Σε επιβάρυνση εκατομμυρίων ευρώ για τον προϋπολογισμό εκτιμάται ότι θα οδηγήσει η απόφαση του μισθοδικείου με την οποία κρίνει αντισυνταγματικές και αντίθετες στην ΕΣΔΑ, τις ρυθμίσεις των νόμων βάση των οποίων κόπηκε το 50% των αναδρομικών που έπρεπε να πάρουν οι δικαστές μετά τη δικαίωση τους από το ίδιο δικαστήριο για τη μείωση των μισθών τους από το «μνημόνιο 2″ .
Συγκεκριμενα , το δικαστήριο με την υπ΄ αριθμ. 127/2016 απόφασή του έκρινε αντισυνταγματικούς τους νόμους 4270/2014 και 4307/2014, που προέβλεψαν την περικοπή κατά 50% της διαφοράς αποδοχών που οφείλονταν στους δικαστικούς λειτουργούς, για το χρονικό διάστημα από 1.8.2012 έως και 30.6.2014, μετά την προηγούμενη απόφαση του ίδιου δικαστηρίου (88/2013) που έκρινε αντισυνταγματική την αναδρομική μείωση των αποδοχών τους από 1η Αυγούστου 2012 έως 30η Ιουνίου 2014.
Το δικαστηρίο , κατα πλειοψηφία, έκρινε ότι το Σύνταγμα επιτασσει την ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση των δικαστικών λειτουργών, ενώ η συνταγματική αρμοδία συνάγεται την υποχρέωση συμμόρφωσης των οργάνων της Πολιτείας προς τις δικαστικές αποφάσεις.
Έτσι , αναφέρει , εφαρμοστέες για τον προσδιορισμό των αποδοχών των δικαστικών λειτουργών, είναι «οι διατάξεις με τις οποίες προβλέφθηκε η καταβολή στους δικαστικούς λειτουργούς του συνόλου της διαφοράς αποδοχών που απορρέει από την εν λόγω κατάργηση, για το χρονικό διάστημα από 1.8.2012 έως τη δημοσίευση του νόμου 4270/2014».
Η απόφαση του Μισθοδικείου αφορά 47 δικαστές ωστόσο θα ακολουθήσουν και άλλες για χιλιάδες δικαστικούς λειτουργούς , οι οποίες εκτιμάται οτι θα έχουν το ίδιο σκεπτικό.