Αγωνιώδεις προσπάθειες για να συγκεντρωθούν 2 δισ. ευρώ επιπλέον από φόρους σε έναν λαό που δεν έχει άλλες αντοχές.
Σε ρώσικη ρουλέτα για τους μισθωτούς και τους μικρομεσαίους εξελίσσεται το παζάρι για τα νέα μέτρα, τα οποία έχει κάνει λάστιχο η κυβέρνηση θέλοντας να εξασφαλίσει τουλάχιστον 1,8 δισ. ευρώ, ή και ακόμα περισσότερα, αν δεχτούν οι θεσμοί να καλύψει και τις τρύπες εκατοντάδων εκατομμυρίων από τις αλλαγές στις συντάξεις.
Εκτός από άμεσους φόρους εισοδήματος που σχεδιάζουν, στην κυβέρνηση θεωρούν ευκαιρία να αυξήσουν και τους έμμεσους φόρους επειδή, π.χ., έπεσε η τιμή του πετρελαίου ή μειώθηκαν (με νέα προγράμματα και εκπτώσεις) οι λογαριασμοί κινητών τηλεφώνων. Επιπλέον, λόγω του ότι μειώθηκαν οι αντικειμενικές τιμές των ακινήτων σχεδιάζουν επιβαρύνσεις και σε μικρότερες περιουσίες!
Η τανάλια της Εφορίας ανοιγοκλείνει με μέτρα που μπαινοβγαίνουν στις διαβουλεύσεις με τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών, «δαγκώνοντας» κάθε φορά και περισσότερους, όσο ο λογαριασμός του δημοσιονομικού κενού ανεβαίνει.
Και ενώ επίσημος στόχος και κόκκινη γραμμή της κυβέρνησης είναι να διασωθούν οι χαμηλόμισθοι, ανοίγει για μία ακόμα φορά η πίσω πόρτα για έμμεσες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις μέσω της φορολογίας. Στο τραπέζι μπαίνουν όχι μόνο οι αυξήσεις σε εισφορές και φόρο εισοδήματος, αλλά και αντίστοιχες σε φόρους σε κινητά τηλέφωνα, ακίνητα, συνδρομητική τηλεόραση και καύσιμα.
Άμεσοι φόροι 2 δισ. ευρώ
Με βάση τη νέα και την παλιά κλίμακα του φόρου εισοδήματος, οι οποίες συζητούνταν όταν διεκόπησαν οι συναντήσεις στην Αθήνα με τους δανειστές, έρχονται αναδρομικοί φόροι από την 1η Ιανουαρίου του 2016. Οι μισθοί και συντάξεις θα μειωθούν από 8 έως και 33 ευρώ τον μήνα για μισθωτούς και συνταξιούχους με χαμηλά και μικρομεσαία εισοδήματα από 10.000 έως και 30.000 ευρώ, μέσω της αυξημένης μηνιαίας παρακράτησης φόρου.
Οι επιβαρύνσεις προκύπτουν από έναν συνδυασμό αλλαγών:
■ Καθιερώνονται τέσσερις συντελεστές (έναντι τριών έως σήμερα). Το πρώτο κλιμάκιο στο οποίο επιβάλλεται συντελεστής 22% συρρικνώνεται από τα 25.000 στα 20.000 ευρώ. Στη συνέχεια επιβάλλονται συντελεστές 29% για τα επόμενα 10.000 ευρώ εισοδήματος (20.001 έως και 30.000) και 37% για το κλιμάκιο εισοδήματος από 30.001 έως και 40.000 ευρώ, ενώ ο ανώτατος συντελεστής αυξάνεται στο 45% (από 42% σήμερα). Μάλιστα ο ανώτατος συντελεστής ξεκινά από χαμηλότερα εισοδήματα (από 40.000 αντί 42.000 ευρώ σήμερα).
■ Παρότι οι δανειστές ζητούσαν σταθερό αφορολόγητο για όλους τους μισθωτούς και συνταξιούχους, διατηρείται το μοντέλο της μείωσης της έκπτωσης φόρου ανάλογα με το εισόδημα. Η έκπτωση μειώνεται από τα 2.100 στα 2.000 ευρώ, και θα τη δικαιούνται μόνο όσοι έχουν εισοδήματα έως 20.000 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι εμμέσως το αφορολόγητο μειώνεται στα 9.100 από 9.545 ευρώ που ίσχυε. Από τα 20.001 ευρώ εισόδημα, η έκπτωση μειώνεται κατά 100 ευρώ για κάθε 1.000 ευρώ επιπλέον εισοδήματος, έως τις 40.000 ευρώ όπου εξαφανίζεται πλήρως.
■ Ο λογαριασμός, όμως, δεν κλείνει με τα μέτρα αυτά. Αυξάνονται επιπλέον η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, αλλά και μια πλειάδα άλλων έμμεσων φόρων που θα τους πληρώνουμε όλοι ως καταναλωτές.
Αυτή είναι η βάση της συζήτησης που θα συνεχιστεί και τις επόμενες εβδομάδες. Επισήμως ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος κρατά κλειστά τα χαρτιά του για τα επιμέρους μέτρα που προτείνει η Αθήνα, αναθέτοντας τη διαπραγμάτευση αυτή σε χαμηλόβαθμα στελέχη και τεχνοκράτες του υπουργείου του.
Και νέα εισπρακτικά μέτρα
Αντί για 1,7-1,8 δισ. ευρώ, που ήταν αρχικά ο στόχος είσπραξης για το 2016, τα νέα μέτρα επιδιώκεται να καλύψουν και μέρος από τα άλλα 1,8 δισ. που έπρεπε να εξοικονομηθούν από τις συντάξεις. Με την ασάφεια αυτή, την οποία στο οικονομικό επιτελείο θεωρούν επιτυχία (γιατί προς το παρόν προτείνουν μέτρα στους δανειστές χωρίς να δεσμεύονται πώς θα τα εφαρμόσουν), ευελπιστούν ότι στο τέλος θα αποφύγουν κάποιες περικοπές συντάξεων, αυξάνοντας όχι μόνο τις ασφαλιστικές εισφορές, όπως εξαρχής επιδίωκαν, αλλά και άλλους φόρους.
Σε μια προσπάθεια να πληρωθεί ο λογαριασμός των 1,8 δισ. ευρώ και άνω από αυτά τα εισπρακτικά μέτρα, έχει μπει στο φορολογικό στόχαστρο ό,τι κινείται και δεν κινείται.
Ειδικότερα, στις προτάσεις που παρουσιάζονται στους θεσμούς περιλαμβάνονται:
■ Αύξηση εσόδων από τον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ κατά περίπου 200 εκατ. ευρώ. Επειδή μειώθηκαν οι αντικειμενικές αξίες, στην κυβέρνηση θέλουν να επιβάλλεται ο συμπληρωματικός φόρος περιουσίας χαμηλότερα και από τα 300.000 ευρώ, όπως ισχύει σήμερα. Στην παγίδα θα πιαστούν ιδιοκτήτες με ακίνητα αξίας 250.000 ευρώ και άνω. Αντί δηλαδή να καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ ή να μειωθεί επειδή έπεσαν οι αντικειμενικές τιμές της Εφορίας, σχεδιάζεται να «χτυπήσει» ακόμα χαμηλότερα, ώστε αντί για 2,67 δισ. που εισπράχθηκαν πέρυσι (από τα 3,3 δισ. που συνολικά βεβαιώθηκαν) τα έσοδα να αγγίξουν τα 3 δισ. ευρώ.
Χαράτσι στα κινητά
■ Αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στη βενζίνη: στην κυβέρνηση βλέπουν ως ευκαιρία να αυξηθούν οι φόροι επειδή η λιανική τιμή πώλησης έχει υποχωρήσει σημαντικά τους τελευταίους μήνες, λόγω της πτώσης των διεθνών τιμών του πετρελαίου. Ωστόσο υπάρχει προβληματισμός αν πρέπει να αυξηθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης και στο ντίζελ κίνησης, καθώς θα επηρεάσει αρνητικά την παραγωγική δραστηριότητα (μεταφορές, βιομηχανία κ.λπ). Αν αυξηθεί και ο φόρος στο ντίζελ, αυτό θα συμπαρασύρει προς τα πάνω και τον φόρο στο υγραέριο κίνησης.
■ Αύξηση του ειδικού τέλους που επιβάλλεται στη χρήση κινητής τηλεφωνίας, ανάλογα με το ύψος του λογαριασμού. Στο οικονομικό επιτελείο διαπιστώνουν ότι ο φόρος όπως σχεδιάστηκε επί Αλογοσκούφη δεν αποδίδει όσα θα ήθελαν γιατί λόγω των προσφορών νέων προγραμμάτων και εκπτώσεων (ή και λόγω περιορισμού της χρήσης εξαιτίας της οικονομικής ανέχειας) το ύψος των λογαριασμών έχει μειωθεί και, άρα, θα πρέπει και οι φόροι να επιβάλλονται κλιμακωτά και σε χαμηλότερα ποσά.
■ Επιβολή ειδικού τέλους κατανάλωσης και στη συνδρομητική τηλεόραση.
Όλα τα παραπάνω, όταν αθροίζονται δεν αποφέρουν το επιδιωκόμενο εισπρακτικό αποτέλεσμα των 1,8 δισ. ευρώ κι έτσι η αναζήτηση σε κυβερνητικό επίπεδο συνεχίζεται μέχρι την εκ νέου άφιξη των επικεφαλής των θεσμών, που έχει προγραμματιστεί για τις 2 Απριλίου.