου 1984 μέσα στο ψυχιατρικό κατάστημα όπως κρατούνταν. Ήταν 77 ετών και προσβλήθηκε από αναπνευστική και καρδιακή ανεπάρκεια. Ενταφιάστηκε στο κοιμητήριο της γενέτειράς του και ο τάφος του υπέστη συχνά βανδαλισμούς στα επόμενα χρόνια.
Όσο για τη ζοφερή κληρονομιά του, αυτή δεν θα πέθαινε μαζί του, αφού μπόλιασε το μυαλό συγγραφέων, σεναριογράφων και σκηνοθετών.