Πλάι στα αισθήματα πατριωτισμού και εθνικιστικής έξαρσης, συνυπάρχουν λοιπόν το μίσος και η καχυποψία για εκείνους που αρνούνται να πιάσουν τα όπλα και να υπερασπιστούν την πατρίδα.
Ο πασιφισμός δεν είναι όμως για τους περισσότερους μια παροδική συνθήκη, αλλά μια διαχρονική στάση ζωής που καλεί σε δύσκολες και επίπονες επιλογές. Αντιρρησίες συνείδησης και αρνητές στράτευσης έχουν παρουσιαστεί για όλους τους λόγους, όταν όμως η ηθική τίθεται σε πρώτο πλάνο, τότε μιλάμε για σκληροπυρηνικούς ειρηνιστές που αψηφούν την εποχή και την ίδια την Ιστορία.
Κι αν ο λαός συνεχίζει να τους αποκαλεί δειλούς και προδότες, κάποιοι έχουν κάνει απίστευτες θυσίες στο όνομα των ιδανικών της ειρήνης…
Καρλ φον Οσιέτσκι
Γεννημένος σε ένα χωριουδάκι πάνω στα γερμανο-πολωνικά σύνορα το 1889, ο δημοσιογράφος Οσιέτσκι εργαζόταν πυρετωδώς για δυο χρόνια πριν τον καλέσει η πατρίδα για τη θητεία του κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όταν τέλειωσε ο πόλεμος, ο Οσιέτσκι μετατράπηκε σε παθιασμένο ειρηνιστή και στρατεύθηκε με τις αντιπολεμικές δυνάμεις της Γερμανίας, κηρύσσοντας τα μηνύματα του πασιφισμού στις τέσσερις γωνιές της χώρας. Τα αντιπατριωτικά γραπτά του θα του φέρουν φυλακίσεις, αργότερα θα κατηγορηθεί για εσχάτη προδοσία και το 1933 θα τον βρει τρόφιμο σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Παρά το γεγονός ότι υπέφερε από χρόνιες παθήσεις και είχε ήδη υποστεί εμφράγματα, ο Οσιέτσκι καταδικάστηκε σε καταναγκαστική εργασία, κάτι που δεν σταμάτησε ούτε όταν προσβλήθηκε από φυματίωση. Το 1936 θα λάβει το Νόμπελ Ειρήνης για τα αντιμιλιταριστικά γραπτά του, όντας πια εξασθενημένος και στα τελευταία του μέσα στο ναζιστικό κολαστήριο. Το καθεστώς αρνήθηκε να του δώσει άδεια να πάει στην τελετή απονομής της Νορβηγίας και ο μαχόμενος δημοσιογράφος πέθανε λίγους μήνες αργότερα φρουρούμενος σε νοσοκομείο (Μάιος 1938).
Ο Οσιέτσκι είχε την τόλμη και το ηθικό ανάστημα να καταφέρεται για πολλά χρόνια εναντίον του γερμανικού μιλιταρισμού και του ναζιστικού ολοκληρωτισμού, κάτι που συνέχισε ακόμα και μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Ο αντιναζιστής δημοσιογράφος ήταν από τους ελάχιστους αντιχιτλερικούς που συνέχιζαν να μιλούν κατά του ναζιστικού μορφώματος και αρνήθηκε μάλιστα να εγκαταλείψει τη Γερμανία, καθώς θεωρούσε πως η φωνή του θα ακουγόταν πολύ πιο πειστική αν έμενε στην πατρίδα του…
Βίλχελμ και Βόλφγκανγκ Κίσεροφ
Γεννημένοι σε οικογένεια Διαμαρτυρόμενων που μεταστράφηκε αργότερα σε άλλη πίστη (Μάρτυρες του Ιεχωβά), οι Βίλχελμ (γεννήθηκε το 1914) και Βόλφγκανγκ Κίσεροφ (1922) αφιερώθηκαν τόσο στον θεό που δεν μπορούσαν να υπηρετούν ταυτοχρόνως τον Χίτλερ. Όταν οι Ναζί ήρθαν στα πολιτικά πράγματα της Γερμανίας, ο πασιφισμός των δύο αγοριών έγινε πρόβλημα και το καθεστώς τους παρενοχλούσε καθημερινά.
Ο Βίλχελμ συνελήφθη το 1939 επειδή αρνήθηκε να κάνει τη στρατιωτική του θητεία και το ναζιστικό στρατοδικείο του έδωσε δύο επιλογές: αρνήσου την πίστη σου και υπηρέτησε τον Χίτλερ ή πέθανε. Ο πασιφιστής νεαρός επέλεξε το δεύτερο και εκτελέστηκε στο απόσπασμα στις 27 Απριλίου 1940.
Ο Βόλφγκανγκ συνελήφθη τον Δεκέμβριο του 1941 ως αντιρρησίας συνείδησης και, όπως ακριβώς και ο αδερφός του, παρέθεσε θρησκευτικούς αλλά και ηθικούς λόγους για την άρνησή του να στρατευτεί στις επεκτατικές λεγεώνες του Χίτλερ. Αντιμετωπίζοντας το ίδιο ακριβώς δίλημμα με τον Βίλχελμ, απάντησε παρόμοια και αποκεφαλίστηκε στην γκιλοτίνα στις 28 Μαρτίου 1942…
Ντίτριχ Μπόνχεφερ
Δεν ήταν λίγοι οι καθολικοί ιερείς που έσπευσαν να εξαγνίσουν την πολιτική του Χίτλερ και να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα, αν και ο γερμανός θεολόγος Ντίτριχ Μπόνχεφερ είχε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση. Έχοντας περάσει από Ισπανία και ΗΠΑ, ο θεολόγος κατέφτασε στη γενέτειρά του τη στιγμή που ο Χίτλερ ανέβαινε στο τιμόνι της Γερμανίας και δεν έκρυψε από την πρώτη στιγμή την απέχθειά του για τον δικτάτορα και το καθεστώς του.
Αφού του απαγόρευσαν να διδάσκει και να κηρύττει, ο Μπόνχεφερ συνέχισε να μιλά για τα πασιφιστικά ιδανικά του όπου μπορούσε, ακολουθώντας αυτόν τον δρόμο ακόμα και όταν τα αντιστασιακά ιδρύματα που τον φιλοξενούσαν άλλαξαν ρότα και συντάχθηκαν με τον Φύρερ. Και τότε ήταν για τον ίδιο ώρα για την κίνηση-ματ: εντάχθηκε στη ναζιστική μυστική αστυνομία για να μπορεί να κάνει το θεάρεστο έργο του πιο εύκολα!
Τώρα ήταν σε θέση να βρίσκει ασφαλή περάσματα για εβραίους που κινδύνευαν, να φυγαδεύει αντιφρονούντες και να κάνει ό,τι καλό μπορούσε μέσα στη ναζιστική λαίλαπα. Σύντομα τον πλησίασαν οι Βρετανοί ζητώντας του να πάρει μέρος στη δολοφονική απόπειρα του Χίτλερ, καθώς φάνταζε άνθρωπος υπεράνω υποψίας από τους χιτλερικούς. Χαρακτηριστικό για την προσωπικότητά του ήταν το αιώνιο δίλημμα που φαινόταν να αντιμετωπίζει αν ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, καθώς είχε φτάσει πολύ μακριά στην οδύσσειά του να βοηθήσει τους δοκιμαζόμενους συνανθρώπους του.
Ο Μπόνχεφερ συνελήφθη τον Απρίλιο του 1943 και απαγχονίστηκε σε ναζιστικό κολαστήριο έναν μήνα πριν από τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας…
Μπεν Σάλμον
Ο αμερικανός οπλίτης στρατολογήθηκε τον Ιούνιο του 1917, αν και δεν ήταν καθόλου χαρούμενος γι’ αυτό. Ένιωθε μάλιστα τόσο σίγουρος για τα αντιπολεμικά του αισθήματα που απέστειλε επιστολή διαμαρτυρίας στον πρόεδρο των ΗΠΑ, όπου και έγραφε: «Αρνούμαι να στρατευτώ. Ασχέτως εθνικότητας, όλοι οι άνθρωποι είναι αδέρφια μου». Θρησκευόμενος καθολικός, αρνήθηκε μάλιστα να υπηρετήσει τη θητεία του ως άοπλος και δεν βάσισε την ειρηνιστική ρητορική του στο θρήσκευμα, παραθέτοντας αποκλειστικά ηθικούς λόγους για την άρνησή του να υπηρετήσει τις ΗΠΑ.
Ο 28χρονος και νιόπαντρος εργάτης των σιδηροδρόμων συνελήφθη, καθώς δεν δικαιούταν το καθεστώς του αντιρρησία συνείδησης λόγω της καθολικής πίστης του (την εποχή εκείνη εκχωρούταν μόνο σε Μάρτυρες του Ιεχωβά και Διαμαρτυρομένους). Ήταν όμως και η αντιπολεμική του εκστρατεία που τον έφερε στο στόχαστρο της πολιτείας αλλά και των συναδέλφων του, καθώς όλοι τον αποκαλούσαν δειλό και προδότη. Όταν μάλιστα άλλαξε ο νόμος ώστε να υποχρεώσει τους αντιρρησίες συνείδησης να υπόκεινται σε υποχρεωτική στράτευση, ο Σάλμον πέρασε από στρατοδικείο και καταδικάστηκε σε θάνατο, αν και στο τέλος η ποινή του μετατράπηκε σε κάθειρξη 25 ετών.
Στη φυλακή έζησε νέες περιπέτειες, καθώς ήταν ένας προδότης που αρνήθηκε να πάει στον πόλεμο. Ξυλοδαρμοί και βασανιστήρια χαρακτήρισαν την έγκλειστη ζωή του Σάλμον, ο οποίος παρέμεινε πάντως πιστός στα ειρηνιστικά του ιδεώδη. Δεν κάμφθηκε ούτε όταν έχασε τον αδερφό του το 1918: ο Τζο Σάλμον είχε πάει στη φυλακή να επισκεφτεί τον Μπεν, τον ξυλοφόρτωσαν όμως κι αυτόν και τον πέταξαν στην παγωμένη κοίτη ενός ποταμού, όταν και έχασε λίγο αργότερα τη ζωή του χτυπημένος από πνευμονία. Ο Μπεν δεν πήρε φυσικά άδεια για να πάει στην κηδεία του.
Δύο χρόνια μετά, ο Σάλμον έκανε παρατεταμένη απεργία πείνας, αναγκάζοντας τους δεσμοφύλακες να τον ταΐζουν με το ζόρι. Αργότερα μεταφέρθηκε σε ψυχιατρικό άσυλο και πέθανε τελικά στα 43 του χρόνια, λίγο καιρό μετά την αποφυλάκισή του…
Άρτσιμπαλντ Μπάξτερ
Το 1917, η Νέα Ζηλανδία δεν είχε πολιτική για τους αντιρρησίες συνείδησης και τους ξαπέστελνε όλους μαζικά στα μέτωπα του πολέμου. Ανάμεσα στους 14 λοιπόν αρνητές στράτευσης που στάλθηκαν στα χαρακώματα της Γαλλίας ήταν και ο αγρότης Άρτσιμπαλντ Μπάξτερ, ένας θρησκευόμενος χριστιανός που είχε ήδη εκτίσει ποινή για την άρνησή του να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία.
Από τη φυλακή βγήκε μάλιστα για να πάει κατευθείαν στον πόλεμο! Η κυβέρνηση θέλησε να αντιμετωπίζει τον υπερπληθυσμό των φυλακών και σκέφτηκε να αποφυλακίσει τους πασιφιστές στέλνοντάς τους στην εμπροσθοφυλακή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου: ο Άρτσιμπαλντ και τα δυο του αδέρφια ήταν μεταξύ των πρώτων που επιλέχθηκαν για την υποχρεωτική στράτευση.
Πώς πείθεις όμως έναν αντιρρησία συνείδησης να πιάσει το όπλο και να σκοτώσει τον εχθρό; Με βασανιστήρια, αν είσαι η Νέα Ζηλανδία των αρχών του 20ού αιώνα! Ο Μπάξτερ και οι άλλοι αρνητές «σταυρώνονταν» καθημερινά, δένονταν δηλαδή σε έναν πάσαλο και παρέμεναν εκτεθειμένοι στα καιρικά στοιχεία για το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας. Ο Μπάξτερ τα υπέμεινε όμως όλα καρτερικά και όταν τα βασανιστήρια, οι ξυλοδαρμοί αλλά και οι απειλές για εκτέλεση απέτυχαν, ο Άρτσιμπαλντ δέθηκε πιστάγκωνα και βρέθηκε ξαφνικά στην πρώτη γραμμή του πυρός.
Αρνούμενος και πάλι να πολεμήσει, κειτόταν στα συμμαχικά χαρακώματα δεμένος και χωρίς φαΐ, ώστε να «σπάσει» και να πιάσει τελικά το όπλο. Έναν σχεδόν χρόνο από τη στιγμή που είχε σταλθεί στη Γαλλία, ο Μπάξτερ μεταφέρθηκε σε ψυχιατρείο της Μπολόνια, όπου και χαρακτηρίστηκε επισήμως τρελός. Οι βρετανοί γιατροί τον λυπήθηκαν και του απένειμαν τον «τίτλο» ώστε να επιστρέψει στο σπίτι του και να απαλλαγεί από τα βασανιστήρια των ομοεθνών του.
Ο Μπάξτερ παντρεύτηκε τρία χρόνια αργότερα και ο γιος του έμελλε να περάσει επίσης φυλακές και διώξεις όταν αρνήθηκε να υπηρετήσει τη χώρα του στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όσο για το βιβλίο που έγραψε ο σκληροπυρηνικός ειρηνιστής με τα απομνημονεύματά του, μετατράπηκε σε Βίβλο για τον πασιφισμό στη Νέα Ζηλανδία…
Ενδιαφέρον άρθρο!!!