Ο θάνατος της μητέρας του, της πριγκίπισσας Νταϊάνα, όταν εκείνος ήταν μόλις 12 ετών, τον βύθισε στο απόλυτο χάος. Ο πρίγκιπας Χάρι σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση παραδέχεται πως χρειάστηκε τη βοήθεια ειδικού, μετά από προτροπή του αδερφού του Γουίλιαμ, για να μπορέσει να συμφιλιωθεί με την ιδέα πως η μητέρα τους είχε φύγει από τη ζωή.
Η συγκλονιστική εξομολόγηση του 32χρονου πρίγκιπα έγινε μέσα από μια εκ βαθέων συνέντευξη στην Telegraph, με την οποία ο ίδιος θέλησε να παρακινήσει όσους αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα να ζητήσουν βοήθεια από κάποιον ειδικό. Αποκαλύπτει πως βυθίστηκε στο “απόλυτο χάος”, πως απέκλεισε όλα του τα συναισθήματα για σχεδόν 20 χρόνια και πως κατάφερε να βιώσει το πένθος του στα 28 του χρόνια και ενώ είχε φτάσει σε ένα σημείο που «ήθελα να χτυπήσω κάποιον» και αισθανόταν άγχος κατά τη διάρκεια των βασιλικών του υποχρεώσεων.
Αποκαλύπτοντας πως η απώλεια της μητέρας του είχε σοβαρό αντίκτυπο στην προσωπική και επαγγελματική του ζωή, ο πρίγκιπας Χάρι εξομολογείται πως το να δει στο επίκεντρο της δημοσιότητας τον έκανε να αισθάνεται πως βρέθηκε στο χείλος της κατάρρευσης σε πολλές περιπτώσεις.
Τελικά, αποφάσισε να ακολουθήσει τη συμβουλή του μεγαλύτερου αδερφού του και διαδόχου του βρετανικού θρόνου Γουίλιαμ και να ζητήσει τη βοήθεια ειδικών, ενώ στράφηκε και στο μποξ για να εκτονωθεί. Και τώρα, στα 32 του, λέει πως είναι «σε ένα καλό σημείο». Στόχος του Χάρι να βοηθήσει, μέσα από την προσωπική του εξομολόγηση, όσους αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα να μιλήσουν και να μην κρύβονται, πετώντας από πάνω τους το στίγμα της πνευματικής ασθένειας.
Ο Χάρι αποκαλύπτει πως πέρασε τα χρόνια της εφηβείας του αλλά και τη δεκαετία των 20 ετών του αποφασισμένος να μη σκέφτεται τη Νταϊάνα. «Μπορώ με σιγουριά να πω ότι το να χάσω τη μαμά μου σε ηλικία 12 ετών και εξαιτίας αυτού να αποκλείσω όλα του τα συναισθήματα για 20 χρόνια, είναι μεγάλο αντίκτυπο στην προσωπική μου ζωή και τη δουλειά μου», είπε.
«Πιθανότατα έφτασα πολύ κοντά στην απόλυτη κατάρρευση σε πολλές περιπτώσεις όταν κάθε είδους θλίψη, κάθε είδους ψέματα και παρεξηγήσεις σου έρχονται από παντού», είπε και όταν ρωτήθηκε αν έχει δει ψυχίατρο απάντησε: «Το έχω κάνει πολλές φορές και είναι σπουδαίο». Δεν κρύβει ότι πάλεψε και με την επιθετικότητα και γι’ αυτό στράφηκε στο μποξ, για να μπορέσει να εξωτερικεύσει την οργή του.
«Πραγματικά με έσωσε γιατί ήμουν στο χείλος του να γρονθοκοπήσω κάποιον, οπότε το να μπορώ να χτυπώ κάποιον που ήταν προστατευμένος ήταν σίγουρα πιο εύκολο». Αποκαλύπτει πως αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από ειδικός αφού ο αδερφός του κι άλλοι κοντά του του είπαν πως δεν είναι φυσιολογικό να πιστεύει πως ο θάνατος της μητέρας του δεν τον είχε επηρεάσει.
«Ο τρόπος μου να το αντιμετωπίσω (το θάνατο της Νταϊάνα) ήταν να κρύβω το κεφάλι μου στην άμμο, αρνούμενος να σκεφτώ τη μαμά μου, γιατί πως θα με βοηθούσε αυτό; Πίστευα πως μόνο θλίψη θα μου προκαλούσε και δεν θα την έφερνε πίσω. Σε ηλικία 20, 25, 28 ετών γυρνούσα με το σκεπτικό πως “η ζωή είναι ωραία” ή “η ζωή είναι καλή” και αυτό ήταν. Και ξαφνικά άρχισα να κάνω κάποιες συζητήσεις και όλος αυτός ο πόνος που δεν είχα ποτέ επεξεργαστεί άρχισε να έρχεται στην επιφάνεια και κατάλαβα πως υπήρχαν πολλά που έπρεπε να αντιμετωπίσω», σημειώνει.
Αισθάνεται τυχερός που ήταν μόνο δυο χρόνια «απόλυτου χάους» πριν καταλάβει και μάθει πως έπρεπε να μιλήσει γι’ αυτό. «Απλά δεν ήξερα τι πήγαινε στραβά με εμένα» λέει και αρνείται πως τα προβλήματα που αντιμετώπισε είχαν, όπως πολλοί είπαν, να κάνουν με τη θητεία του στο Αφγανιστάν. Ίσα ίσα που η παρουσία του εκεί και δουλειά του με το προσωπικό για τη επανένταξη των στρατιωτών, όπου άκουσε τους τραυματίες, γυναίκες και άνδρες, να συζητήσουν να σημαντικά προβλήματα ψυχικής υγείας ήταν ένα σημείο καμπής για εκείνον.
Κατάλαβε πως το να μη μιλάς σε κάνει πρόβλημα. «Εγώ, στη διάρκεια της δεκαετίας των 20 μου, ήμουν πρόβλημα και δεν ήξερα πως να το αντιμετωπίσω». Αλλά είχε δίπλα του τον αδερφό του. «Όλα είναι θέμα timing. Και για μένα, ο αδερφός μου, ο Θεός να τον έχει καλά, ήταν μεγάλη στήριξη. Μου έλεγε συνεχώς πως “δεν είναι σωστό, δεν είναι φυσιολογικό, πρέπει να μιλήσεις σε κάποιον”».