Οι Ηνωμένες Πολιτείες σκοπεύουν να πουλήσουν στην Ταϊβάν όπλα αξίας 1,42 δις δολαρίων (1,24 δις ευρώ), την πρώτη πώληση τέτοιας κλίμακας υπό την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ και μια κίνηση που εκνεύρισε την Κίνα, στη βοήθεια της οποίας βασίζεται ο Τραμπ για να ελέγξει τη Βόρεια Κορέα.
Η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών (Στέιτ Ντιπάρτμεντ), Χέδερ Νάουερτ, είπε σε δημιοσιογράφους ότι η κυβέρνηση ενημέρωσε το Κογκρέσο για τις επτά προτεινόμενες πωλήσεις χθες, ανακοινώνοντας και τη συνολική αξίας της πώλησης.
Ο πρέσβης της Κίνας στην Ουάσιγκτον, αντιδρώντας είπε χθες σε κοινωνική εκδήλωση ότι πωλήσεις όπλων στην Ταϊβάν και η επιβολή κυρώσεων εναντίον ορισμένων κινεζικών εταιρειών θα βλάψουν τις διμερείς σχέσεις, και αντιβαίνουν το πνεύμα της συνόδου κορυφής τον Απρίλιο στο Μαρ-α-Λάγκο της Φλόριντας μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ Τραμπ και του προέδρου της Κίνας Σι Τζινπίνγκ.
Σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το πακέτο πώλησης περιλαμβάνει τεχνική υποστήριξη για προειδοποιητικό ραντάρ, πυραύλους υψηλών ταχυτήτων που ανιχνεύουν την εκπομπή σημάτων ραντάρ, τορπίλες, και ανταλλακτικά πυραύλων.
Η Νάουερτ τόνισε ότι η πωλήσεις αποδεικνύουν την αμερικανική «υποστήριξη της ικανότητας της Ταϊβάν να διατηρήσει την ικανότητα αυτοάμυνάς της», αλλά ότι δεν υπάρχουν αλλαγές στην μακροχρόνια πολιτική των ΗΠΑ της «μίας Κίνας», η οποία αναγνωρίζει το Πεκίνο και όχι την Ταϊπέι.
Η πώληση, σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters που αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, θα είναι η πρώτη στην Ταϊβάν μετά τον Δεκέμβριου του 2015, και απαιτεί την έγκριση του Κογκρέσου.
Ένας αξιωματούχος του υπουργείου είπε ότι το πακέτο αυτό αντιπροσωπεύει «ενημερώσεις (upgrades) των υπάρχοντων αμυντικών ικανοτήτων που σκοπεύουν να μετατρέψουν τα τρέχοντα συστήματα από αναλογικά σε ψηφιακά».
Νωρίτερα χθες, η Κίνα αντέδρασε με θυμό και είπε ότι είχε διαμαρτυρηθεί στην Ουάσιγκτον όταν μια επιτροπή της αμερικανικής Γερουσίας ενέκρινε ένα νομοσχέδιο που καλεί την επανάληψη της κατάπλευσης πλοίων του αμερικανικού στόλου στην Ταϊβάν, για πρώτη φορά από το 1979, όταν οι ΗΠΑ υιοθέτησαν την πολιτική της «μίας Κίνας».
Το νομοσχέδιο καλεί επίσης το Πεντάγωνο να βοηθήσει την Ταϊβάν να δημιουργήσει ένα δικό της πρόγραμμα υποθαλάσσιου πολέμου, και προτείνει την ενίσχυση της στρατηγικής συνεργασίας με την Ταϊπέι.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Κίνας είπε ότι το νομοσχέδιο αποτελεί παραβίαση των αρχών της σινοαμερικανικής σχέσης και κάλεσε την Ουάσιγκτον να σταματήσει τις κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και τις πωλήσεις όπλων στην Ταϊβάν «ώστε να αποφευχθεί η περαιτέρω βλάβη της ευρέως συνεργάσιμες σχέσεις της Κίνας και των ΗΠΑ».