Ο μακροβιότερος βυζαντινός αυτοκράτορας, βασίλεψε σχεδόν μισό αιώνα (976 – 1025), ο Βασίλειος Β΄, αυτός που ονομάστηκε αργότερα Βουλγαροκτόνος, προσωποποιεί το σημείο της ύψιστης πολιτικής και στρατιωτικής ακμής της αυτοκρατορίας.
Όμως, όσο περίεργο κι αν ακούγεται, η πιο δύσκολη μάχη που έδωσε ήταν η προσπάθεια της εδραίωσης της εξουσίας του πάνω στον αυτοκρατορικό θρόνο και στη συνέχεια το ανελέητο κυνήγι που εξαπέλυσε εναντίον των πλούσιων γαιοκτημόνων αριστοκρατών. Μπορεί να επικεντρωνόμαστε πάνω στις επικές νικηφόρες μάχες του με τους Βούλγαρους, αλλά θα έπρεπε να αποδίδονται τα εύσημα και στην οικονομική πολιτική του που ευνόησε τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Τα χρόνια πριν την άλωση της Πόλης, ο βυζαντινός λαός θεωρούσε πως οι μεγαλύτεροι αυτοκράτορες ήταν ο Ηράκλειος και ο Βασίλειος Β΄ και δεν έχουμε κανέναν λόγο να τον αμφισβητήσουμε.
Γεννήθηκε το 958 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν πορφυρογέννητος, δηλαδή γεννήθηκε ενώ ο πατέρας τους Ρωμανός Β΄ ήταν ήδη αυτοκράτορας. Μητέρα του ήταν η περίφημη για τα κάλλη της, την ανηθικότητά της και την υπέρμετρη φιλοδοξία της Αναστασώ, κόρη ενός ταβερνιάρη που, όταν έγινε αυτοκράτειρα, πήρε το όνομα Θεοφανώ. Απόγονος της λεγόμενης μακεδονικής δυναστείας έλκει από τον πατέρα του ελληνική, σλαβική και κυρίως αρμενική καταγωγή, ενώ από τη πλευρά της μητέρας του ελληνική. Το μόνο σίγουρο όμως είναι ότι θεωρούσε πως είναι Ρωμαίος, όπως εξάλλου και όλοι οι βυζαντινοί αποκαλούσαν τους εαυτούς τους έτσι.
Η νίκη των Βυζαντινών κατά των Βουλγάρων στη Μάχη του Κλειδίου και ο θάνατος του Σαμουήλ.
Το 960 και σε ηλικία μόλις δυο ετών στέφεται συναυτοκράτορας, μαζί με τον αδελφό του Κωνσταντίνο Η΄, από τον πατέρα του. Αλλά το 963 ο Ρωμανός Β΄ πεθαίνει και η εξουσία βρίσκεται στα χέρια της αυτοκράτειρας, που ανέλαβε την αντιβασιλεία στη θέση των ανήλικων γιων της. Η Θεοφανώ τότε πρόσφερε το χέρι της στον βετεράνο στρατηγό Νικηφόρο Β΄ Φωκά σε μια προσπάθεια να ανατρέψει τα σχέδια του σφετεριστή του θρόνου Ιωσήφ Βρίγγα. Έτσι ο Νικηφόρος συνδέθηκε με τη νόμιμη μακεδονική δυναστεία και ως πατριός έγινε ο προστάτης των δυο νεαρών πορφυρογέννητων πριγκίπων, των οποίων τα δικαιώματα για το θρόνο παρέμεναν τυπικά άθικτα.
Ωστόσο, τη νύχτα στις 11 Δεκεμβρίου 969 ο Νικηφόρος Β΄ θα δολοφονηθεί μέσα στον κοιτώνα του. Πρωτεργάτης του πραξικοπήματος ήταν η ίδια η αυτοκράτειρα Θεοφανώ μαζί με τον ερωμένο της, τον διάσημο Ιωάννη Τζιμισκή, που σχεδίασαν τη δολοφονία την οποία επιτέλεσαν κάποιοι φίλοι του Τζιμισκή. Ο Πατριάρχης Πολύευκτος επέβαλε στον επίδοξο αυτοκράτορα να απομακρύνει τη Θεοφανώ και να τιμωρήσει τους δολοφόνους, δηλαδή τους συνεργούς του. Μόνο έτσι θα του επέτρεπε την είσοδο στην εκκλησία και θα τον έστεφε αυτοκράτορα. Θέλοντας και μη ο Τζιμισκής υποχώρησε. Η Θεοφανώ οδηγήθηκε στην εξορία από την οποία επέστρεψε, όταν ανέλαβαν οι γιοι της την εξουσία. Έτσι τελείωσε ο ιστορικός ρόλος αυτής της γυναίκας, η οποία κατέχει ιδιαίτερη θέση στη βυζαντινή ιστορία ως σύζυγος του Ρωμανού Β΄, ως σύζυγος και δολοφόνος του Νικηφόρου Φωκά, ως ερωμένη του Ιωάννη Τζιμισκή και ως μητέρα του Βασίλειου Β΄!
Ο Τζιμισκής για να συνδεθεί με τη νόμιμη μακεδονική οικογένεια παντρεύτηκε τη Θεοδώρα, την όχι και νεαρή θεία των δυο πριγκίπων και ανέλαβε τον ρόλο του προστάτη των δυο νεαρών πορφυρογέννητων διαδόχων, όπως είχε γίνει και με τον Νικηφόρο Φωκά. Ο Βασίλειος σε ηλικία έντεκα ετών συνεχίζει να είναι μια μαριονέτα μέσα σ’ ένα παλάτι θεμελιωμένο με αίμα! Έπειτα από έξι χρόνια περίπου, στις 10 Ιανουαρίου του 976, ο Τζιμισκής, μετά από μια ένδοξη βασιλεία, προσβεβλημένος από μια θανατηφόρα ασθένεια θα έχει αναπάντεχο τέλος.
Αν και δεν είχαν θιγεί τα δικαιώματα των πορφυρογέννητων, στη συνείδηση των αριστοκρατών είχε σβήσει η ιδέα ότι ο θρόνος ανήκε στη δυναστεία των Μακεδόνων, ενώ εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε ένας κουνιάδος του Τζιμισκή, ο Βάρδας Σκληρός, ως επίδοξος διάδοχος του θρόνου. Έτσι, φάνηκε ότι η νόμιμη δυναστεία θα εξακολουθούσε να παίζει διακοσμητικό ρόλο που θα έπρεπε να αποδεχτεί το πεπρωμένο της, παρόλο που οι διάδοχοι είχαν φτάσει σε ηλικία δεκαοχτώ ετών ο Βασίλειος και δεκαέξι ο Κωνσταντίνος. Με τη δραστική όμως υποστήριξη του ευνούχου Βασίλειου, αδελφού του παππού τους, οι νόμιμοι διάδοχοι θα αναλάβουν την εξουσία. Και αν ο Κωνσταντίνος Η΄ αποδείχτηκε ένας επιπόλαιος που πέρασε όλη του τη ζωή σε δαπανηρές διασκεδάσεις, ο Βασίλειος Β΄ με την απαράμιλλη ζωτικότητά του, τη σιδερένια θέληση και τη μοναδική του δυναμικότητα θα αποδειχτεί ίσως στον σπουδαιότερο βυζαντινό αυτοκράτορα, μια ηγετική φυσιογνωμία και ένας αληθινά μεγάλος πολιτικός.
Αν υπήρχαν γραφεία στοιχημάτων, κανένα δε θα έδινε πιθανότητες να μείνει στην εξουσία παραπάνω από μερικές εβδομάδες! Ένα δεκαοχτάχρονο παιδί εντελώς απροετοίμαστο για άσκηση εξουσίας. Από την παιδική του ηλικία τον προόριζαν να παρίσταται μόνο στις αυλικές τελετές και του συμπεριφέρονταν σαν ένα διακοσμητικό και στην ουσία περιττό εξάρτημα των ισχυρών σφετεριστών. Είδε μέσα στο παλάτι διαφθορά, συνομωσίες και δολοφονίες. Είδε την απύθμενη δίψα για κέρδος και δύναμη των πλούσιων γαιοκτημόνων αριστοκρατών. Κατανόησε την κατάσταση, αλλά έβλεπε πως οι εχθροί γύρω του ήταν πανίσχυροι. Οι πολύ δύσκολες στιγμές τον ωρίμασαν απότομα και χαλύβδωσαν τον χαρακτήρα του.
Εν τω μεταξύ τα στρατεύματα της Αναστολής, το καλοκαίρι του 976, ανακήρυξαν τον Βάρδα Σκληρόαυτοκράτορα. Ο Σκληρός προερχόταν από μια από τις πλουσιότερες και αρχαιότερες βυζαντινές οικογένειες της Ανατολίας. Επί Τζιμισκή είχε το ανώτατα αξίωμα του Δομέστικου της Ανατολής. Με μια νικηφόρα προέλαση, αφού νίκησε όλους τους στρατηγούς που στάλθηκαν εναντίον του, στις αρχές του 978 θα πλησιάσει την πρωτεύουσα. Ο ευνούχος Βασίλειος τότε θα στραφεί στον Βάρδα Φωκά, ανιψιό του πρώην αυτοκράτορα Νικηφόρου, έναν τολμηρό πολεμιστή. Ο Φωκάς θα νικήσει τον Σκληρό οριστικά τον Μάιο του 979, ο οποίος θα καταφύγει στην αυλή του Χαλίφη.
Θριαμβική παρέλαση του Βασίλειου Β’ στην Κωνσταντινούπολη (από το βιβλίο «Σκυλίτζης της Μαδρίτης»)
Λίγα χρόνια αργότερα, δημιουργήθηκε ρήξη ανάμεσα στον Βασίλειο Β΄ και τον ευνούχο Βασίλειο. Ο αυτοκράτορας νιώθοντας παραγκωνισμένος από τις συνεχείς επεμβάσεις στην εξουσία του αδελφού του παππού του τον έθεσε στο περιθώριο, αν και αυτός ήταν που του είχε σώσει τον θρόνο. Ο γερο – Βασίλειος σχεδίασε συνωμοσία εναντίον του αχάριστου προστατευόμενου του, αλλά συνελήφθη, δημεύθηκε η περιουσία του και εστάλη εξορία, όπου και πέθανε. Ουσιαστικά από το 985 μπορούμε να μιλήσουμε για μονοκρατορία του Βασίλειου Β΄.
Η πρώτη αυτόβουλη επιχείρηση του Βασίλειου Β΄ ήταν η βαλκανική εκστρατεία του 986. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου στο Βυζάντιο, ξέσπασε επανάσταση, που μεταβλήθηκε σε απελευθερωτικό πόλεμο, στα εδάφη της Μακεδονίας υπό την αρχηγία των τεσσάρων Κομητοπούλων, των γιων δηλαδή του κόμη Νικολάου, διοικητή της επαρχίας της Μακεδονίας. Ας σημειώσουμε πως λίγα χρόνια πριν, ο Ιωάννης Τζιμισκής είχε διαλύσει τη Βουλγαρία και τη βουλγαρική εκκλησία. Η ηγεσία και το τσαρικό στέμμα έλαχε στον νεότερο, τον Σαμουήλ. Ο Σαμουήλ γίνεται ο ιδρυτής ενός ισχυρού τσαρικού κράτους με κέντρο τις Πρέσπες και αργότερα την Αχρίδα που θα συνενώσει τις περιοχές ως τη Θεσσαλονίκη, τα παλαιά εδάφη της Βουλγαρίας από τον Δούναβη ως τον Αίμο, τη Θεσσαλία, την Ήπειρο και μεγάλο τμήμα της σημερινής Αλβανίας. Αυτό το κράτος θα θεωρηθεί και από τον Σαμουήλ και από τους Βυζαντινούς γενικά ως το βουλγαρικό, συνέχεια του κράτους του Συμεών και του Πέτρου. Όμως, στην ουσία κατά τη σύνθεση και το χαρακτήρα ήταν ένα καινούργιο και ιδιόμορφο κατασκεύασμα. Το κέντρο του είχε μετατεθεί στη δύση και στον νότο, στη Μακεδονία.
Ο Σαμουήλ θα ξεκινήσει το επεκτατικό του έργο προς τον νότο. Μετά από επιθέσεις στις Σέρρες και στη Θεσσαλονίκη, στις αρχές του 986 θα καταλάβει τελικά τη Λάρισα. Ο Βασίλειος θα επιχειρήσει αντεπίθεση αλλά δε θα καταφέρει και πολλά. Στη συνέχεια θα επιχειρήσει να καταλάβει τη Σερδική (Σόφια) αλλά ο αυτοκρατορικός στρατός θα κατατροπωθεί. Ο Σαμουήλ ανενόχλητος θα διευρύνει εντυπωσιακά τα σύνορά του και προς Εύξεινο Πόντο και προς την Αδριατική. Διότι στο Βυζάντιο θα ξεσπάσει νέος εμφύλιος πόλεμος!
Η αποτυχία του αυτοκράτορα ενθάρρυνε την αριστοκρατία και έτσι στις αρχές του 987 θα εμφανιστεί και πάλι ο Βάρδας Σκληρός και θα ανακηρυχθεί εκ νέου αυτοκράτορας. Και πάλι ο Βάρδας Φωκάς ως διοικητής του στρατού της Ασίας θα σταλεί να τον αντιμετωπίσει, αλλά αυτή τη φορά θα εξεγερθεί και στις 15 Αυγούστου θα ανακηρυχθεί και αυτός αυτοκράτορας. Γύρω του θα συσπειρωθούν οι μεγαλοκτήμονες αριστοκράτες στις επιδιώξεις των οποίων αποτελούσε εμπόδιο ο Βασίλειος Β΄. Οι δυο σφετεριστές έρχονται σε συνεννόηση και αποφασίζουν να διαιρέσουν την αυτοκρατορία: ο Φωκάς θα έπαιρνε τα ευρωπαϊκά εδάφη με την Κωνσταντινούπολη και ο Σκληρός το τμήμα της Ασίας. Αλλά ο Φωκάς έχοντας συνείδηση της υπεροχής του θα συλλάβει αιχμάλωτο τον Σκληρό. Στις αρχές του 988 εμφανίζεται ο μνηστήρας του θρόνου έξω από την πρωτεύουσα και ετοιμάζεται για πολιορκία και από στεριά και από θάλασσα.
Η θέση του Βασίλειου Β΄ είναι απελπιστική και μόνο από εξωτερική βοήθεια μπορεί να σωθεί. Θα στραφεί έγκαιρα προς τον πρίγκιπα του Κιέβου, τον Βλαδίμηρο. Την άνοιξη του 988 θα εμφανιστεί μια ρωσική δύναμη από έξι χιλιάδες άντρες. Ήταν η περίφημη ρωσο – βαραγγική Druzina (πολεμικό άγημα). Υπό την καθοδήγησή του ίδιου του αυτοκράτορα, οι επαναστάτες θα νικηθούν στη Χρυσούπολη και ο πόλεμος θα κριθεί οριστικά στις 13 Απριλίου του 989 στη μάχη της Αβύδου με τον Βάρδα Φωκά να πεθαίνει, μάλλον από καρδιακή προσβολή. Μια νέα επανάσταση του Σκληρού θα τελειώσει με ειρηνικό συμβιβασμό. Η ρωσο – βαραγγική θα μείνει στην υπηρεσία του Βυζαντίου και θα ενισχύεται με τη συνεχή προσέλευση Βαράγγων και άλλων Νορμανδών και θα παίξει σπουδαίο ρόλο στον βυζαντινό στρατό.
Χάρτης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το 1025, κατά το θάνατο του Βασιλείου Β’.
Το κόστος της ρωσικής βοήθειας ήταν το χέρι της αδελφής του αυτοκράτορα Άννας στον Βλαδίμηρο, με την προϋπόθεση ο ίδιος και ο λαός του να βαπτιστούν χριστιανοί. Ήταν μια μεγάλη παραχώρηση, αφού ποτέ πορφυρογέννητη πριγκίπισσα δεν παντρεύτηκε αλλόφυλο. Μάλιστα, μόλις πέρασε ο κίνδυνος, οι Βυζαντινοί προσπάθησαν να ακυρώσουν τη συμφωνία, αλλά ο Βλαδίμηρος εισέβαλε στην Κριμαία και κατέλαβε τη Χερσώνα για να συμμορφωθούν. Πάντως ο εκχριστιανισμός των Ρώσων είχε ανυπολόγιστο κέρδος για τους Βυζαντινούς. Το πιο μεγάλο σλαβικό κράτος βρέθηκε κάτω από την πνευματική κηδεμονία της Κωνσταντινούπολης, με την πολιτιστική ανάπτυξη της Ρωσίας να συντελείται υπό την επίδραση του Βυζαντίου.
Μετά από απεγνωσμένη πάλη και εξοντωτικούς εμφύλιους ο Βασίλειος είχε κατατροπώσει όλους τους εσωτερικούς εχθρούς. Ήταν ένα διάστημα δεκατριών ετών με δοκιμασίες και πίκρες που μετέβαλαν οριστικά τον Βασίλειο Β΄. Χάνοντας κάθε διάθεση για τις απολαύσεις της ζωής, μέσα στα γαλάζια του μάτια αντικατοπτρίζονταν η καχυποψία. Δεν είχε εμπιστοσύνη σε κανέναν, δεν ένιωσε αγάπη, δεν έκανε φίλους. Έμεινε ανύπαντρος, ζώντας κλεισμένος στον εαυτό του και κυβέρνησε ολομόναχος την αυτοκρατορία, αποφεύγοντας κάθε συμβουλή. Ο τρόπος ζωής του ήταν του ασκητή ή του πολεμιστή. Η αυλική μεγαλοπρέπεια δεν τον συγκινούσε και δεν ασχολήθηκε με την τέχνη και την επιστήμη, αν και ήταν εγγονός του περίφημου λόγιου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου. Είχε έκφραση απλή και κοφτή, θα λέγαμε ωμή. Ορκισμένος εχθρός της αριστοκρατίας, ωστόσο δεν επιδίωξε την αγάπη του λαού. Απαιτούσε υπακοή, όχι αγάπη. Το βλέμμα του στράφηκε στον αγώνα εναντίον εξωτερικών και εσωτερικών εχθρών.
Ο Βασίλειος εκτίμησε σωστά πως η επεκτατική μανία των μεγαλογαιοκτημόνων αριστοκρατών της επαρχίας απειλούσε την οικονομική και κοινωνική δομή της αυτοκρατορίας. Έτσι, υιοθέτησε μια αντιαριστοκρατική αγροτική πολιτική, σε συνάρτηση και με το γεγονός πως οι οικογένειες των δυνατών προσπάθησαν να του αμφισβητήσουν τα δικαιώματα του θρόνου. Μια Νεαρά του 992 αφορά την άρση της προθεσμίας σαράντα ετών για τη διαγραφή, μετά τη παρέλευση της οποίας, χανόταν και το δικαίωμα επανάκτησης της αγροκτησίας που αποκτήθηκε παράνομα. Μέχρι τότε η δυνατοί μπορούσαν να καταστρατηγήσουν την περίοδο της διαγραφής και να εξασφαλίσουν τη μόνιμη κατοχή της παράνομης ιδιοκτησίας. Έτσι, ο Βασίλειος καθόρισε ότι όλες οι περιουσίες των δυνατών που αγοράστηκαν παράνομα από τους φτωχούς οφείλουν να επιστραφούν, ανεξάρτητα από την προθεσμία της διαγραφής και χωρίς καμιά αποζημίωση! Με την ίδια Νεαρά περιορίζει την αύξηση της εκκλησιαστικής περιουσίας σε βάρος των φτωχών αγροτών. Τα μεγάλα μοναστηριακά συγκροτήματα δεν επιτρέπεται να αποκτούν νέες εκτάσεις γης.
Με το πέρασμα των ετών, τα μέτρα εναντίον των δυνατών έγιναν αυστηρότερα. Τους επέβαλε την υποχρέωση να καταβάλλουν το αλληλέγγυον για τους φτωχούς, δηλαδή να είναι υπεύθυνοι για τις υπολειπόμενες απλήρωτες φορολογικές υποχρεώσεις των χωρικών. Το βάρος λοιπόν μεταφέρεται από την αγροτική κοινότητα στους ώμους του μεγαλοκτηματία. Με αυτό το μέτρο έφερε ένα τρομερό χτύπημα στους δυνατούς και επιπλέον εξασφάλισε με ασφαλέστερο τρόπο την καταβολή των εσόδων του αλληλέγγυου στο δημόσιο ταμείο. Οι διαμαρτυρίες των δυνατών, που είχαν και την αρωγή του Πατριάρχη Σεργίου, δεν κλόνισαν τον Βασίλειο που έμεινε σταθερός στην αμετάκλητη απόφασή του να συντρίψει την αριστοκρατία.
Η Βουλγαρική Αυτοκρατορία γύρω στα 960, πριν από τους πολέμους με Ρως και Βυζαντινούς.
Στο εξωτερικό μέτωπο, αφού έκλεισε τα εσωτερικά θέματα, ξεκίνησε έναν αγώνα στόχο ζωής που δεν ήταν άλλος από τη συντριβή του Σαμουήλ. Ήδη από το 991 έχει εισβάλει στη Μακεδονία, διευθύνοντας ο ίδιος τον πόλεμο, όχι από την Κωνσταντινούπολη αλλά από το πεδίο της μάχης. Γι’ αυτό και οι στρατιώτες τον λάτρευαν. Αν και μικρόσωμος, ήταν γεροδεμένος και επιβλητικός με τα μεγάλα μουστάκια του και τη μικρή γενειάδα. Έτρωγε το ίδιο φαγητό με τους στρατιώτες και περνούσε τις ίδιες κακουχίες μαζί τους. Μάλιστα, έπαιρνε τα παιδιά των σκοτωμένων αξιωματικών υπό την προστασία του και τους πρόσφερε στέγη, τροφή και μόρφωση. Πολλά απ’ αυτά έγιναν αργότερα στρατιώτες και αξιωματικοί και τον θεωρούσαν σαν πατέρα τους.
Ωστόσο, τα γεγονότα της Ανατολής τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει το βαλκανικό μέτωπο, αφού το 994 απειλούνταν από τους Άραβες το Χαλέπι και η Αντιόχεια. Χωρίς να παραμελήσει το βαλκανικό μέτωπο, το 995 εμφανίστηκε μπροστά στο Χαλέπι, απώθησε τον εχθρό και κυρίευσε τις πόλεις Ραφανέα και Έμεσα. Μετά την αποκατάσταση των πραγμάτων στη Συρία, κινήθηκε προς τον Καύκασο για να διευθετήσει την κατάσταση στην Αρμενία και την Ιβηρία (Γεωργία).
Ο Σαμουήλ εκμεταλλεύτηκε την απουσία του αυτοκράτορα και προέλασε μέχρι την Πελοπόννησο, αλλά το 997 νικήθηκε, και μάλιστα πληγώθηκε, από τον ικανό βυζαντινό στρατηγό Νικηφόρο Ουρανό. Παρά την ήττα του, ο Σαμουήλ συνέχισε και κατέβαλε το Δυρράχιο και τη Ρασκία με τη Διόκλεια (Νότια και Ανατολική Σερβία).
Βυζαντινοί γεωργοί εισπράττουν τα ημερομίσθιά τους για την καλλιέργεια αμπελώνα.
Το 1001 ο Βασίλειος θα επανεμφανιστεί στα Βαλκάνια, αρχίζοντας τη μεγάλη αντεπίθεση, την οποία διηύθυνε προσωπικά ο ίδιος με ένα τέλεια μελετημένο σχέδιο. Αρχικά, εισέβαλε στη Σερδική και κυρίευσε όλα τα κάστρα. Ο Σαμουήλ, έτσι, αποκλείστηκε από τις παλαιές βουλγαρικές περιοχές. Οι παλαιές πρωτεύουσες Πλίσκα και Πρεσλάβα καταλήφθηκαν από τους Βυζαντινούς. Έπειτα, ο Βασίλειος έκανε μεταβολή και κυρίευσε τη Βέροια, τα Σέρβια και την Έδεσσα, ενώ αποκατέστησε την κυριαρχία του στη Θεσσαλία. Στη συνέχεια, προέβη σε μια μεγάλη κίνηση και ανέβηκε στον Δούναβη, όπου μετά από οκτάμηνη πολιορκία κατέλαβε το Βιδίνιο (Vidin). Το 1004, με γρήγορη προέλαση προς νότο, θα καταλάβει τα Σκόπια. Έτσι, οι κεντρικές περιοχές του κράτους του Σαμουήλ θα αποκλειστούν. Μέσα σε τέσσερα χρόνια, ο Σαμουήλ θα χάσει τα μισά εδάφη του κράτους του.
Την επόμενη χρονιά, το 1005, και ενώ πολλοί στρατηγοί και διοικητές του Σαμουήλ αρχίζουν να τον εγκαταλείπουν, πέφτει και το Δυρράχιο στα χέρια των Βυζαντινών μετά από προδοσία. Πλέον, ο πόλεμος έχει κριθεί, αλλά ωστόσο το κράτος του Σαμουήλ, έστω και σμπαραλιασμένο, συνεχίζει να υπάρχει.
Το τελειωτικό χτύπημα θα δοθεί τον Ιούλιο του 1014, ενώ ο πόλεμος μαίνεται όλα αυτά τα χρόνια, αλλά λόγω της πενίας των πηγών δεν γνωρίζουμε πολλές λεπτομέρειες. Στη στενή διάβαση της οροσειράς Βελάσιτζα, που είναι γνωστή ως Κλειδίον, στην περιοχή του Άνω Στρυμόνα στη σημερινή Βουλγαρία, ο στρατός του Σαμουήλ κυκλώθηκε. Ο τσάρος βέβαια διέφυγε στο Πρίλαπο, αλλά ένα μεγάλο μέρος βρήκε τον θάνατο και ένα άλλο μεγάλο αιχμαλωτίστηκε. Ο Βασίλειος Β΄, πλέον γνωστός με το προσωνύμιο Βουλγαροκτόνος, θα προχωρήσει σε μια τρομερή πράξη. Διέταξε να τυφλωθούν οι 14.000 αιχμάλωτοι και να χωριστούν σε ομάδες από εκατό άνδρες με έναν μονόφθαλμο ως αρχηγό κάθε ομάδας, που θα τους οδηγούσε στον τσάρο. Όταν ο Σαμουήλ αντίκρισε την αποτρόπαιη και μακάβρια αυτή πομπή έπεσε λιπόθυμος στο έδαφος και δυο μέρες μετά, ο πράγματι γενναίος τσάρος, πέθανε! Βέβαια δεν τίθεται θέμα πως αυτή πράξη του Βασίλειου ήταν ειδεχθής και απαίσια, αφού ήταν ήδη νικητής. Αλλά ως γνωστό ο πόλεμος είναι από τη φύση του απαίσιος και δεν πρέπει να μας εκπλήσσει καμιά άσχημη πτυχή του.
Το 1018 ο Βασίλειος Β΄ εισήλθε θριαμβευτής στην Αχρίδα και δέχτηκε την προσκύνηση από τη χήρα και τα άλλα εναπομείναντα μέλη της οικογένειας του τσάρου. Η σκληροτράχηλη χώρα υποτάχτηκε στον εξηντάχρονο Βασίλειο και για πρώτη φορά, τους τελευταίους πέντε αιώνες, από την εποχή του Ιουστινιανού, ολόκληρη η βαλκανική βρισκόταν υπό το σκήπτρο του Βυζαντίου. Στο τέλος, επισκέφτηκε την Αθήνα και γιορτάστηκε η νίκη με εντυπωσιακή δοξολογία στον Παρθενώνα, που τότε ήταν αφιερωμένος στη λατρεία της Θεοτόκου.
Ενώ όμως στο πεδίο της μάχης ο Βασίλειος ήταν ωμός και αμείλικτος, στην πολιτική του φέρθηκε με επιείκεια στην κατακτημένη χώρα. Αναγνώρισε τις συνήθειες της χώρας και επέτρεψε στους νέους υπηκόους να πληρώνουν τον φόρο σε είδος. Εννοείται πως κατάργησε το Πατριαρχείο της Αχρίδας, αλλά την αναγνώρισε ως Αυτοκέφαλη Εκκλησία και εξαρτιόταν απευθείας από τον αυτοκράτορα που είχε το δικαίωμα να διορίζει ο ίδιος τον αρχιεπίσκοπο. Με αυτό τον τρόπο απέφυγε να δυναμώσει περισσότερο το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης. Διοικητικά τα νέα εδάφη οργανώθηκαν σε Θέματα, όπως και η υπόλοιπη αυτοκρατορία.
Θερισμός. Μικρογραφία σε βυζαντινό χειρόγραφο.
Τα τελευταία χρόνια ο αυτοκράτορας έδρασε στην Ασία όπου ενσωμάτωσε νέες περιοχές στον Καύκασο με το Βυζάντιο να δημιουργεί ένα τόξο από τη Μέση Ανατολή, τη Μεσοποταμία και τις Καυκάσιες χώρες. Λίγο πριν το θάνατό του στράφηκε στη Δύση, όπου εδραίωσε τη βυζαντινή κυριαρχία στη Νότια Ιταλία και ξεκίνησε προετοιμασίες για την κατάκτηση της Σικελίας, την οποία κρατούσαν οι Άραβες. Αλλά στις 15 Δεκεμβρίου του 1025 τον βρήκε ο θάνατος. Κληροδότησε μια αυτοκρατορία που επεκτεινόταν από τις οροσειρές της Αρμενίας ως την Αδριατική και από τον Ευφράτη ως τον Δούναβη. Είχε ενσωματώσει ένα μεγάλο σλαβικό βασίλειο, ενώ ένα άλλο, ακόμα μεγαλύτερο (Ρωσία) βρισκόταν κάτω από την πνευματική του επιρροή.
Θάφτηκε όπως ο ίδιος είχε ζητήσει από τον αδελφό του και διάδοχο Κωνσταντίνο Η’ χωρίς πομπές και επισημότητες στο Ναό του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στην περιοχή Έβδομον, έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Μπορεί να έμεινε περισσότερος γνωστός για την υποταγή της Βουλγαρίας, αλλά θεωρώ πως σπουδαιότερα έργα του ήταν, παρά τους πολλούς πολέμους, ότι άφησε τα ταμεία του κράτους γεμάτα, που οι ανίκανοι διάδοχοί του τα επόμενα πενήντα χρόνια τα κατασπατάλησαν. Ότι φορολόγησε βαριά τους πλούσιους και την εκκλησία, και ότι ήταν δημοφιλέστατος στους φτωχούς αγρότες και στον στρατό αφήνοντας ένα κράτος που ήταν το ισχυρότερο, οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά στην Ευρώπη.