Ο μεγαλύτερος δημοσιογραφικός όμιλος της Τουρκίας, στον οποίο ανήκει μεταξύ άλλων η εφημερίδα Hurriyet, ανακοίνωσε σήμερα ότι βρίσκεται σε συζητήσεις για την εξαγορά του από μια εταιρεία που πρόσκειται στον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μια κίνηση που θεωρείται πλήγμα για τον πλουραλισμό στον Τύπο.
Ο όμιλος Dogan ανέφερε σε ανακοίνωσή του ότι βρίσκεται σε συζητήσεις με την Demiroren Holding, η οποία ήδη διαθέτει δύο φιλοκυβερνητικές εφημερίδες.
Η Dogan Holding έχει στην κατοχή της την εφημερίδα Hurriyet, που θεωρείται «εφημερίδα αναφοράς» στην Τουρκία, το πρακτορείο ειδήσεων Dogan, το τηλεοπτικό δίκτυο Kanal D και το CNN-Turk.
Η αγγλική εκδοχή της Hurriyet, η Hurriyet Daily News, είναι ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ των αλλοδαπών και των διπλωματών στην Τουρκία.
Αν ολοκληρωθεί αυτή η εξαγορά, θα επιβεβαιώσει τις καταγγελίες των υπέρμαχων της ελευθερίας του Τύπου στην Τουρκία, οι οποίοι καταγγέλλουν ότι ολοένα και αυξάνονται οι πιέσεις εναντίον των μέσων στη χώρα υπό την προεδρία του Ερντογάν, κυρίως μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.
«Με αυτή τη μαζική εξαγορά, περιλαμβανομένης της Hurriyet, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα βρίσκονται υπό τον πολιτικό έλεγχο του προέδρου Ερντογάν», σχολίασε στο Twitter ο Καντρί Γκιουρσέλ, γνωστός Τούρκος δημοσιογράφος.
Από την πλευρά του ο Άντριου Φίνκελ, βετεράνος σχολιαστής της κατάστασης στην Τουρκία και συγγραφέας του βιβλίου: «Τουρκία: όσα πρέπει να γνωρίζουν όλοι», σχολίασε ότι η εξαγορά αυτή σηματοδοτεί «την αυξανόμενη μονοπώληση της γνώμης».
«Είναι το τέλος μιας εποχής. Ο Dogan προσπάθησε να ισορροπήσει μεταξύ του να εμφανίζεται ως αντιπολιτευόμενος, αλλά όχι τόσο ώστε να προκαλέσει την παρέμβαση της κυβέρνησης», πρόσθεσε ο Φίνκελ.
Μετά την εξαγορά οι 21 από τις 29 εφημερίδες της Τουρκίας θα βρίσκονται υπό τον έλεγχο εταιρειών που στηρίζουν τον Ερντογάν, ανέφερε η αριστερή εφημερίδα Birgun.
Εξαίρεση θα αποτελεί η Cumhuriyet, ο ιδιοκτήτης, ο διευθυντής σύνταξης και πολλοί δημοσιογράφοι της οποίας κρατούνται με την κατηγορία της «τρομοκρατικής» δράσης.
Επί χρόνια ο όμιλος Dogan θεωρούνταν εκπρόσωπος του τουρκικού κατεστημένου και είχε μια ευαίσθητη σχέση με τον Τούρκο πρόεδρο. Έπειτα από χρόνια που εμφανιζόταν επικριτικός προς τον Ερντογάν, τελικά ο όμιλος υιοθέτησε μια πιο διαλλακτική στάση.
Το 2009 επιβλήθηκε στον όμιλο Dogan πρόστιμο 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων μετά την καταδίκη του για φοροαποφυγή, μια κίνηση που εκλήφθηκε από τους αντιπάλους της κυβέρνησης ως προσπάθεια να κατασταλεί ο επικριτικός προς τον Ερντογάν Τύπος.
Μετά το πρόστιμο ο Αϊντίν Ντογάν, ο 80χρονος ιδρυτής του ομίλου, αναγκάστηκε να πουλήσει τις εφημερίδες Milliyet και Vatan στον Demiroren. Έκτοτε οι εφημερίδες αυτές έχουν υιοθετήσει φιλοκυβερνητική στάση.
Σύμφωνα με την Ένωση Τούρκων Δημοσιογράφων, τον Ιανουάριο του 2018 βρίσκονταν στη φυλακή 154 δημοσιογράφοι. Με φυλακισμένους δημοσιογράφους και μέσα ενημέρωσης να κλείνουν, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις καταγγέλλουν τακτικά τις πιέσεις που δέχεται ο Τύπος στην Τουρκία. Η χώρα βρίσκεται στην 155η θέση σε σύνολο 180 στην κατάταξη που αφορά την ελευθερία του Τύπου και την οποία καταρτίζουν κάθε χρόνο οι Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα (RSF).