Μια προγραμματισμένη δημοπρασία έργων τέχνης σε κεντρικό ξενοδοχείο της Θεσσαλονίκης με έργα Ελλήνων δημιουργών, τα ασφαλιστικά μέτρα από γνωστό δικηγόρο και συλλέκτη που απαιτεί την καταστροφή των πινάκων ως πλαστών και την καταδίκη των εμπόρων και η “μυστηριώδης” απόσυρση του ενός μετά του άλλου των έργων από τον κατάλογο των εκθεμάτων. Αυτά είναι τα στοιχεία ενός δικαστικού θρίλερ που ξεκίνησε τη Δευτέρα και αναμένεται να ολοκληρωθεί αύριο Πέμπτη με τη δημοπρασία στο πολυτελές ξενοδοχείο της Θεσσαλονίκης, αν και εφόσον πραγματοποιηθεί…
Με ασφαλιστικά μέτρα που κατέθεσε στις 4 Δεκεμβρίου στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ο δικηγόρος, συλλέκτης και εκτιμητής έργων τέχνης του Πρωτοδικείου Αθηνών κ. Στέλιος Γκαρίπης, εναντίον εμπόρου και της κόρης του, οι οποίοι διοργανώνουν τη δημοπρασία, αναφέρει πως συγκεκριμένα έργα που διατίθενται προς πώληση είναι πλαστά και ζητά άμεσα την απαγόρευση πώλησης και την καταστροφή τους. Μάλιστα στο δικόγραφο αναφέρει πως έχει έρθει σε επαφή με τους ζωγράφους Αλέκο Φασιανό, Γιώργο Σταθόπουλο και την κόρη του Γιώργου Μαυροΐδη, οι οποίοι πιστοποιούν ότι τα έργα δεν είναι αυθεντικά και ζητούν από τις αρμόδιες αρχές να αποσυρθούν από τους καταλόγους.
Ο δικηγόρος Στέλιος Γκαρίπης καταγγέλλει την δημοπρασία
“Από τον κατάλογο του Δεκεμβρίου 2017 προκύπτει ότι διοργανώνουν και εκθέτουν σε δημοπρασία στο ξενοδοχείο (σ.σ αναφέρεται στο όνομα), έργα τέχνης για το χρονικό διάστημα από 6 έως 7 Δεκεμβρίου 2017, με ώρα έναρξης της δημοπρασίας την 7η Δεκεμβρίου 2017 και ώρα 19:30. Δηλώνουν πως τα έργα είναι αυθεντικά και αποδίδονται στους ζωγράφους και υπογράφονται από αυτούς τους ζωγράφους που αναφέρουν στον κατάλογο της δημοπρασίας στον οποίο περιέχονται οι εικόνες των δημοπρατούμενων έργων, ενώ είναι απόλυτα βέβαιο πως τόσο κατά την έκθεση των έργων, όσο και κατά τη δημοπράτησή τους με προφορικές τους δηλώσεις θα διαβεβαιώνουν προσωπικά πως τα δημοπρατούμενα έργα είναι αυθεντικά, δεδομένου ότι τα έργα δεν φέρουν την ένδειξη ω/ε που σύμφωνα με τους καθ’ ων θα σήμαινε πως τα έργα δεν ελέγχθηκαν από αυτούς” αναφέρει ο κ. Γκαρίπης.
Ο δικηγόρος, στις επόμενες γραμμές περνά στο κυρίως θέμα αναφερόμενος στο πώς αποφάσισε να κινηθεί νομικά: “Είμαι συλλέκτης έργων τέχνης, Ελλήνων και ξένων δημιουργών, τα οποία συχνά μου ζητείται να δανείζω προκειμένου να εκτεθούν σε μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού και αναδρομικές εκθέσεις. Επίσης, διοργανώνω εκθέσεις ζωγραφικής στην Ελλάδα και το εξωτερικό για την προβολή του έργου των Ελλήνων δημιουργών, χωρίς ποτέ να πωλώ τα έργα της συλλογής μου. Ταυτόχρονα, είμαι πραγματογνώμων έργων τέχνης στο Πρωτοδικείο Αθηνών. Με τιμούν με τη φιλία τους πολλοί Έλληνες ζωγράφοι, όπως ο Απόστολος Λάβδας, ο Γιώργος Σταθόπουλος και ο Αλέκος Φασιανός μεταξύ άλλων.Στην ελληνική αγορά της Τέχνης είναι γνωστό πως διαθέτω τη μεγαλύτερη συλλογή έργων του μεγάλου Έλληνα ζωγράφου Μάριου Πράσινου. Κατά την επίσκεψή μου στην Art Thessaloniki στο χώρο της ΔΕΘ, γνωστό σε εμένα πρόσωπο, μου έδωσε έναν κατάλογο για να δω έναν πασιφανώς πλαστό πίνακα που αποδίδεται ψευδώς στο Μάριο Πράσινο. Με έκπληξη είδα πως στο συγκεκριμένο κατάλογο, εκτός από το πασιφανώς αυτό πλαστό έργο υπό τον αριθμό 25 που αποδίδεται από τους καθ’ ων στο Μάριο Πράσινο, μια σειρά από άλλα έργα ζωγράφων των οποίων το έργο γνωρίζω σε μεγάλο βάθος είναι πρόδηλα πλαστά”.
Καρικατούρες…
Ο ανήσυχος συλλέκτης και πραγματογνώμονας του Πρωτοδικείου Αθηνών, αναφερόμενος σε συγκεκριμένα έργα του καταλόγου, κάνει λόγο για “καρικατούρες” που στερούνται ζωγραφικής ποιότητας. “Τα έργα στερούνται παντελώς ζωγραφικής ποιότητας, δεν έχουν καμία καλλιτεχνική αξία, συνιστούν άτεχνες καρικατούρες, χωρίς καμία απολύτως ομοιότητα με την τεχνοτροπία των ζωγράφων από τους οποίους παρουσιάζεται από τους καθ’ ων πως έχουν δημιουργηθεί. Οι καθ’ ων με τη δημοπράτηση των πλαστών πινάκων ενεργεί συμπεριφορά η οποία συνίσταται σε παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών προκειμένου να προκληθεί δήλωση βούλησης των απατηθέντων συνεπεία της απάτης και να συναφθούν δικαιοπραξίες πώλησης των πλαστών πινάκων”.
Μάλιστα όπως αναφέρει έχει έρθει σε επαφή με τους ζωγράφους Σταθόπουλο, Φασιανό και την κόρη του Γιώργου Μαυροείδη προκειμένου να τους ενημερώσει για τα έργα του καταλόγου. “Για το λόγο αυτό ήλθα άμεσα σε επαφή με το μεγάλο μας ζωγράφο Γιώργο Σταθόπουλο, τον προσωπικό φίλο του Μάνου Χατζηδάκη, τον Έλληνα ζωγράφο με τις περισσότερες ατομικές εκθέσεις και του επέδειξα το έργο με αριθμό 116 του καταλόγου. Ο Γιώργος Σταθόπουλος με πληροφόρησε πως, όχι μόνο ο πίνακας είναι πλαστός, αλλά και ότι ο καθ’ ου έχει ήδη ενημερωθεί τηλεφωνικά από τον ίδιο, το ζωγράφο Γεώργιο Σταθόπουλο, πως το έργο δεν είναι δικό του. Συγκεκριμένα, ο ζωγράφος Γεώργιος Σταθόπουλος προ μηνών είχε δεχθεί αλληλογραφία από τον καθ’ ου με τη φωτογραφία του έργου αυτού καθώς επίσης και την επαγγελματική κάρτα του καθ’ ου. Άμεσα ο κύριος Σταθόπουλος επικοινώνησε με τον καθ’ ου και τον ρώτησε για ποιο λόγο του απέστειλε τη φωτογραφία αυτού του πίνακα για να λάβει την απάντηση πως ήθελε να ερωτήσει για τη γνησιότητά του. Ο κύριος Σταθόπουλος δήλωσε στον καθ’ ου πως το έργο είναι πρόδηλα πλαστό και πως δε δικαιολογείται κάποιος που δηλώνει έμπορος τέχνης να μην καταλαβαίνει πως το έργο αυτό δεν μπορεί να είναι γνήσιο έργο του, αφού η τεχνοτροπία του δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το έργο του καταξιωμένου μας διεθνώς ζωγράφου. Εντούτοις, ο καθ’ ου ενέταξε το έργο αυτό στην επερχόμενη δημοπρασία με αριθμό λαχνού 116 και την εξής περιγραφή : «116. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ Γεώργιος (1944) ‘Χορεύτριες’ Ακρυλικά σε καμβά 70×100 εκ».
Το ίδιο συνέβη και με τη θυγατέρα του αειμνήστου ακαδημαϊκού ζωγράφου Γιώργου Μαυροΐδη. Η κυρία Ιωάννα Μαυροΐδη επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον καθ’ ου και του εξήγησε πως ο πίνακας με αριθμό 37 του καταλόγου είναι πασιφανώς πλαστός και του ζήτησε να κατεβάσει άμεσα τον πίνακα αυτόν από την ιστοσελίδα της δημοπρασίας και να μην τον εμφανίσει προς έκθεση και δημοπράτηση, λαμβάνοντας τη διαβεβαίωση από τον καθ’ ου πως θα συμμορφωθεί προς τις υποδείξεις της, χωρίς ωστόσο έως σήμερα να αφαιρεθεί ο πίνακας με τον αριθμό 37 από την ιστοσελίδα της δημοπρασίας […..] Οι καθ’ ων δηλαδή, όχι μόνο βεβαιώνουν ψευδώς πως το έργο υπό τον αριθμό 37 είναι γνήσιο έργο του Γεωργίου Μαυροΐδη, αλλά παραθέτουν και μία εκτενέστατη ανάλυση του έργου, αποδεικνύοντας την πρόθεσή τους να εξαπατήσουν τον αγοραστή του έργου αυτού. Το κείμενο της ανάλυσης του πλαστού έργου υπό τον αριθμό 37, δεν υπογράφεται από κάποιον τεχνοκριτικό, αλλά είναι κείμενο των ίδιων των καθ’ ων, που δολίως βεβαιώνουν ψευδώς για την αυθεντικότητα του έργου. Στη συνέχεια, συναντήθηκα με τον εθνικό μας ζωγράφο Αλέκο Φασιανό, έναν παγκοσμίου φήμης ζωγράφο και του επέδειξα τα δύο έργα που κατά τους καθ’ ων έχει φιλοτεχνήσει ο ίδιος. Οργισμένος ο μεγάλος μας ζωγράφος βεβαίωσε την πλαστότητα των έργων αυτών. Παραθέτω την περιγραφή τους από τους καθ’ ων στον κατάλογο επί λέξει: 105. ΦΑΣΙΑΝΟΣ Αλέκος (1935) ‘Χωρίς τίτλο’. Λάδι σε καμβά 25×35. 95. ΦΑΣΙΑΝΟΣ Αλέκος (1935) ‘Μπλέ γυναίκα και πουλιά’. Λάδι σε χαρτόνι 66×48 εκ.»”.
Ραντεβού στο Παρίσι
Και οι επαφές δεν σταμάτησαν εκεί. Ο κ. Γκαρίπης ενημέρωσε και άλλους Έλληνες ζωγράφους σε Ελλάδα και εξωτερικό για την εν λόγω δημοπρασία. “Ακολούθως, επικοινώνησα με το μεγάλο μας ζωγράφο Απόστολο Λάβδα, ένα ζωγράφο καταξιωμένο στην Ελλάδα και το Παρίσι, του οποίου το έργο είχε αναγνωριστεί από τον Αλέξανδρο Ιόλα. Ο Απόστολος Λάβδας, όχι μόνο βεβαίωσε πως το έργο με αριθμό 99 της δημοπρασίας είναι πλαστό, αλλά και το ότι συνάγεται αβίαστα ζωγραφικά πως όλα τα πλαστά έργα του καταλόγου, έχουν γίνει από το «ίδιο χέρι», ήτοι ένας ζωγράφος-πλαστογράφος ζωγραφίζει διάφορα έργα θέτοντας διαφορετική κάθε φορά υπογραφή. Το έργο που ψευδώς από τους καθ’ ων αποδίδεται στο μεγάλο μας ζωγράφο Απόστολο Λάβδα είναι το 99 ” αναφέρει.
Μάλιστα με έναν από αυτούς έχει προγραμματίσει συνάντηση στην Πόλη του Φωτός προκειμένου όπως αναφέρει στην αίτηση των ασφαλιστικών μέτρων να πάρει γραπτή δήλωση ότι συγκεκριμένος πίνακας που φέρει την υπογραφή του και φιγουράρει στον κατάλογο της δημοπρασίας είναι πλαστός. “Λόγω του ότι ο μεγάλος μας ζωγράφος Γιάννης Κόττης κατοικεί μόνιμα στο Παρίσι, επικοινώνησα τηλεφωνικά μαζί του και του απέστειλα φωτογραφία του καταλόγου. Ο κύριος Κόττης με διαβεβαίωσε προφορικά πως το έργο είναι πασίδηλα πλαστό και προγραμματίσαμε συνάντησή μας στο Παρίσι στις 9.12.2017 για να βεβαιώσει και εγγράφως την πλαστότητα του έργου υπό τον αριθμό 98 του καταλόγου των καθ’ ων με την εξής περιγραφή επί λέξει: «98. ΚΟΤΤΗΣ Γιάννης (1949)‘Ιστιοφόρο σκάλα και ναύτες’ ‘01. Ακρυλικά σε καμβά 50×60 εκ. […]. Τέλος, επικοινώνησα με τη σύζυγο του αειμνήστου ζωγράφου μας Πάνου Φειδάκη, η οποία επίσης βεβαίωσε την πλαστότητα του έργου με αριθμό 112 του καταλόγου των καθ’ ων που αποδίδεται στο μέγα αυτό ζωγράφο και για το οποίο οι καθ’ ων γράφουν επί λέξει τα εξής στον κατάλογό τους «112. ΦΕΙΔΑΚΗΣ Πάνος (1956 – 2005)‘Ερωτευμένα πουλιά’ 1996. Ακρυλικό σε χαρτόνι 48×35”.
“Ευτελίζουν τη συλλογή μου”
Ο δικηγόρος, αναφέρεται και σε έναν πίνακα του ζωγράφου Πράσινου για τον οποίο ήταν όπως αφήνει να εννοηθεί πολύ εύκολο να διαπιστώσει τη γνησιότητα του αφού όπως λέει είναι ο μεγαλύτερος συλλέκτης του συγκεκριμένου τον οποίο ξεκίνησε να αγοράζει από τα φοιτητικά του χρόνια… “Είμαι ο μεγαλύτερος συλλέκτης έργων τέχνης του Μάριου Πράσινου, έχοντας εντρυφήσει από τα φοιτητικά μου χρόνια, στο έργο του συγκεκριμένου ζωγράφου και έχοντας αποκτήσει έργα του από τους μεγαλύτερους Γαλλικούς και Βρετανικούς Οίκους δημοπρασιών, καθώς και από Ελληνικές γκαλερί, οι οποίες κατάφεραν να ανεύρουν γνήσια έργα ενός από τους σημαντικότερους ζωγράφους όλων των εποχών. Είναι απόλυτα βέβαιο, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία πως η εμφανιζόμενη από τους καθ’ ων μουτζούρα υπό τον αριθμό 25 του καταλόγου τους όχι μόνο απεικονίζει ένα πλαστό έργο, αλλά συνιστά προσβολή της μνήμης του αειμνήστου ζωγράφου και του διεθνούς βεληνεκούς έργου του ζωγράφου μας τον οποίο τίμησαν ιερά τέρατα του χώρου της Τέχνης, όπως ο Pablo Picasso, με τον οποίο είχαν πραγματοποιήσει κοινή έκθεση ζωγραφικής στο Παρίσι. Οι καθ’ ων στον κατάλογό τους αναφέρουν επί λέξει τα εξής:«25. ΠΡΑΣΙΝΟΣ Μάριος. (1916 – 1985). ‘Χωρίς τίτλο’. Μικτή τέχνη/τέμπερα σε χαρτόνι 40×65 εκ”.
Επιπροσθέτως δεν παραλείπει να υπογραμμίσει πως “επειδή η συλλογή μου περιλαμβάνει έργα του Γιώργου Σταθόπουλου, του Αλέκου Φασιανού, του Απόστολου Λάβδα, τα οποία μου έχουν δωρίσει λόγω της στενότατης φιλικής μας σχέσης, ενώ από διεθνείς οίκους δημοπρασιών έχω αποκτήσει γνήσια έργα του Μάριου Πράσινου, Θάνου Τσίγκου, Πάνου Φειδάκη, Γιώργου Μαυροΐδη και Γιάννη Κόττη η παρουσίαση από τους καθ’ ων πλαστών έργων αυτών των ζωγράφων, προκαλεί ανεπανόρθωτη ζημία στη συλλογή μου, δεδομένου ότι ευτελίζει και υποβαθμίζει το έργο αυτών των ζωγράφων, μειώνει την αξία του καλλιτεχνικού τους έργου και συνακόλουθα την αξία των έργων της συλλογής μου, έχω κατά συνέπεια άμεσο έννομο συμφέρον για την άσκηση της παρούσας αίτησης”.
Παλιές καταδίκες για πώληση πλαστών
Καταλήγοντας στην αίτηση ο κ. Γκαρίπης επισημαίνει πως ο επιχειρηματίας και η κόρη του: “Δεν αναφέρουν κανένα απολύτως στοιχείο προέλευσης και είναι απόλυτα βέβαιο πως για κανένα απολύτως από τα παραπάνω έργα τέχνης δεν υπάρχει η οποιαδήποτε απόδειξη αγοράς, ενώ είναι απόλυτα βέβαιο, πως αν τα έργα αυτά έχουν δοθεί προς δημοπράτηση στους καθ’ ων, ο φερόμενος ιδιοκτήτης τους ή οι φερόμενοι ιδιοκτήτες τους θα στερούνται της οποιασδήποτε περιουσίας. Για όλους τους παραπάνω πίνακες οι τιμές εκτίμησής τους είναι σημαντικά χαμηλότερες από τις τρέχουσες τιμές αντίστοιχων έργων των ίδιων ζωγράφων προκειμένου να εμφανιστούν τα έργα αυτά ως ευκαιρίες” ενώ αφού παραθέσει τον αριθμό των έργων που ισχυρίζεται ότι είναι πλαστά μαζί με τους κωδικούς που εμφανίζονται στον κατάλογο αναφέροντας , ότι οι παραπάνω πίνακες δεν έχουν πιστοποιητικά γνησιότητας και αυθεντικότητας της τεχνοτροπίας των δημιουργών στους οποίους αποδίδονται με αποτέλεσμα να μην έχουν δεν έχουν καμία καλλιτεχνική αξία ζητά την καταστροφή τους και την απαγόρευση της πώλησης τους”.
Αναφέρει δε πως “ο καθ΄ου έχει καταδικαστεί προσωπικά με την υπ’ αριθ. 31966/2004 απόφαση του Δικαστηρίου Σας να επιστρέψει τίμημα από πώληση πλαστών πινάκων και ο διακριτικός του τίτλος (σ.σ αναφέρεται στην επωνυμία της εταιρείας) έχει καταδικαστεί με την υπ’ αριθ. 2402/2017 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών να επιστρέψει ποσό αγοράς τριών πλαστών πινάκων από δημοπρασία που πραγματοποίησε στην Αθήνα… το έτος 2008. Ο καθ’ ου έχει επιχειρήσει να πωλήσει πλαστά έργα του Θεοδώρου Στάμου διά της δημοπρασίας του το 2008”.
Εξαφανίζονται ένα – ένα από τον κατάλογο
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως μετά την κατάθεση των ασφαλιστικών μέτρων στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, κάποια έργα, άρχισαν το ένα μετά το άλλο να κατεβαίνουν από τον κατάλογο που είχε αναρτήσει σε σχετική σελίδα στο Facebook, o έμπορος από τη Θεσσαλονίκη. “Αλέκος Φασιανός, Γιώργος Σταθόπουλος και Απόστολος Λάβδας. Τρεις μεγάλοι Έλληνες ζωγράφοι των οποίων η ζωγραφική είναι καθαρή κι εκπαιδεύει τον κόσμο να είναι πιο ωραίος, πιο καλός, πιο σπουδαίος. Αυτός είναι ο σκοπός της ζωγραφικής τους. Ούτε ακαδημαϊκός, ούτε πολιτικός. Αυτή η ζωγραφική απαιτεί μια ανεξάρτητη δημιουργικότητα, που δεν μπορεί παρά να υπάρχει μέσα στην ψυχή τους και την προέκταση αυτής, τα έργα τους. Γι αυτό είναι αδύνατον να πλαστογραφηθούν. Οι απόπειρες κάποιων να πλαστογραφήσουν τα έργα τους έχουν ως αποτέλεσμα την παραγωγή καρικατούρας και μουτζούρας” αναφέρει στο Protothema.gr ο κ. Στέλιος Γκαρίπης και συμπληρώνει: “Οι πλαστογράφοι αποδεικνύονται ηλίθιοι, όταν προσπαθούν να αντιγράψουν υψηλή ζωγραφική. Υποχρέωση όλων μας είναι να διαφυλάξουμε, ο καθένας απ´το μετερίζι του, την αληθινή και καθαρή τέχνη και να τιμωρήσουμε το πλαστό. Αυτή είναι δουλειά του καθενός από εμάς και όχι των ζωγράφων γιατί οι ζωγράφοι δεν έχουν να κάνουν τίποτε άλλο, εκτός απ´το να ζωγραφίζουν. Σήμερα (σ.σ χθες) πετύχαμε μια πολύ σημαντική νίκη στο Πρωτοδικείο της Θεσσαλονίκης: πετύχαμε να αποσυρθούν πέντε πλαστά έργα που επρόκειτο να δημοπρατηθούν την Πέμπτη. Αυτό είναι μόνο η αρχή και η συνέχεια θα είναι άκρως ενδιαφέρουσα”.