Ένα δεκαήμερο-“φωτιά” αρχίζει τη Δευτέρα μέχρι και τη συνάντηση του EWG. Σε αυτήν θα πρέπει να έχουν κατατεθεί τα στοιχεία όσον αφορά τις προβλέψεις για την πορεία του ΑΕΠ της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια, που θα πρέπει να είναι “συμβατά” μεταξύ ESM και ΔΝΤ και να επιτρέπουν την προώθηση των “ιδεών” του τελευταίου Eurogroup για μια καταρχήν συμφωνία με το Ταμείο για το χρέος.
Το “σχέδιο” γι’ αυτήν τη συμφωνία –την οποία, μετά την αρχική απόρριψη, έχει αρχίσει να επανεξετάζει και η Αθήνα– έχει αναλάβει να το προωθήσει ο Ντάισελμπλουμ σε συνεργασία με το Βερολίνο, τον ESM, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ.
Το βασικό “νέο” στοιχείο είναι η διατύπωση μιας “φόρμουλας” που θα επιτρέπει να επιτευχθούν τέσσερις στόχοι:
– Ο κ. Σόιμπλε να μπορεί να ισχυριστεί στο γερμανικό Κοινοβούλιο ότι η αξιολόγηση έκλεισε και τα 7,4 δισ. μπορούν να εκταμιευθούν, αφού το ΔΝΤ, στο πλαίσιο της συμφωνίας του Μαΐου του 2016, “αναγνωρίζει” τη βεβαιότητα των αποφάσεων της Ευρωζώνης για το νέο πακέτο (μεσοπρόθεσμο) παρέμβασης στο ελληνικό χρέος, μετά το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018. Η “αναγνώριση” αυτή θα έχει τη μορφή δέσμευσης για χρηματοδοτική συμμετοχή στο ελληνικό πρόγραμμα όταν τα μέτρα και οι προϋποθέσεις είναι στη θέση τους…
– Το ΔΝΤ, διατηρώντας τις επιφυλάξεις του για τις ευρωπαϊκές εκτιμήσεις που αφορούν τις προβλέψεις για το ΑΕΠ και το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων (ζητά χαμηλότερες προβλέψεις κατά 0,8%-1,0% του ΑΕΠ), να δηλώσει συμμετοχή στο ελληνικό πρόγραμμα με χρηματοδοτικό σκέλος, που θα αρχίσει να λειτουργεί μόλις καλυφθούν επαρκώς οι προϋποθέσεις που θα το συνοδεύουν. Το ΔΝΤ, όμως –και αυτό είναι ιδιαίτερα κρίσιμο–, αποδέχεται ότι το πακέτο των μέτρων (2019-2020) που έχει ήδη ψηφιστεί είναι ισχυρό και αναγνωρίζεται η σημασία και η αξιοπιστία του από το ΔΝΤ. Η συμμετοχή του Ταμείου θα μπορεί να προσδιοριστεί ως προς το ποσό και τη διάρκεια από τώρα, αλλά οι εκταμιεύσεις, όπως και στο προηγούμενο πρόγραμμά του, θα ακολουθούν τις επαληθεύσεις παραγματοποίησης των προϋποθέσεων του προγράμματος.
– Το Eurogroup, με την εξασφάλιση αυτών των μεταβατικών όρων, θα δώσει εντολή για την εκταμίευση των 7,4 δισ. ευρώ και ταυτόχρονα θα διατυπώσει μια απόφαση η οποία –σε συνάρτηση με την “απόφαση” του ΔΝΤ– θα δίνει στην ΕΚΤ τις διασφαλίσεις για να δρομολογήσει διαδικασίες οι οποίες θα μπορούν να καταλήξουν στην ένταξη (όχι απαραίτητα άμεσα) των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
– Στο πλαίσιο αυτών των διαδικασιών, η ελληνική κυβέρνηση να αποσύρει τις επιφυλάξεις της για τη “φόρμουλα” αυτή, παρά το γεγονός ότι δεν θα έχει διασφαλιστεί η άμεση παρέμβαση στο χρέος και η έγκριση της “βιωσιμότητας” του ελληνικού χρέους από το ΔΝΤ.
Αντί αυτού, θα πρέπει να έχει δρομολογηθεί μέσω του Eurogroup η διαδικασία για το QE από την ΕΚΤ, ενώ θα εκκρεμεί για τη συμμετοχή του ΔΝΤ η προοπτική ενός νέου προγράμματος προληπτικής χρηματοδότησης (PCCL) ή άλλων χρηματοδοτικών εργαλείων του Ταμείου.
Η συνεργασία Σόιμπλε – Λαγκάρντ
Ενδεικτικό της συνεργασίας Βερολίνου-ΔΝΤ για τη διαμόρφωση μιας διαδρομής που θα επιτρέπει στον κ. Σόιμπλε να παραμείνει στα όρια της συμφωνίας του Μαΐου του 2016 και ταυτόχρονα να έχει το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα είναι το γεγονός ότι στο τελευταίο Eurogroup, για να διευκολυνθεί η “διαδικασία”, η κυρία Λαγκάρντ είχε ταυτόχρονα σε άτυπη συνεδρίαση το Εκτελεστικό Συμβούλιο του Ταμείου στην Ουάσινγκτον…
Το “σχέδιο” Ντάισελμπλουμ, το οποίο στην πραγματικότητα δεν είναι άλλο από το πώς το Βερολίνο είχε προδιαγράψει και προσδιορίσει εξαρχής τα όρια της συμφωνίας του Μαΐου του 2016, στηρίζεται, όσον αφορά το ΔΝΤ, στο γεγονός ότι μια δέσμευση συμμετοχής του στο ελληνικό πρόγραμμα υπό προϋποθέσεις δεν αποτελεί άμεση χρηματοδοτική υποχρέωση, ούτε παράγει “πιστοποιητικό” βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Ανάλογες συμφωνίες και πρακτικές έχουν χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν, τόσο με την Ελλάδα όσο και με άλλες χρηματοδοτικές-δανειακές συμβάσεις του Ταμείου.
Τον Νοέμβριο του 2012 το ΔΝΤ είχε αποδεχθεί να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα υπό προϋποθέσεις, τόσο ως προς τα μέτρα που ζητούσε από το ελληνικό Δημόσιο όσο και ως προς τις υποχρεώσεις της Ευρωζώνης για το χρέος. Η μη τήρηση αυτών των υποχρεώσεων οδήγησε και στην καθυστέρηση ή και παύση των εκταμιεύσεων μετά το καλοκαίρι του 2014…
Η θέση της Αθήνας και η ΕΚΤ
Η καταρχήν απόρριψη της πρότασης για σχετική αποσύνδεση της εκταμίευσης των 7,4 δισ. ευρώ από τη διευθέτηση της υπόθεσης του χρέους από την ελληνική κυβέρνηση (με την υποστήριξη Γαλλίας, Πορτογαλίας και Ιταλίας) τάραξε τα νερά στο τελευταίο Eurogroup. Αλλά αυτό ήταν το φυσιολογικό αποτέλεσμα της εμπλοκής που προκάλεσε η πρόταση για τη νέα αναβολή συμμετοχής του ΔΝΤ στην υπόθεση χρέους.
Το “νέο” μετά την εξέλιξη αυτή είναι ότι ο πρόεδρος του Eurogroup, σε μια διαδοχή “σκακιστικών” κινήσεων, άνοιξε, απέναντι στη δικαιολογημένη αντίδραση Τσακαλώτου, τη δυνατότητα να κινηθεί στο θέμα του χρέους η ΕΚΤ, παρακάμπτοντας την πρωθύστερη εμπλοκή του ΔΝΤ.
Πληροφορίες από το περιβάλλον του Μαξίμου αναφέρονται στο ενδεχόμενο να συζητηθεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αλλά μόνο με την προοπτική της εξασφάλισης της ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο QE από την ΕΚΤ.
Ενδιαφέρον είναι ότι παράγοντας της ΕΚΤ, σχολιάζοντας το ενδεχόμενο αυτό, δήλωσε ότι “η απόφαση της ΕΚΤ θα ληφθεί ανεξάρτητα από το ΔΝΤ”, αλλά διευκρίνισε ότι η στάση του ΔΝΤ σαφώς θα ληφθεί υπόψη από την ΕΚΤ.
Κυρίως, όμως, είναι οι αποφάσεις του Eurogroup αυτές που θα κρίνουν τη στάση της ΕΚΤ…