Το αμυντικό πρόβλημα των νήσων του Αιγαίου, ιδιαίτερα του Βόρειου Αιγαίου και των Δωδεκανήσων, είναι αφενός ότι βρίσκονται πολύ κοντά στην εχθρική ακτή, αφετέρου ότι υπάρχουν δεκάδες νησιά και νησίδες η άμυνα των οποίων αποτελεί πραγματικό γρίφο. Η πρώτη γραμμή άμυνας, σε κάθε περίπτωση, είναι η επιτήρηση και η παρατήρηση του εθνικού εναέριου και θαλάσσιου χώρου, τόσο σε παράκτιο όσο και σε επίπεδο ανοιχτής θαλάσσης.
Ο Ελληνικός Στρατός και το Πολεμικό Ναυτικό, μεταξύ άλλων μέσων, έχουν υιοθετήσει και την πρακτική των παρατηρητηρίων, τα οποία συνεργάζονται στενά με τα παράκτια περιπολικά και τις κανονιοφόρους του Πολεμικού Ναυτικού προς εκτέλεση των καθημερινών αποστολών που αφορούν στην εθνική άμυνα της χώρας. Συγκεκριμένα, οι κανονιοφόροι βρίσκονται σε στενή συνεργασία με τα Ναυτικά Παρατηρητήρια των νησιών του Αιγαίου, τον θάλαμο επιχειρήσεων του Πολεμικού Ναυτικού, τα παράκτια περιπολικά καθώς και τα λοιπά πλοία που βρίσκονται στα ακριτικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Κύριο μέλημα αυτού του δικτύου είναι η επιτήρηση και η παρατήρηση όλων των τουρκικών κινήσεων.
Ένα σημαντικό εξοπλιστικό πρόγραμμα που πέρασαν από την επιτροπή της Βουλής τον Αύγουστο του 2014 είναι και το πρόγραμμα στρατιωτικής κινητής τηλεφωνίας (Πρόγραμμα «Αιγέας») συνολικού προϋπολογισμένου κόστους € 27.000.000. Εάν και εφόσον ολοκληρωθεί, το σύστημα «Αιγαίας» αναμένεται να διασυνδέσει τα Ναυτικά Παρατηρητήρια, τα Παρατηρητήρια του Στρατού και τις μονάδες περιπολικών του Πολεμικού Ναυτικού. Με άλλα λόγια καλύπτει την επιχειρησιακή απαίτηση της αναβάθμισης του συστήματος διοίκησης και ελέγχου του Πολεμικού Ναυτικού σε στρατηγικό, επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο.
Οπωσδήποτε η βελτίωση των υποδομών επιτήρησης του Πολεμικού Ναυτικού είναι πολύ σημαντική παράμετρος για την άμυνα των ακριτικών νησιών, ιδιαίτερα σε μια πολύ δύσκολη περίοδο όπου αφενός η τουρκική προκλητικότητα βρίσκεται σε έξαρση, αφετέρου τα οικονομικά της χώρας δεν επιτρέπουν τον προγραμματισμό και την υλοποίηση μεγαλεπήβολων εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Εντός αυτού του ασφυκτικού και απαιτητικού πλαισίου η αναβάθμιση των Παρατηρητηρίων Ναυτικού και Στρατού είναι μια πολύ θετική και οικονομική εξέλιξη. Θα μπορούσε ωστόσο το πρόγραμμα να επεκταθεί και συμπεριλάβει δύο κρίσιμες παραμέτρους, αμφότερες φτηνές λύσεις: (α) Την αναβάθμιση των παρατηρητηρίων σε ολοκληρωμένα κέντρα συλλογής και διαβίβασης πληροφοριών, επιτήρησης και αναγνώρισης (β) Την ενσωμάτωση drones στην υπάρχουσα δομή.
Στην πρώτη περίπτωση το Πολεμικό Ναυτικό θα αποκτήσει μια ολοκληρωμένη δομή συλλογής, επεξεργασίας και διαβίβασης πληροφοριών (εικόνας και ήχου) σε πραγματικό χρόνο, κάτι που θα επέτρεπε στα περιπολικά μέσα του Πολεμικού Ναυτικού να βρίσκονται εκεί που πρέπει, την ώρα που πρέπει και με τον αριθμό μέσων που πρέπει.
Στη δεύτερη περίπτωση το δίκτυο των παρατηρητηρίων θα αποκτήσει το «μακρύ χέρι» του, δηλαδή θα αυξήσει την εμβέλεια παρατήρησης περιοχής, ενώ θα αποκτήσει και δυνατότητα παρατήρησης ενός συγκεκριμένου σημείου. Επιπλέον, υπάρχουν drones, μικρά σε μέγεθος και κόστος, πιστοποιημένα για ναυτική συνεργασία, όπως είναι το MQ-8B Fire Scout της αμερικανικής Northrop Grumman ή το Camcopeter S-100 της αυστριακής Schiebel, τα οποία μπορούν να μεταφέρουν και οπλισμό. Συγκεκριμένα, το MQ-8B Fire Scout μπορεί να μεταφέρει, εκτός από έναν κύριο αισθητήρα, δύο ρουκέτες καθοδήγησης λέιζερ τύπου APKWS (Advanced Precision Kill Weapon System) μέγιστου βεληνεκούς 5 χιλιομέτρων (πρόκειται για μια συλλογή τροποποίησης των μη-κατευθυνόμενων ρουκετών τύπου Hydra-70 σε κατευθυνόμενα πυρομαχικά), ενώ το Camcopter S-100 μπορεί να μεταφέρει δύο πυραύλους τύπου LMM (Lightweight Multirole Missile) μέγιστου βεληνεκούς 8 χιλιομέτρων.