Για “προσχεδιασμένο έγκλημα” κάνει λόγο σε ανακοίνωση του ο γνωστός ποινικολόγος, Αλέξης Κούγιας, όσον αφορά την υπόθεση της δολοοφονίας του 47χρόνου, Μάριου Λουκόπουλου από τον 39χρόνο παραολυμπιονίκη Βασίλη Τσαγκάρη. Ο κ. Κούγιας έχει αναλάβει συνήγορος πολιτικής αγωγής στην υπόθεση και εκπροσωπεί τον αδελφό του θύματος.
Παράλληλα, ο γνωστός ποινικολόγος χαρακτηρίζει τον δράστη “αμετανόητο” και επισημαίνει πως εντυπωσιάζουν τα “αλλεπάληλα, χωρίς δικαιολογία, ψεύδη” τόσο στην προανάκριση, όσο και στη τακτική ανάκριση.
Αναλυτικά, ο κ. Κούγιας αναφέρει:
” Όπως είναι γνωστό, μας ανατέθηκε από τον Ευάγγελο Λουκόπουλο, αδελφό του άγρια και αναιτιολόγητα δολοφονηθέντος, σ’ ένα τέλεια σχεδιασμένο έγκλημα, Μάριου Λουκόπουλου από τον παραολυμπιονίκη Βασίλειο Τσαγκάρη, η εκπροσώπησή του ως πολιτικώς ενάγοντος.
Σήμερα παραλάβαμε την δικογραφία από τον Τακτικό Ανακριτή που διενεργεί την τακτική ανάκριση.
Εκείνο που έχει εντυπωσιάσει τόσο τον εντολέα μας, όσο και το δικηγορικό μας γραφείο είναι τα αλλεπάλληλα, χωρίς καμία δικαιολογία, ψεύδη τόσο στην προανάκριση όσο και στην τακτική ανάκριση του αμετανόητου δράστη, ο οποίος σε κάθε του λέξη τόσο της προανακριτικής όσο και της ανακριτικής του απολογίας προσβάλλει τη μνήμη του αειμνήστου θύματος, ενός θύματος, του οποίου απολάμβανε είτε προσωπικά είτε με παρέα (;) τις τελευταίες στιγμές του, χωρίς να κάνει έστω και μία ενέργεια για να τον βοηθήσει (η τελευταία φράση αποδεικνύεται από το γεγονός ότι το θύμα είχε τις αισθήσεις του και εκλιπαρούσε τον αδίστακτο δράστη να σταματήσει να τον πυροβολεί).
Ο δράστης είχε προσχεδιάσει οπωσδήποτε το έγκλημά του με συνεργό του, όπως αποδεικνύεται και εκ του ότι ο δράστης είχε απενεργοποιήσει το σύστημα καταγραφής (κάμερες) πριν την έλευση του θύματος στο κατάστημά του.
Οι υποψίες, τόσο του αδελφού του θύματος όσο και ημών που μελετήσαμε τη δικογραφία, επικεντρώνονται σε συγγενικό πρόσωπο του θύματος, το οποίο έσπευσε, πριν ακόμη απολογηθεί ο δράστης, να τον υπερασπισθεί με πρωτοφανή ψυχρότητα και ασέβεια προς το ανυπεράσπιστο θύμα τόσο με την προανακριτική του κατάθεση όσο και με δημόσιες τοποθετήσεις, οι οποίες αναπαράχθηκαν από όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, πριν απολογηθεί στον Ανακριτή ο αδίστακτος δολοφόνος του.
Εκείνο, το οποίο εντυπωσίασε το δικηγορικό μας γραφείο, είναι ότι κατά τη διάρκεια της προανάκρισης δεν κατασχέθηκαν ούτε το κινητό τηλέφωνο του δράστη ούτε το κινητό τηλέφωνο του θύματος ούτε το κινητό τηλέφωνο της συζύγου του θύματος, η οποία έφτασε στο σημείο για να υπερασπιστεί τον δολοφόνο του πατέρα των παιδιών της να ομολογεί ανερυθρίαστα παράνομη σεξουαλική σχέση με τον παραπληγικό – παραολυμπιονίκη δράστη, και, το κυριότερο απ’ όλα, δεν διατάχθηκε η άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, ώστε πριν την απολογία του δράστη ο Ανακριτής και ο Εισαγγελέας γνωμοδοτήσεων να γνωρίζουν τι έχει προηγηθεί από ένα τόσο σοβαρό αντικειμενικό στοιχείο.
Εκείνο, που επίσης εντυπωσιάζει, είναι ότι η διωκτική αρχή δεν έκανε την αυτονόητη ενέργεια λήψεως αποτυπωμάτων στο χώρο του εγκλήματος, απ’ όπου θα μπορούσε να προκύψει με απόλυτη ασφάλεια το ποια πρόσωπα ήσαν στο χώρο κατά το χρόνο του ειδεχθούς εγκλήματος.
Τέλος, είναι αδιανόητο σ’ ένα τόσο στυγερό έγκλημα, όπου ο δράστης τόσο προανακριτικά όσο και ανακριτικά έχει υποστηρίξει με ανερυθρίαστα ψέματα πρωτοφανείς και αδύνατον να πραγματοποιηθούν εκδοχές, είτε να μην έχει διενεργηθεί από την Ασφάλεια είτε να μην έχει διαταχθεί από την Ανακριτική αρχή μέχρι αυτή τη στιγμή η υποχρεωτική διαδικαστική πράξη της αναπαράστασης του εγκλήματος.
Το δικηγορικό μας γραφείο, το οποίο σήμερα ανέλαβε επίσημα την υπόθεση, όπως και σε όλες τις υποθέσεις που αναλαμβάνει, θα κάνει τα πάντα για να βοηθήσει τη Δικαιοσύνη να αποκαλύψει όλη την αλήθεια για αυτό το πρωτοφανές σε αγριότητα και ψυχρότητα εκτελέσεως έγκλημα.
Είναι πρωτοφανές στην ιστορία της ελληνικής εγκληματολογίας ψυχρός δράστης ενός εγκλήματος να πυροβολεί με έναν πρώτο πυροβολισμό το θύμα του, το θύμα του να του μιλάει και ουσιαστικά να τον εκλιπαρεί να σταματήσει, αυτός να συνεχίζει με δεύτερο πυροβολισμό και ακολούθως, ενώ το θύμα του είναι ακόμα στη ζωή και μάλιστα έχει την ικανότητα να αντιλαμβάνεται τα πάντα, να σκέφτεται, να σχηματίζει τον αριθμό των έκτακτων της ΕΛΛΑΣ, να περιγράφει με λεπτομέρειες πού βρίσκεται, ο αδίστακτος δράστης, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε στην περίπτωση αυτή κατά πρωτοφανή τρόπο το πρόβλημα της υγείας του, προσβάλλοντας με τη συμπεριφορά του τη νοημοσύνη των Ελλήνων Εισαγγελέων και Δικαστών και όλους τους συνανθρώπους μας, οι οποίοι είναι άτομα με ειδικές ανάγκες, αλλά και τους ένδοξους παραολυμπιονίκες, να κατεβάζει τα ρολά του καταστήματός του, να μην ειδοποιεί ούτε την αστυνομία, να είναι βέβαιος για την ατιμωρησία του και μαζί με τον ηθικό αυτουργό – συνεργό του να απολαμβάνουν το επίτευγμά τους και να σχεδιάζουν την υπεράσπισή του”.