Η συγκλονιστική ιστορία που ενέπνευσε την Αγκάθα Κρίστι να γράψει το «Έγκλημα στο Όριεν Εξπρες»

Κοινοποίηση:
«Έγκλημα στο Όριεν Εξπρες»

Από όλα τα συγκλονιστικά μυθιστορήματα της Αγκάθα Κρίστι το «Έγκλημα στο Όριεν Εξπρες» είναι ίσως το πιο σοκαριστικό.
Οι λαμπεροί χαρακτήρες του σε συνδυασμό με ένα εκπληκτικό σκηνικό και μία απίστευτη πλοκή δημιουργούν ένα αστυνομικό δράμα που λάτρεψαν από τη στιγμή της κυκλοφορίας του το 1934 τους παραγωγούς του κινηματογράφου και της τηλεόρασης

Η ιστορία αναβιώνει στο Χόλιγουντ, αυτή τη φορά με τον Σερ Κένεθ Μπράνα στον ρόλο του θρυλικού Ηρακλή Πουαρό, μαζί με ένα αστραφτερό καστ αποτελούμενο από τους Τζούντι Ντεντς, Τζόνι Ντεπ, Πενέλοπε Κρουζ , Γουίλεμ Νταφόε και Μισέλ Φάιφερ.
Το πιο εκπληκτικό όμως πράγμα για το μυθιστόρημα της «Βασίλισσας του Εγκλήματος» είναι ότι βασίζεται σε μία τρομακτική πραγματική ιστορία απαγωγής και δολοφονίας που συγκλόνισε την ίδια την Κρίστι.

Στο μυθιστόρημά της, ο κ.Ράτσετ, ένας κατηφής Αμερικανός επιχειρηματίας βρίσκεται μαχαιρωμένος σε ένα κλειδωμένο με αλυσίδα δωμάτιο στην πολυτελή αμαξοστοιχία.

Τότε ο Ηρακλής Πουαρό αναλαμβάνει να ανακαλύψει ποιος από τους 13 συνεπιβάτες του έχει διαπράξει το έγκλημα. Σε ένα ανατρεπτικό τέλος, ο πανέξυπνος Βέλγος επιθεωρητής αποκαλύπτει ότι ο κ.Ράτσετ στην πραγματικότητα ήταν ένας διαβόητος γκάνγκστερ με το όνομα Casseti.

Λίγα χρόνια νωρίτερα είχε απαγάγει μία τρίχρονη κληρονόμο, την σκότωσε και μετά έπεισε την οικογένειά της ότι ήταν ακόμη ζωντανή προκειμένου να αποσπάσει ένα τεράστιο ποσό για λύτρα. Και ο θάνατός του στο Όριεν Εξπρές ήταν η τιμωρία του για την ειδεχθή δολοφονία που είχε διαπράξει.

Η απαγωγή και η δολοφονία του γιου του Τσαρλς Λίντμπεργκ
Ωστόσο, το μυθιστόρημα που μεταφέρθηκε τόσο στην τηλεόραση, όσο και στο σινεμά για πρώτη φορά το 1974, ήταν εμπνευσμένο από τον τραγικό θάνατο του γιου και κληρονόμου του ηρωικού Αμερικανού αεροπόρου, Τσαρλς Λίντμπεργκ.

Η μυστηριώδης απαγωγή και δολοφονία συνέβη το 1932 και για πολλούς μήνες ήταν πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες και στις δύο πλευρές του Ατλανιτκού. Και ενώ η Κρίστι έγραφε το μυθιστόρημά της, ο δράστης παρέμενε ασύλληπτος.

Ο μικρός Τσαρλς Όγκαστους Λίντμπεργκ Jr ήταν μόλις 20 μηνών όταν απήχθη από την έπαυλη της οικογένειάς του στο Νιου Τζέρσεϊ, την 1η Μαρτίου 1932.

Η γκουβερνάντα του, Μπέτι Γκόου, στις 10 το πρωί εκείνης της ημέρας διαπίστωσε ότι ο μικρός έλειπε από το σπίτι, λίγες ώρες δηλαδή αφότου τον έβαλε να κοιμηθεί. Αμέσως ειδοποίησε τον Τσαρλς Λίντμπεργκ και τη σύζυγό του. Το 23 δωματίων σπίτι τους -χτισμένο σε απομονωμένο σημείο ώστε το ζευγάρι να αποφεύγει τα δημόσια φώτα- ερευνήθηκε εξονυχιστικά. Στο παράθυρο του παιδικού δωματίου βρέθηκε ένα σημείωμα που ζητούσε λύτρα 50.000 δολαρίων.

Η τραγική ειρωνεία της απαγωγής είναι ότι η οικογένεια θα βρισκόταν στο άλλο τους σπίτι στο Νιου Τζέρσεϊ, ωστόσο ο μικρός Τσαρλι αρρώστησε αναγκάζοντας τους υπερπροστατευτικούς γονείς του να ματαιώσουν το ταξίδι

Κάθε πτυχή αυτής της ιστορίας που γινόταν γνωστή εντυπωσίαζε και συνάμα τρόμαζε το κοινό. Ο Λίντμπεργκ ήταν κάτι σαν τον Νιλ Άρμστρονγκ της εποχής, αλλά με τη φήμη και την οικονομική άνεση του Ντέιβιντ Μπέκαμ.

Έγινε γνωστός καθώς το 1927 κατάφερε να διασχίσει τον Ατλαντικό, διανύοντας, μόνος του και χωρίς στάση, 5.800 χιλιόμετρα με το μονοθέσιο μονοκινητήριο αεροπλάνο του Spirit of St. Louis. Για το κατόρθωμά του αυτό έλαβε το έπαθλο των 25.000 δολαρίων που προσέφερε ο Raymond Orteig σε όποιον θα κατάφερνε να διασχίσει χωρίς στάση τον Ατλαντικό.

Του απονεμήθηκε επίσης το Μετάλλιο της Τιμής, το πιο μεγάλο στρατιωτικό βραβείο.

Όποια πέτρα κι αν σήκωσαν, ο μικρός γιος του δεν βρέθηκε. Η αστυνομία βρήκε ίχνη λάσπης στο παιδικό δωμάτιο, πατημασιές έξω από το σπίτι και σε δύο σκαλοπάτια από τη σκάλα που χρησιμοποιήθηκε από τον απαγωγέα για να φτάσει στο δωμάτιο. Το ένα μάλιστα ήταν σπασμένο, το οποίο πιθανότατα έσπασε κατά τη διάρκεια της απαγωγής. Δεν βρέθηκαν, ωστόσο, ίχνη αίματος ή δακτυλικά αποτυπώματα.

Ήθελαν να βγάλουν μέχρι και τον Αλ Καπόνε για να βοηθήσει

Το προσωπικό του Λίντμπεργκ ανακρίθηκε, ενώ επιστρατεύτηκαν πρόσωπα του υποκόσμου σε μία προσπάθεια να έρθουν σε επαφή με τους απαγωγείς. Μάλιστα, είχε αναφερθεί ότι είχε ζητηθεί να αφεθεί ελεύθερος ο Αλ Καπόνε, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν οι γνωριμίες του με εγκληματίες για να βοηθήσουν. Τα στοιχεία εξετάστηκαν, αλλά δεν προέκυψε μεγάλη πρόοδος.

Ένα δεύτερο σημείωμα των απαγωγέων έφτασε στις 6 Μαρτίου, πέντε ημέρες μετά την απαγωγή, και αυτή τη φορά ζητούσε 70.000 δολάρια. Σε αυτό το σημείο οι Λίντμπεργκ προσέλαβαν ιδιωτικούς ντετέκτιβ.

Μετά τα δύο αυτά σημειώματα των απαγωγέων, ένας συνταξιούχος καθηγητής, ο 72χρονος δρ. Τζον Κόντον από το Μπρονξ της Νέας Υόρκης δέχθηκε να γίνει ο ενδιάμεσος που θα παρέδιδε τα λύτρα. Οι Λίντμπεργκ συμφώνησαν να χρησιμοποιήσουν τον καθηγητή και να κρατήσουν μακριά την αστυνομία.

Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν για εβδομάδες με έναν άνδρα που αυτοαποκαλείτο «Τζον». Τελικά, στις 2 Απριλίου ο δρ. Κόντον συνάντησε τον «Τζον» -με τον Λίντμπεργκ να περιμένει σε κοντινή απόσταση μέσα σε αυτοκίνητο- και του παρέδωσε 50.000 δολάρια με αντάλλαγμα ένα σημείωμα που έλεγε ότι ο 20μηνών Τσάρλι βρισκόταν σε μία βάρκα με το όνομα «Nellie» στη Μασαχουσέτη. Οι έρευνες ωστόσο ήταν άκαρπες και δεν βρέθηκαν ούτε η βάρκα, ούτε το αγόρι

Στις 12 Μαΐου, ένας οδηγός ενός φορτηγού που είχε σταματήσει σε έναν δρόμο, πολύ κοντά στο σημείο της απαγωγής, εντόπισε το πτώμα ενός αγοριού. Ο Λίντμπεργκ δεν είχε παρά να αναγνωρίσει το παιδί του, το οποίο είχε σπασμένο κεφάλι. Το πιο φρικαλέο ήταν το γεγονός ότι το παιδί ήταν νεκρό περίπου δύο μήνες, σύμφωνα με τον ιατροδικαστή.

Η αστυνομία υπέθεσε ότι οι απαγωγείς πέταξαν το παιδί, όταν κατέβαιναν από τον πρώτο όροφο με τη χρήση της σκάλας.

Ο τότε διευθυντής του FBI, J Edgar Hoover προσέφερε τις υπηρεσίες του στις αστυνομικές αρχές του Νιου Τζέρσεϊ, όταν ξεκίνησε η έρευνα για τον εντοπισμό των δραστών. Οι υποψίες άρχισαν να στρέφονται στο περιβάλλον της οικογένειας, επισημαίνοντας ότι οι απαγωγείς είχαν βοήθεια από μέσα. Μία Βρετανίδα οικιακή βοηθός, ονόματι Βάιολετ Σαρπ, εμφανίστηκε ιδιαίτερα νευρική κατά τη διάρκεια της ανάκρισης.

Έγινε ένα ακόμη θύμα της τραγωδίας, όταν αυτοκτόνησε με δηλητήριο. Τελικά, όπως διαπιστώθηκε ήταν «καθαρή». Η υπόθεση επικεντρώθηκε στα χρήματα των λύτρων. Τα 40.000 δολάρια είχαν πληρωθεί σε πιστοποιητικά χρυσού και η αστυνομία κατέγραψε τους σειριακούς αριθμούς.

Το 1933 ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Φράνκλιν Ρούσβελτ έδωσε εντολή να επιστραφούν στο Υπουργείο Οικονομικών όλα τα πιστοποιητικά χρυσού για να ταυτοποιηθούν ευκολότερα οι ιδιοκτήτες.
Το αγόρι βρέθηκε νεκρό
Τον Σεπτέμβριο του 1934 ένα από αυτά εντοπίστηκε μέσω ενός πρατηρίου καυσίμων στη Νέα Υόρκη. Ο υπάλληλος, υποψιαζόμενος ότι το πιστοποιητικό ήταν πλαστό, πήρε τον αριθμό του αυτοκινήτου του πελάτη που τού το έδωσε.

Το αυτοκίνητο ανήκε στον Μπρούνο Ρίτσαρντ Χάουπτμαν, έναν 35χρονο Γερμανό μαραγκό από το Μπρονξ. Όταν στην κατοχή του βρέθηκε ένα ακόμη τέτοιο πιστοποιητικό χρυσού, συνελήφθη και η περιγραφή του ταίριαζε με αυτήν του «Τζον»

Δικάστηκε στο Νιου Τζέρσεί τον Ιανουάριο του 1935, δηλώνοντας αθώος, όμως το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο και εκτελέστηκε στην ηλεκτρική καρέκλα στις 3 Απριλίου 1936.

Η υπόθεση παραμένει αμφιλεγόμενη μέχρι σήμερα, με εικασίες σχετικά με τη σκηνή του εγκλήματος, πιθανούς συνεργούς ακόμη και την ανάμειξι του ίδιου του Λίντμπεργκ στο έγκλημα.

Βέβαια, η λύση του μυστηρίου στο Όριεν Εξπρές είναι πιο ξεκάθαρη χάρη στον Ηρακλή Πουαρό. Ο Casseti είναι, φυσικά, η εκδοχή του Χάουπτμαν στο μυθιστόρημα της Κρίστι και το δυσάρεστο τέλος του κακοποιού είναι πιθανότατα η κάθαρση.

Σε όλη τη διάρκεια της καριέρας της η Άγκαθα Κρίστι σπάνια χρησιμοποιούσε πραγματικά εγκλήματα στα μυθιστορήματά της. Όμως ο τεράστιος αντίκτυπος της υπόθεσης του Λίντμπεργκ ίσως την οδήγησε να προσθέσει και μερικά στοιχεία φαντασίας ώστε να δώσει ένα πιο δίκαιο τέλος στην ιστορία που την άγγιξε βαθιά

Έτσι, 40 χρόνια μετά το θάνατό της το «Έγκλημα στο Όριεν Εξπρές» παραμένει μία από τις πιο τρομακτικές ιστορίες της

ΚΟΙΝΟΠΟΗΣΗ: